Διδάγματα για τη στάση στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο
«Κάτω από ξένη σημαία» - διδάγματα για τη στάση στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο
Του Βασίλη Όψιμου *
Η πολεμική σύγκρουση Ρωσίας - Ουκρανίας, κομμάτι της οξυνόμενης παγκόσμιας σύγκρουσης των ιμπεριαλιστικών κέντρων, έφερε πάλι στην πρώτη γραμμή της επικαιρότητας το ζήτημα της στάσης των Κομμουνιστικών Κομμάτων στις χώρες που εμπλέκονται άμεσα ή έμμεσα στον πόλεμο. Δεν πρόκειται για κάποιο θεωρητικό ζήτημα ανάλυσης, αλλά για άμεσο, πρακτικό ζήτημα της επαναστατικής πολιτικής.
Στα χαρακώματα του Α' Παγκοσμίου Πολέμου
Η σωστή επίλυσή του αποτελεί κρίσιμο παράγοντα για την καθοδήγηση των λαϊκών μαζών μακριά από τις ποικιλόχρωμες εκφράσεις της αστικής πολιτικής, αλλά και για τη δυνατότητα του επαναστατικού κινήματος να εκμεταλλευτεί, κάτω από συγκεκριμένους όρους και προϋποθέσεις, τους ανταγωνισμούς ανάμεσα στις αστικές τάξεις για να προωθήσει την ιστορική αποστολή της εργατικής τάξης.
Με το ξέσπασμα του Α' Παγκόσμιου ιμπεριαλιστικού Πολέμου (1914 - 1918), που γρήγορα αγκάλιασε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες και όχι μόνο, η μεγάλη πλειοψηφία των ηγετών των τότε σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων πέρασε από τον οπορτουνισμό (έκφραση της αστικής ιδεολογίας μέσα στο εργατικό κίνημα) στην ανοιχτή προδοσία των συμφερόντων της εργατικής τάξης1. Στο όνομα της δήθεν πιο επιθετικής συμπεριφοράς της αντίπαλης αστικής τάξης, οι ηγεσίες αυτές συντάχθηκαν η καθεμία με τη δική της αστική τάξη, υπερψήφισαν τις πολεμικές πιστώσεις, έσπρωξαν τις μάζες της εργατικής τάξης στην αλληλοσφαγή. Οι φωτεινές εξαιρέσεις ήταν, τουλάχιστον στην αρχή του πολέμου, λίγες και δακτυλοδειχτούμενες από τους δήθεν ρεαλιστές: Ο Λένιν και οι μπολσεβίκοι, τα Κόμματα της Βουλγαρίας («στενοί») και της Ρουμανίας, η πλειοψηφία του Ιταλικού Κόμματος, ορισμένοι Γερμανοί, Πολωνοί, Ιταλοί και Ολλανδοί επαναστάτες.
Σε μια σειρά έργα του της περιόδου ο Λένιν ασκεί συντριπτική κριτική στις αντιλήψεις ότι το εργατικό κίνημα έπρεπε, για λόγους «υπεράσπισης της πατρίδας» ή ακόμα και για την προώθηση των συμφερόντων του κινήματος, να πάρει το μέρος της μίας ή της άλλης αστικής πλευράς στον πόλεμο. Στις συνθήκες του μονοπωλιακού καπιταλισμού η αστική τάξη αποτελούσε πια το παρελθόν της κοινωνικής εξέλιξης, οι πόλεμοι ανάμεσα στις εθνικές μερίδες του μονοπωλιακού κεφαλαίου γίνονταν για το μοίρασμα της λείας. Η εργατική τάξη ήταν πια η μόνη τάξη που μπορούσε να χαράξει έναν προοδευτικό δρόμο σε ειρηνικές ή πολεμικές συνθήκες. Πόσο περισσότερο ισχύουν τα λόγια του Λένιν σήμερα για όλες τις ευρωπαϊκές χώρες, μαζί και για όλες τις χώρες που προέκυψαν από τη διάλυση της ΕΣΣΔ μετά την επικράτηση των αντεπαναστατικών δυνάμεων και τη διαμόρφωση των αστικών τάξεων που λυμαίνονται τον πλούτο που δημιούργησε από κοινού ο σοβιετικός λαός.
