ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ: Στις 30 Οκτωβρίου 1988 απεβίωσε ο Τάσος Λειβαδίτης

Τάσος Λειβαδίτης: «Αν θες να λέγεσαι άνθρωπος...»          

·          

- Το αφιέρωμα του alfavita.gr για τη ζωή και το έργο του

Ο Τάσος Λειβαδίτης, ο μεγάλος ποιητής του έρωτα και του αγώνα απεβίωσε στις 30 Οκτωβρίου 1988.

Πριν 33 χρόνια, στις 30 Οκτωβρίου το 1988, αφήνει την τελευταία του πνοή ένας από τους σημαντικότερους ποιητές της πρώτης μεταπολεμικής γενιάς, ο Τάσος Λειβαδίτης:  ο «ποιητής του Έρωτα και της Επανάστασης»,

Επαναστάτης ποιητής που ύμνησε τον έρωτα, κατάφερε να μείνει στις καρδιές όσων ονειρεύονται έναν δίκαιο και πιο ρομαντικό κόσμο.

Γεννημένος και μεγαλωμένος στις γειτονιές του αθηναϊκού κέντρου, ο Τάσος Λειβαδίτης είχε την ευκαιρία να γνωρίσει εκ των έσω την αληθινή ζωή που κρύβεται στις έντονες αντιθέσεις της πόλης.


Γιος του Λύσανδρου και της Βασιλικής, γεννήθηκε στην Αθήνα το βράδυ της Αναστάσεως του 1922, ενώ καταγόταν από την Κοντοβάζαινα Γορτυνίας Ν. Αρκαδίας. Είχε τέσσερα μεγαλύτερα αδέρφια, μια αδερφή και τρεις αδερφούς. Σπούδασε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, όμως τον κέρδισε η λογοτεχνία και συγκεκριμένα η ποίηση. Ανέπτυξε έντονη πολιτική δραστηριότητα στο χώρο της αριστεράς με συνέπεια να εξοριστεί από το 1947 έως το 1951.

Στο Μούδρο, στη Μακρόνησο και μετά στον Αϊ Στράτη κι από κει στις φυλακές Χατζηκώστα στην Αθήνα, απ' όπου αφέθηκε ελεύθερος το 1951.

Το «Φυσάει στα σταυροδρόμια του κόσμου» θεωρήθηκε «κήρυγμα ανατρεπτικό» και κατασχέθηκε. Τελικά το δικαστήριο (Πενταμελές Εφετείο Αθηνών, 10 Φεβρουαρίου 1955) τον απάλλαξε λόγω αμφιβολιών.

«Γι’ αυτό σου λέω.
Μην κοιμάσαι: είναι επικίνδυνο.
Μην ξυπνάς: Θα μετανιώσεις.»

Στο ελληνικό κοινό ο Τάσος Λειβαδίτης εμφανίστηκε το 1946, μέσα από τις στήλες του περιοδικού Ελεύθερα Γράμματα (τεύχ. 55,15-11-46) με το ποίημα «Το τραγούδι του Χατζηδημήτρη». Το 1947 συνεργάστηκε στην έκδοση του περιοδικού «Θεμέλιο». Το 1952 εξέδωσε την πρώτη του ποιητική σύνθεση με τίτλο «Μάχη στην άκρη της νύχτας» και εργάστηκε επίσης σαν κριτικός ποίησης στην εφημερίδα Αυγή, από το 1954 - 1980 (με εξαίρεση τα έτη 1967-74 που η εφημερίδα είχε κλείσει λόγω δικτατορίας) και το περιοδικό «Επιθεώρηση Τέχνης» (1962-1966), όπου δημοσίευσε πολιτικά και κριτικά δοκίμια.

Στο διάστημα της Χούντα των Συνταγματαρχών ο ποιητής για βιοποριστικούς λόγους μεταφράζει ή διασκευάζει λογοτεχνικά έργα για λαϊκά περιοδικά ποικίλης ύλης με το ψευδώνυμο Pόκκος. Αδερφός του ήταν ο ηθοποιός Αλέκος Λειβαδίτης και ανιψιός του ο ηθοποιός Θάνος Λειβαδίτης.

