Η Ανάγκη μιας νέας μεταρρύθμισης στους ΟΤΑ
Τα τελευταία χρόνια εκτός από την οικονομική κρίση, η χώρα μας ήρθε αντιμέτωπη με την υγειονομική και πολύ πρόσφατα με την ενεργειακή κρίση λόγω του πολέμου στην Ουκρανία.
Αυτές οι πρωτοφανείς κρίσεις ανέδειξαν σοβαρά ζητήματα
δυσλειτουργίας στον πυρήνα του κρατικού μηχανισμού και την αδυναμία λήψης
μέτρων για την αντιμετώπισή τους. Αυτό είχε ως συνέπεια να επηρεαστούν αρνητικά
οι πρωτοβάθμιοι και δευτεροβάθμιοι ΟΤΑ.
Αρκετοί θα ισχυριστούν ότι σε τέτοιες δύσκολες περιστάσεις
δεν έχεις την πλήρη γνώση ή την εμπειρία παρόμοιων καταστάσεων για να
αντιμετωπίσεις ορθά και οργανωμένα τέτοιου είδους πρωτόγνωρα φαινόμενα. Παρόλα
αυτά σε άλλες χώρες της Ευρώπης ο κρατικός μηχανισμός έδειξε σωστά
αντανακλαστικά καθώς οι δομές λειτουργίας του κράτους σε κεντρικό και τοπικό
επίπεδο ανταποκρίθηκαν θετικά.
Για να πάρουμε τα πράγματα από την αρχή.
Στο δημόσιο διάλογο
έχει τεθεί εδώ και καιρό από μεγάλη μερίδα πανεπιστημιακών, νομικών, κρατικών
αξιωματούχων, αιρετών αλλά και ανθρώπων που ασχολούνται ενεργά με την Τοπική
Αυτοδιοίκηση ότι είναι αναγκαίο να καταστεί η πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια
Τοπική Αυτοδιοίκηση γνήσιος θεσμικός εκφραστής ενός νέου Κράτους κοινωνικής
αλληλεγγύης και συνοχής, αλλά και βασικός πυλώνας μιας νέας παραγωγικής και
αναπτυξιακής πορείας της χώρας.
Και ενώ θα έπρεπε, μετά από τόσα χρόνια βαθύτατης
οικονομικής, κοινωνικής και πολιτικής κρίσης, οι κυβερνήσεις να έχουν
υιοθετήσει προτάσεις επιστημόνων ή της ΚΕΔΕ και της ΕΝΠΕ (που κατ’ επανάληψη
έχουν καταθέσει συγκεκριμένες προτάσεις) ώστε με αποφασιστικότητα και ταχύτητα
να έχουν επιλύσει τα προβλήματα που εμποδίζουν την Αυτοδιοίκηση να ανταποκριθεί
στο καθολικό αίτημα για Ανάπτυξη και Κοινωνική Συνοχή, το μόνο που κάνουν είναι
να αλλάζουν τον εκλογικό νόμο για τους Δήμους και τις Περιφέρειες, παρουσιάζοντας
την συγκεκριμένη αλλαγή ως μεταρρύθμιση.
Να θυμίσουμε σε αυτό το σημείο ότι τις μεγάλες
μεταρρυθμίσεις στο χώρο της Τοπικής αυτοδιοίκησης τις εμπνεύστηκε και τις
υλοποίησε το ΠΑΣΟΚ. Η πρώτη μεγάλη μεταρρύθμιση ήταν το πρόγραμμα «Καποδίστριας»
με τον νόμο 2539/1997 και η δεύτερη ήταν ο «Καλλικράτης» με το ν.
3852/2010. Σε αυτούς τους νόμους υπήρχε μια σειρά άρθρων που εκτός από τη
διαμόρφωση των διοικητικών ορίων αποσαφήνιζαν αναλυτικά το ρόλο και τη
λειτουργία των πρωτοβάθμιων και δευτεροβάθμιων ΟΤΑ. Μάλιστα μέσα στις
συγκεκριμένες μεταρρυθμίσεις υπήρχαν και υποστηρικτικά προγράμματα όπως το
Ειδικό Πρόγραμμα Τοπικής Αυτοδιοίκησης (ΕΠΤΑ) για τον «Καποδίστρια» αναφορικά
με την ενίσχυση της αυτοδιοίκησης με οικονομικούς και ανθρώπινους πόρους κ.α.
Ακολούθως στον «Καλλικράτη» είχαμε το πρόγραμμα «ΕΛΛ.Α.Δ.Α.» το οποίο
υποστήριζε τις νομοθετικές ρυθμίσεις της μεταρρύθμισης.