Ο επιτιθέμενος και ο αμυνόμενος στον πόλεμο
Μπορεί η θέση των κομμουνιστών απέναντι σε έναν πόλεμο δύο αστικών κρατών να θεμελιωθεί στο γεγονός ότι το ένα απ' αυτά είναι πιο αδύναμο και αμυνόμενο και το άλλο του επιτέθηκε, καταπατώντας «όλες τις Συνθήκες και υποχρεώσεις»; Τονίζει ο Λένιν για το σχετικό παράδειγμα της εισβολής της Γερμανίας στο Βέλγιο στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο και της στάσης των σοσιαλιστών στις χώρες της Αντάντ2, που επιζητούσαν να δικαιολογήσουν τη στήριξη των αστικών τους τάξεων στο όνομα της υπεράσπισης του Βελγίου: «Ας υποθέσουμε ότι όλα τα κράτη που ενδιαφέρονται για την τήρηση των διεθνών Συνθηκών κήρυσσαν τον πόλεμο κατά της Γερμανίας, με την απαίτηση να απελευθερώσει και να αποζημιώσει το Βέλγιο. Στην περίπτωση αυτή η συμπάθεια των σοσιαλιστών θα ήταν φυσικά με το μέρος των εχθρών της Γερμανίας. Ωστόσο γεγονός είναι ακριβώς ότι ο πόλεμος διεξάγεται από την "τριπλή (και τετραπλή) συνεννόηση" όχι για το Βέλγιο...»,αλλά για το μοίρασμα της λείας, με πρόφαση την υπεράσπιση του αδύναμου3.
Οι αναλογίες στις υποδείξεις του Λένιν με τον σημερινό πόλεμο Ρωσίας - Ουκρανίας είναι παραπάνω από προφανείς, πόσο μάλλον που τα κράτη που εμφανίζονται σήμερα να ενδιαφέρονται «για την τήρηση των διεθνών Συνθηκών» (ΗΠΑ, ΕΕ κ.λπ.) υποδαύλισαν και προετοίμασαν όλα τα προηγούμενα χρόνια τον συγκεκριμένο πόλεμο και την περικύκλωση της Ρωσίας. Την ίδια στιγμή, οι αντιδραστικές κυβερνήσεις της Ουκρανίας λειτούργησαν ως ενεργητικός μοχλός στην προώθηση των σχεδιασμών του ενός ιμπεριαλιστικού πόλου, με αποτέλεσμα ο σημερινός «αμυντικός» αγώνας της συγκεκριμένης χώρας να μην μπορεί να νοηθεί ούτε στο ελάχιστο ως δίκαιος πόλεμος ενάντια σε μια μεγάλη ιμπεριαλιστική δύναμη, για την «υπεράσπιση της πατρίδας».
Εθνική αυτοδιάθεση και υπεράσπιση των συνόρων
Το Κόμμα των μπολσεβίκων και η σοβιετική εξουσία στήριξαν την πολιτική τους στο εθνικό ζήτημα στο δικαίωμα των εθνών για αυτοδιάθεση έως και τον κρατικό αποχωρισμό. Στο έδαφος αυτό διαμορφώθηκε η ΕΣΣΔ ως ενιαίο, ομόσπονδο κράτος με τις Δημοκρατίες - μέλη της. Η μορφή αυτή οργάνωσης αποτελούσε αναντικατάστατο όπλο για να τραβηχτούν στη διαδικασία της σοσιαλιστικής οικοδόμησης τα έθνη και οι λαοί που είχαν γνωρίσει κάθε είδους καταπίεση στα χρόνια της τσαρικής Ρωσίας. Οπως επισημαίνει όμως ο Στάλιν, «πρέπει να θυμόμαστε ότι εκτός από το δικαίωμα των λαών για αυτοδιάθεση υπάρχει και το δικαίωμα της εργατικής τάξης να στερεώσει την εξουσία της, και το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης υποτάσσεται σ' αυτό το τελευταίο δικαίωμα. Υπάρχουν περιπτώσεις που το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης έρχεται σε αντίθεση με το άλλο, το ύψιστο δικαίωμα - το δικαίωμα της εργατικής τάξης, που ανέβηκε στην εξουσία, να στερεώσει την εξουσία της»4.
Η επισήμανση αυτή του Στάλιν δίνει αποστομωτική απάντηση και στην πρόσφατη λαθροχειρία του Βλ. Πούτιν να αναγορεύσει το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης - αποχωρισμού στον παράγοντα εκείνο που δυναμίτισε δήθεν την ενότητα του σοβιετικού κράτους. Για τους μπολσεβίκους το συνολικό συμφέρον της εργατικής τάξης, ανεξάρτητα από εθνότητα και από κρατικά σύνορα, συνιστούσε το υπέρτατο κριτήριο. Οπως αναφέρει και ο Λένιν: «Για τον Μαρξ δεν χωράει αμφιβολία ότι σε σύγκριση με το "εργατικό ζήτημα" το εθνικό ζήτημα έχει δευτερεύουσα σημασία»5.