Ο Τάσος Λειβαδίτης πέθανε στην Αθήνα 30 Οκτωβρίου 1988, στο Γενικό Κρατικό Νοσοκομείο από ανεύρυσμα κοιλιακής αορτής. Μετά το θάνατό του εκδόθηκαν χειρόγραφα ανέκδοτα ποιήματά του με τον τίτλο «Χειρόγραφα του Φθινοπώρου».

Στίχοι του μελοποιήθηκαν από τον Μίκη Θεοδωράκη, στο δίσκο «Πολιτεία» (1961), «Της εξορίας» (1976), «Πολιτεία Γ' - Οκτώβρης '78» (1976), «Τα Λυρικά» (1977), «Λειτουργία Νο2: Για τα παιδιά που σκοτώνονται στον πόλεμο» (1987), τον Μάνο Λοΐζο στο δίσκο «Για μια μέρα ζωής» (1980), τον Γιώργο Τσαγκάρη στο δίσκο «Φυσάει» (1993) με ερμηνευτή το Βασίλη Παπακωνσταντίνου και τη συμμετοχή του ηθοποιού Γιώργου Μιχαλακόπουλου, τον Μιχάλη Γρηγορίου στο δίσκο «Σκοτεινή πράξη, ένα Ορατόριο σε ποίηση Τάσου Λειβαδίτη» (1997) και από το συγκρότημα Όναρ στο δίσκο «Αλαντίν, τελειώσαν οι ευχές σου» (2003).

Συνυπέγραψε ακόμη με τον Κώστα Κοτζιά τα σενάρια των ελληνικών ταινιών «Ο θρίαμβος» και «Συνοικία το όνειρο» σε σκηνοθεσία του Αλέκου Αλεξανδράκη[1].

Τα ποιήματά του μεταφράστηκαν στα Ρωσικά, Σερβικά, Ουγγρικά, Σουηδικά, Ιταλικά, Γαλλικά, Αλβανικά, Βουλγαρικά, Κινέζικα και Αγγλικά.

Τιμήθηκε με το πρώτο βραβείο ποίησης στο Παγκόσμιο Φεστιβάλ Νεολαίας στη Βαρσοβία (1953 για τη συλλογή του «Φυσάει στα σταυροδρόμια του κόσμου»), το πρώτο βραβείο ποίησης του Δήμου Αθηναίων (1957 για τη συλλογή του «Συμφωνία αρ.Ι»), το Β΄ Κρατικό Βραβείο Ποίησης (1976 για τη συλλογή «Βιολί για μονόχειρα»), το Α΄ Κρατικό Βραβείο Ποίησης (1979 για το «Εγχειρίδιο ευθανασίας»).

Υπήρξε ιδρυτικό μέλος της «Εταιρείας Συγγραφέων».

Έγραψε επίσης κι ένα μικρό τόμο με τίτλο: «Έλληνες ποιητές», ο οποίος αναφέρεται στις συλλογές που εκδόθηκαν την περίοδο 1978-1981, και αποτελεί μια απογραφή 74 ποιητικών συλλογών.

Όπως σημειώνει ο Τίτος Πατρίκιος, φίλος και συνεργάτης του Λειβαδίτη, ήταν τόσο αφοσιωμένος στην ποίηση ώστε όσα ποιήματα του έστελναν «τα διάβαζε όλα ως το κόκαλο και όσο μεγαλύτερη αξία τους έβρισκε, τόσο την αναγνώριζε και τη διακήρυσσε». Και παρακάτω: «άσκησε την κριτική με διεισδυτική ευαισθησία, με στοχασμό που δεν κατέληγε σε κάποια κανονιστικότητα, με άνοιγμα σε όλους τους τρόπους της ποίησης και αγάπη για όλους τους ποιητές, χωρίς εύνοιες και πατερναλισμούς».


Πραθέτουμε το ποίημα που ξεχωρίζουμε και θεωρούμε οτι αποτελεί μια κορυφαία στιγμή δημιουργίας του

Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος
δεν θα πάψεις ούτε στιγμή ν΄αγωνίζεσαι για την ειρήνη και
για το δίκαιο.
Θα βγείς στους δρόμους, θα φωνάξεις, τα χείλια σου θα
ματώσουν απ΄τις φωνές
το πρόσωπό σου θα ματώσει από τις σφαίρες – μα ούτε βήμα πίσω.
Κάθε κραυγή σου μια πετριά στα τζάμια των πολεμοκάπηλων
Κάθε χειρονομία σου σα να γκρεμίζει την αδικία.
Και πρόσεξε: μη ξεχαστείς ούτε στιγμή.
Έτσι λίγο να θυμηθείς τα παιδικά σου χρόνια
αφήνεις χιλιάδες παιδιά να κομματιάζονται την ώρα που παίζουν ανύποπτα στις
πολιτείες
μια στιγμή αν κοιτάξεις το ηλιοβασίλεμα
αύριο οι άνθρωποι θα χάνουνται στη νύχτα του πολέμου
έτσι και σταματήσεις μια στιγμή να ονειρευτείς
εκατομμύρια ανθρώπινα όνειρα θα γίνουν στάχτη κάτω από τις οβίδες.
Δεν έχεις καιρό
δεν έχεις καιρό για τον εαυτό σου
αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος.
 
Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος
μπορεί να χρειαστεί ν΄αφήσεις τη μάνα σου, την αγαπημένη
ή το παιδί σου.
Δε θα διστάσεις.
Θ΄απαρνηθείς τη λάμπα σου και το ψωμί σου
Θ΄απαρνηθείς τη βραδινή ξεκούραση στο σπιτικό κατώφλι
για τον τραχύ δρόμο που πάει στο αύριο.
Μπροστά σε τίποτα δε θα δειλιάσεις κι ούτε θα φοβηθείς.
Το ξέρω, είναι όμορφο ν΄ακούς μια φυσαρμόνικα το βράδυ,
να κοιτάς έν΄ άστρο, να ονειρεύεσαι
είναι όμορφο σκυμένος πάνω απ΄το κόκκινο στόμα της αγάπης σου
Να την ακούς να σου λέει τα όνειρα της για το μέλλον.
Μα εσύ πρέπει να τ΄αποχαιρετήσεις όλ΄αυτά και να ξεκινήσεις
γιατί εσύ είσαι υπεύθυνος για όλες τις φυσαρμόνικες του κόσμου,
για όλα τ΄άστρα, για όλες τις λάμπες και
για όλα τα όνειρα
αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος.
 
Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος
μπορεί να χρειαστεί να σε κλείσουν φυλακή για είκοσι ή
και περισσότερα χρόνια
μα εσύ και μες στη φυλακή θα θυμάσαι πάντοτε την άνοιξη,
τη μάνα σου και τον κόσμο.
Εσύ και μες απ΄ το τετραγωνικό μέτρο του κελλιού σου
θα συνεχίσεις τον δρόμο σου πάνω στη γη .
Κι΄ όταν μες στην απέραντη σιωπή, τη νύχτα
θα χτυπάς τον τοίχο του κελλιού σου με το δάχτυλο
απ΄τ΄άλλο μέρος του τοίχου θα σου απαντάει η Ισπανία.
Εσύ, κι ας βλέπεις να περνάν τα χρόνια σου και ν΄ ασπρίζουν
τα μαλλιά σου
δε θα γερνάς.
Εσύ και μες στη φυλακή κάθε πρωί θα ξημερώνεσαι πιο νέος
Αφού όλο και νέοι αγώνες θ΄ αρχίζουνε στον κόσμο
αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος
 
Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος
θα πρέπει να μπορείς να πεθάνεις ένα οποιοδήποτε πρωινό.
Αποβραδίς στην απομόνωση θα γράψεις ένα μεγάλο τρυφερό
γράμμα στη μάνα σου
Θα γράψεις στον τοίχο την ημερομηνία, τ΄αρχικά του ονόματος σου και μια λέξη :
Ειρήνη
σα ναγραφες όλη την ιστορία της ζωής σου.
Να μπορείς να πεθάνεις ένα οποιοδήποτε πρωινό
να μπορείς να σταθείς μπροστά στα έξη ντουφέκια
σα να στεκόσουνα μπροστά σ΄ολάκαιρο το μέλλον.
Να μπορείς, απάνω απ΄την ομοβροντία που σε σκοτώνει
εσύ ν΄ακούς τα εκατομμύρια των απλών ανθρώπων που
τραγουδώντας πολεμάνε για την ειρήνη.
Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος.​

