Αποχαιρετισμός στην υπερασπίστρια των κυνηγημένων Κατερίνα Ιατροπούλου
Οι διαμεσολαβητές της εξέγερσης έξω από τις φυλακές Κορυδαλλού: Κατερίνα Ιατροπούλου, Αντωνης Μανιτάκης, Χριστόφορος Αργυρόπουλος
της Αντα Ψαρρά
Η δικηγόρος Κατερίνα Ιατροπούλου, που έφυγε από τη ζωή τούτες τις μέρες, στάθηκε με πάθος δίπλα στους «αθλίους» του σωφρονιστικού συστήματος, πάλεψε σθεναρά επί δεκαετίες για τον εξανθρωπισμό των ελληνικών φυλακών και συνέβαλε καθοριστικά στη δικαιότερη ποινική μεταχείριση των κρατουμένων.
Πολλοί νεότεροι δεν είχαν την τύχη να γνωρίσουν ποτέ τη μικροκαμωμένη, ευγενική, λιγομίλητη, επίμονη, άφοβη και κάπως απότομη συνήγορο της Μεταπολίτευσης, που όχι μόνο υπερασπίστηκε με πάθος τους κάθε λογής αδικημένους και παραπεταμένους του συστήματος αλλά συνέβαλε καθοριστικά -μαζί με ορισμένους άξιους δικηγόρους που πάλεψαν και παλεύουν ακόμα- για ένα δικαιότερο ποινικό σύστημα απονομής δικαιοσύνης και για τον εξανθρωπισμό των φυλακών της χώρας.
Η Κατερίνα Ιατροπούλου δεν αρνήθηκε ποτέ να υπερασπιστεί κάθε αναρχικό που σύρθηκε με βαριές κατηγορίες στις φυλακές με βασική αιτία την ιδεολογία του, τους συνήθεις υπόπτους και τους συνήθεις τρομοκράτες. Πάλεψε δίπλα σε δεκάδες απεργούς πείνας (γυναίκες και άνδρες) που άγγιξαν τον θάνατο και σημαδεύτηκαν για πάντα.
Η Ιατροπούλου παράλληλα έχαιρε μεγάλης αναγνώρισης και σεβασμού από τον νομικό κόσμο, από τις έδρες των δικαστηρίων, που δεν τη διέκοπταν όταν αγόρευε, από τους σωφρονιστικούς υπαλλήλους και φυσικά από το σύνολο των κρατουμένων σε όλες τις δεκαετίες που η ίδια δικηγορούσε. Ηταν εκείνη που φώναζε στην Αριστερά της Μεταπολίτευσης να σκύψει επιτέλους στα προβλήματα των «καταραμένων»: εξαρτημένοι, πόρνες, ψυχικά ασθενείς, κακοποιημένοι λόγω σεξουαλικών προτιμήσεων, μετανάστες κ.ά. Ηταν εκείνη που έσκυβε, που άκουγε και που τελικά υπερασπιζόταν ακόμα και χωρίς αμοιβή «τέτοιους» ανθρώπους.
Κινδύνεψε να καταδικαστεί η ίδια με πλαστά στοιχεία, μόνο και μόνο επειδή υπερασπίστηκε ισοβίτες που καταδικάστηκαν την περίοδο της χούντας από ανελέητους δικαστές με κλειστά αυτιά και μάτια. Ο Γιάννης Πετρόπουλος ήταν ένας από αυτούς τους εμβληματικούς ισοβίτες που διέπραξε σε νεαρή ηλικία το αδίκημα της ανθρωποκτονίας, αμυνόμενος εναντίον του βασανιστή συντρόφου της μητέρας του.
Στο κίνημα που ξεσηκώθηκε μετά τη σύλληψη της Ιατροπούλου που τον υπερασπιζόταν, χωρέσαμε όλοι. Και ήταν αυτό το κίνημα που εμπόδισε το βαθύ κράτος να προχωρήσει τη σκευωρία εναντίον της για κατοχή ναρκωτικών που τάχα βρήκε κάποιος αστυνομικός σπίτι της. Προηγήθηκε βέβαια η συνεχής παρενόχλησή της από τις διωκτικές αρχές και εξαιτίας του γάμου της με τον Ρολφ Πόλε το 1984, όταν ο ανθρωπιστής δικηγόρος της RAF επέστρεψε για να ζήσει οριστικά στην Ελλάδα μετά την έκτιση της ποινής του στα λευκά κελιά της Γερμανίας. Η ίδια αφηγήθηκε με τον δικό της μοναδικό τρόπο τρόπο τη ζωή της στη LiFO και στον Θοδωρή Αντωνόπουλο το 2013 και ίσως αυτή ήταν και η τελευταία από τις σπάνιες φορές που μίλησε για τον εαυτό της.