Επομένως, η υπεράσπιση της εθνικής αυτοδιάθεσης και του απαραβίαστου των συνόρων, που υποκριτικά προβάλλεται σήμερα από τα επιτελεία του ευρωατλαντικού ιμπεριαλισμού, όταν τα ίδια για δεκαετίες έχουν πρωτοστατήσει συστηματικά σε παρόμοιες παραβιάσεις (από την Κύπρο έως τη Γιουγκοσλαβία και από τη Λιβύη έως τη Συρία), δεν μπορεί να αποτελέσει για τους κομμουνιστές το έδαφος για να πάρουν το μέρος της μίας ή της άλλης αστικής τάξης σε έναν πόλεμο.
Συμπόρευση με την αστική τάξη στο όνομα του κινήματος
Μπορεί στην πολεμική σύγκρουση ανάμεσα σε δύο αστικά κράτη στις μέρες μας να μπει το επαναστατικό κίνημα στο δίλημμα «να καθορίσει ποιας κυβέρνησης η νίκη είναι λιγότερο επικίνδυνη για τους εργάτες όλου του κόσμου»6; Ο Λένιν χαρακτηρίζει μια τέτοια στάση «σοφιστεία» και τονίζει ότι τα ΚΚ στις εμπόλεμες χώρες οφείλουν «να μη συγχωνεύονται με την αστική τάξη, αλλά να υπερασπίζουν τα αυτοτελή ταξικά συμφέροντα του προλεταριάτου»7. Να διαπαιδαγωγούν την εργατική τάξη των χωρών τους ότι η απαλλαγή από τα δεινά του πολέμου είναι αδύνατη «χωρίς την ανατροπή των κυβερνήσεων και της αστικής τάξης της καθεμιάς από τις εμπόλεμες χώρες»8.
Οι αντικειμενικοί όροι για μια τέτοια εξέλιξη του πολέμου, για τη μετατροπή του ιμπεριαλιστικού πολέμου σε εμφύλιο, υπάρχουν στις συνθήκες του μονοπωλιακού καπιταλισμού, ανεξάρτητα από το αν ο υποκειμενικός παράγοντας (το εργατικό κίνημα και το Κόμμα) είναι θεωρητικά και οργανωτικά προετοιμασμένος και ισχυρός για να λύσει το ζήτημα της εξουσίας τη συγκεκριμένη στιγμή. Καθήκον του επαναστατικού κόμματος είναι, ανεξάρτητα από τον συσχετισμό των δυνάμεων, να προβάλλει την ανάγκη για μια τέτοια εξέλιξη του πολέμου και να δρα σε αυτήν την κατεύθυνση. Η προσμονή καλύτερων προοπτικών για το εργατικό κίνημα από τη νίκη της μίας ή της άλλης αστικής τάξης σε έναν πόλεμο δεν πάει μακριά το κίνημα. Αντίθετα, το εγκλωβίζει στη λογική του «μικρότερου κακού», το εφησυχάζει και το αποσπά από τα βασικά του καθήκοντα τον καιρό του πολέμου.
Οι εθνικές έριδες ως εργαλείο του ιμπεριαλισμού
Μήπως όμως το ΚΚΕ κλείνει τα μάτια μπροστά σε υπαρκτά προβλήματα εθνικής καταπίεσης, π.χ. ενάντια στον ρωσικής καταγωγής πληθυσμό της Ουκρανίας μετά το 2014; Είναι αναμφισβήτητο ότι και σήμερα μπορεί να εμφανιστούν εθνικές έριδες, διχόνοιες και συγκρούσεις. Προκύπτουν όμως επειδή «η αστική τάξη (...) ξεκινώντας από ιδιοτελείς σκοπούς υποδαυλίζει την ιδεολογία των εθνικών κινημάτων και προσπαθεί να τη μεταφέρει στην εποχή του ιμπεριαλισμού, δηλαδή σε μια εντελώς διαφορετική εποχή»9.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα στην Ουκρανία η αξιοποίηση και αδρή χρηματοδότηση των εθνικιστικών, φασιστικών συμμοριών μετά το πραξικόπημα του 2014, προκειμένου να δοθεί ένα προκάλυμμα εθνικής αντιπαράθεσης στην επιλογή σημαντικών τμημάτων του ουκρανικού κεφαλαίου να αναδιατάξουν τις συμμαχίες τους προς τον ευρωατλαντικό άξονα. Αντίστροφα, η προσπάθεια του ρωσικού κεφαλαίου, στο έδαφος της εγκληματικής επίθεσης που δέχεται για 8 χρόνια ο πληθυσμός του Ντονμπάς, να χρησιμοποιήσει το «χαρτί» της υπεράσπισης των εθνοτήτων για να ενισχύσει την οικονομική και γεωστρατηγική θέση του στην περιοχή.