Εντούτοις, λόγω της οικονομικής κρίσης το πρόγραμμα
«ΕΛΛ.Α.Δ.Α.» δεν κατάφερε να ανταποκριθεί στο σκοπό του. Στην πράξη, ο νομοθέτης
προχώρησε στην αναδιοργάνωση της τοπικής αυτοδιοίκησης μέσα από την δημιουργία
ισχυρών, βιώσιμων και αποτελεσματικών Δήμων και Περιφερειών, που θα παρείχαν
ποιοτικές υπηρεσίες στους πολίτες των τοπικών κοινωνιών, με βάση την αρχή της
εγγύτητας και της επικουρικότητας. Λόγω όμως της δημοσιονομικής κατάστασης της
χώρας δεν προωθήθηκε από το κεντρικό κράτος η αποκέντρωση αρμοδιοτήτων και η
ενίσχυση των ΟΤΑ με πόρους. Αυτό δημιούργησε τεράστιες αδυναμίες στην
οργανωτική και λειτουργική αποτελεσματικότητα της Τοπικής Αυτοδιοίκησης.
Για τους λόγους αυτούς θεωρήθηκε αναγκαίο να περάσουμε σε
ένα σύγχρονο, ορθολογικό και αποτελεσματικό κράτος με πολυεπίπεδη διακυβέρνηση
στη βάση ενός μοντέλου λειτουργικής μεταρρύθμισης και στη θεσμοθέτηση του
μηχανισμού εφαρμογής της με τη διαρκή αξιολόγηση και την μεταφορά λειτουργιών
και αρμοδιοτήτων στα επιμέρους επίπεδα διοίκησης (βλ. Πόρισμα Κοντιάδη).
Σήμερα παρατηρούμε ότι το θέμα της αποσαφήνισης των
αρμοδιοτήτων μεταξύ κεντρικού κράτους και αυτοδιοίκησης βρίσκεται στην προμετωπίδα
της δημόσιας συζήτησης καθώς οι δασικές πυρκαγιές, οι χιονοπτώσεις, οι
πλημμύρες και ένα σωρό άλλα προβλήματα που αντιμετωπίζει η χώρα μας από την
κλιματική αλλαγή έχουν προκαλέσει κατ’ επανάληψη σημαντικές καταστροφές. Το
παράδοξο στη χώρα μας είναι ότι κανείς δεν αναλαμβάνει την ευθύνη για το
μέγεθος των καταστροφών είτε στο φυσικό περιβάλλον και στο ζωικό βασίλειο είτε
σε περιουσίες χιλιάδων ανθρώπων. Oι περισσότεροι αιρετοί πρώτου και
δεύτερου βαθμού ισχυρίζονται ότι αυτό ότι δεν είναι δικιά τους αρμοδιότητα αλλά
του κεντρικού κράτους. Αυτό καταδεικνύει τις σοβαρές παθογένειες του κρατικού
μηχανισμού να ανταποκριθεί σε καίρια προβλήματα που θέτουν σε κίνδυνο την ίδια
τη ζωή των πολιτών.
Γι’ αυτό το λόγο πρέπει να δημιουργηθεί άμεσα το νομοθετικό
πλαίσιο για την αποσαφήνιση αρμοδιοτήτων με την ταυτόχρονη οικονομική ενίσχυσή
τους από το κεντρικό κράτος καθώς θα αποτελέσει μεγάλη ανακούφιση των φορέων
που εμπλέκονται ανά δράση ώστε να υπάρξει σωστός σχεδιασμός για τη λήψη
συντονισμένων μέτρων και δράσεων και να μην ζούμε κάθε χρόνο παρόμοια
φαινόμενα.
Σύμφωνα με τα παραπάνω αναδεικνύεται η ανάγκη συζήτησης,
επεξεργασίας και εφαρμογής μιας νέας μεταρρύθμισης στην Τοπική Αυτοδιοίκηση για
την αναβάθμιση και εύρυθμη λειτουργία πρωτοβάθμιων και δευτεροβάθμιων ΟΤΑ. Στην
ουσία ένα νέο σύστημα διοικητικής οργάνωσης της χώρας με την εγκαθίδρυση μιας
νέας σχέσης Κεντρικής Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης και την θέσπιση της
Πολυεπίπεδης Διακυβέρνησης για τον αποτελεσματικό σχεδιασμό και την εφαρμογή των
δημόσιων πολιτικών.
* Γιάννης Μουρούτσος Υποψήφιος
Διδάκτωρ Πολιτικής Επιστήμης
Ερευνητής στον τομέα της Τοπικής Αυτοδιοίκησης
ΠΗΓΗ: airetos.gr
Οι απόψεις που αναφέρονται στο άρθρο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση της Ρωγμή στην ενημέρωση.
Ρωγμή στην ενημέρωση
Δεν υπάρχουν σχόλια