Το υπόγειο

Αν άρχιζε ο Θεός μια μέρα να μετράει όσα έφτιαξε,

άστρα, πουλιά, σπόρους, βροχές, μητέρες, λόφους,

θα τέλειωνε ίσως κάποτε. Εγώ κάθομαι εδώ, ολομόναχος,

μέσα σε τούτο το υγρό υπόγειο, έξω βρέχει,

και μετράω τα σφάλματα που έκανα, τις μάχες που έδωσα,

τις δίψες, τις παραχωρήσεις,

μετράω τις κακίες μου, κάποτε θαυμαστές, τις καλοσύνες μου

συχνά επηρμένες, μετράω, μετράω, δίχως ποτέ μου

να τελειώνω ― α, εσείς,

εσείς ταπεινώσεις, αλτήρες της ψυχής μου,

βαθύ, θρεπτικό ψωμί, αιώνιε πόνε μου,

όλη η δροσιά του μέλλοντος τραγουδάει μες στις κλειδώσεις μου

την ίδια ώρα που μου στρίβει το λαρύγγι η πείνα χιλιάδων

φτωχών προγόνων,

κι ω ήττες, συντρόφισσές μου, που μέσα σε μια στιγμή

με λυτρώσατε απ’ τους αιώνιους φόβους της ήττας.

 

Είμαι κι εγώ ένας Θεός μες στο δικό του σύμπαν, σε τούτο

το υγρό υπόγειο, έξω βρέχει,

ένα σύμπαν ανεξιχνίαστο κι ανεξάντλητο κι απρόβλεπτο,

ένας Θεός καθόλου αθάνατος,

γι’ αυτό και τρέμοντας από έρωτα για κάθε συγκλονιστική

κι ανεπανάληπτη στιγμή του.

*Τάσος Λειβαδίτης, Ποίηση, Τόμος Πρώτος 1950-1966, Kέδρος, 1985.

Συμφωνία αρ. 1 – Τάσος Λειβαδίτης (απόσπασμα)

Και σμίγουν και χωρίζουν οι άνθρωποι
και δεν παίρνει τίποτα ο ένας απ’ τον άλλον.
Γιατί ο έρωτας είναι ο πιο δύσκολος δρόμος
να γνωριστούν.
Γιατί οι άνθρωποι, σύντροφε,
ζουν από τη στιγμή που βρίσκουν
μια θέση στη ζωή των άλλων.
Kαι τότε κατάλαβες γιατί οι απελπισμένοι
γίνονται οι πιο καλοί επαναστάτες.
Και μένουμε ανυπεράσπιστοι ξαφνικά,
σαν ένα νικητή μπροστά στο θάνατο ή
ένα νικημένον αντίκρυ στην αιωνιότητα.

Αυτό το αστέρι είναι για όλους μας – (απόσπασμα)


Ναι, αγαπημένη μου.
Πολύ πριν να σε συναντήσω εγώ σε περίμενα.
Πάντοτε σε περίμενα. Αλήθεια εκείνη η άνοιξη,
εκείνο το πρωινό, εκείνη η απλή κάμαρα της ευτυχίας,
αυτό το σώμα σου που κράταγα πρώτη φορά γυμνό,
αυτά τα δάκρυα που δεν μπόρεσα
στο τέλος να κρατήσω πόσο σου πήγαιναν.
Α, θάθελα να φιλήσω τα χέρια του πατέρα σου,
της μητέρας σου τα γόνατα που σε γέννησαν
για μένα να φιλήσω όλες τις καρέκλες που
ακούμπησες περνώντας με το φόρεμά σου,
να κρύψω σαν φυλακτό στον κόρφο μου
ένα μικρό κομμάτι απ’ το σεντόνι που κοιμήθηκες.
Θα μπορούσα ακόμα και να χαμογελάσω στον άντρα
που σ’ έχει δει γυμνή πριν από μένα, να του χαμογελάσω,
που του δόθηκε μια τόση ατέλειωτη ευτυχία.
Γιατί εγώ, αγαπημένη, σου χρωστάω κάτι
πιο πολύ απ’ τον έρωτα,
εγώ σου χρωστάω το τραγούδι και
την ελπίδα, τα δάκρυα και πάλι την ελπίδα.
Στην πιο μικρή στιγμή μαζί σου, έζησα όλη τη ζωή.

 

Αφιέρωμα του :www.alfavita.gr

Ρωγμή στην ενημέρωση

Δεν υπάρχουν σχόλια

Εικόνες θέματος από jusant. Από το Blogger.