Στο στόχαστρο των πολιτικών αυτών της αστικής τάξης βρίσκονται, από τη μία και από την άλλη πλευρά της γραμμής αντιπαράθεσης, η εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα, που σπρώχνονται να προτάξουν στην πρώτη γραμμή το διαφορετικό «εθνικό» συμφέρον, αφήνοντας στην άκρη το κοινό ταξικό συμφέρον και τη λαμπρή παράδοση της από κοινού οικοδόμησης του σοσιαλισμού στο ενιαίο κράτος της χώρας των Σοβιέτ.
Η ανάδειξη του χαρακτήρα και των αιτιών του ιμπεριαλιστικού πολέμου και η διεθνιστική αλληλεγγύη προς τους λαούς και από τις δύο πλευρές του μετώπου αποτελούν στοιχειώδη καθήκοντα για ένα Κομμουνιστικό Κόμμα. Βασική όμως αιχμή της πάλης του αποτελεί και η αντιπαράθεση με την πολιτική της «δικής του» αστικής τάξης, για άμεση ή έμμεση συμμετοχή στις εχθροπραξίες. Γι' αυτό και το ΚΚΕ από την πρώτη στιγμή του πολέμου απαίτησε να σταματήσει η εμπλοκή της Ελλάδας «με οποιονδήποτε τρόπο και οποιοδήποτε πρόσχημα» και καταδίκασε την αποστολή στρατιωτικού υλικού στην Ουκρανία. Αναδεικνύει τις εγκληματικές ευθύνες όλων των μέχρι σήμερα κυβερνήσεων (ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ, ΚΙΝΑΛ), που έχουν μετατρέψει τη χώρα σε απέραντη βάση και προκεχωρημένο ορμητήριο του ΝΑΤΟ, μαγνήτη στρατιωτικών πληγμάτων σε έναν ευρύτερο πόλεμο.
ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ:
1. Δες
το έργο του Λένιν «Ο οπορτουνισμός και η χρεοκοπία της ΙΙ
Διεθνούς», «Απαντα», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», τόμος 27, σελ. 100 - 116.
2.
Αντάντ (ή «Τριπλή Συνεννόηση») ήταν η συμμαχία
Βρετανίας - Γαλλίας - Ρωσίας, που αποτέλεσε τον έναν ιμπεριαλιστικό πόλο στον
Α' Παγκόσμιο Πόλεμο.
3. Β.
Ι. Λένιν, «Σοσιαλισμός και πόλεμος», «Απαντα», εκδ.
«Σύγχρονη Εποχή», τόμος 26, σελ. 323.
4. Ι.
Β. Στάλιν, «Τελικός λόγος πάνω στην εισήγηση για τους
εθνικούς παράγοντες στην ανοικοδόμηση του Κόμματος και του κράτους», «Απαντα
Στάλιν», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», τόμος 5, σελ. 301.
5. Β.
Ι. Λένιν, «Για το δικαίωμα αυτοδιάθεσης των εθνών»,
«Απαντα», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», τόμος 25, σελ. 301.
6. Β.
Ι. Λένιν, «Σοφίσματα σοσιαλσωβινιστών», «Απαντα», εκδ.
«Σύγχρονη Εποχή», τόμος 26, σελ. 185.
7. Β.
Ι. Λένιν, «Σοσιαλισμός και πόλεμος», «Απαντα», εκδ.
«Σύγχρονη Εποχή», τόμος 26, σελ. 327
8. Β.
Ι. Λένιν, «Σοφίσματα σοσιαλσωβινιστών», ό.π., σελ. 184.
9. Β.
Ι. Λένιν, «Κάτω από ξένη σημαία», «Απαντα», εκδ.
«Σύγχρονη Εποχή», τόμος 26, σελ. 138.
*Ο Β. Οψιμος είναι μέλος του Τμήματος Οικονομίας της ΚΕ του ΚΚΕ
ΠΗΓΗ:
https://www.rizospastis.gr/story.do?id=11625094
Ρωγμή στην ενημέρωση
Δεν υπάρχουν σχόλια