Αλικαρνασσός 1990, εξέγερση φυλακισμένων
Αξίζει να δούμε πώς η ίδια επέδρασε με τον δικό της τρόπο στη βελτίωση του απάνθρωπου σωφρονιστικού συστήματος (όπως αποτυπώθηκε αρχικά στο περιοδικό «Της φυλακής» που εκδόθηκε μετά τη Μεταπολίτευση). Ολα τα παραπάνω τα πλήρωσε με κόστος στην προσωπική της ζωή αλλά και με την εκδικητικότητα των διωκτικών μηχανισμών. Βγήκε νικήτρια από όλα, αλλά δυστυχώς όχι από τον αγώνα ενάντια στην αρρώστια της.
Μετά τη σύνταξή της αποσύρθηκε στο σπίτι της στα Εξάρχεια και σχεδόν απομονώθηκε συντροφιά με τις αγαπημένες της γάτες. Ομως ακόμα και αυτή την αγάπη της την πλήρωσε σκληρά με φόλες, μηνύσεις «ευυπόληπτων» γειτόνων και των Αρχών, που δεν την άφησαν ποτέ ανενόχλητη.
Είναι πολύτιμο για μας το γεγονός ότι μας τίμησε με τη φιλία και την εμπιστοσύνη της, αν και δεν ανήκαμε στον αγαπημένο δικό της χώρο που αναμφισβήτητα ήταν το πιο ανυπότακτο κομμάτι της πλατείας Εξαρχείων, όπως ήταν και εκείνοι που δεν μπορούσαν να δουν το φως του ήλιου μέσα από τα σίδερα.
● Τη γνωρίσαμε όταν στο αριστερό περιοδικό «Σχολιαστής» αναζητούσαμε στοιχεία για την κατάσταση των φυλακών (ήδη είχαν ξεκινήσει προ πολλού οι καταδίκες της χώρας), για το ποινικό σύστημα που ακόμα τότε προέκρινε τη θανατική ποινή και έναν σωφρονισμό που δεν ήταν τίποτε άλλο παρά συνεχή βασανιστήρια, απομόνωση και βαριές χωρίς τέλος ποινές (η θανατική ποινή στην Ελλάδα καταργήθηκε τον Δεκέμβριο του 1993 από την κυβέρνηση Ανδρέα Παπανδρέου).
● Το 1990-1991 οι αυθόρμητες μεγάλες εξεγέρσεις στις φυλακές της χώρας (με κορυφαία εκείνη της Αλικαρνασσού που κράτησε σχεδόν έναν μήνα) οδήγησαν σε μια σειρά βελτιωτικών αλλαγών του σκληρού ποινικού συστήματος. Στις 15.12.1991 ο νεοσύστατος τότε «Ιός της Ελευθεροτυπίας» με τίτλο «Βαρυποινίτες: αν βγω απ’ αυτή τη φυλακή» είχε ρεπορτάζ για το αν πράγματι άλλαξε και τι άλλαξε μετά την εξέγερση.
Αφορμή, οι απανωτές αποφάσεις δικαστηρίων που έκριναν αντισυνταγματικό τον Ν. 1941/91, που έδινε δυνατότητα σε ορισμένους ισοβίτες να δικαστούν σε δεύτερο βαθμό, όπως ήδη αυτό συνέβαινε για όλους μετά το ’80. Οι εξεγερμένοι του ’90 κατέβηκαν από τις ταράτσες των φυλακών μόνο όταν είδαν σε φαξ του υπουργείου Δικαιοσύνης τους όρους της συμφωνίας που πέτυχαν. Διαμεσολαβητές μεταξύ υπουργείου και εξεγερμένων ήταν η Κατερίνα Ιατροπούλου, ο Αντώνης Μανιτάκης και ο Χριστόφορος Αργυρόπουλος.
Η συμφωνία προέβλεπε: μείωση χρονικού ορίου για την απόλυση στα 3/5 της ποινής, 16 (20 πλασματικά με τα μεροκάματα) χρόνια για όλους τους ισοβίτες, τροποποίηση των προϋποθέσεων για την υπό όρους απόλυση, απόλυση ισοβιτών που καταδικάστηκαν πριν από το 1980 μετά από 15 πραγματικά χρόνια έκτισης ποινής κ.λπ. Από τις υποσχέσεις, όμως, μόνο δύο είχαν κρατηθεί και μάλιστα οι λιγότερο επώδυνες για το σύστημα. Κι όμως, η γραπτή υπόσχεση έλεγε ότι «η απόλυση υπό όρο θα χορηγείται ΟΠΩΣΔΗΠΟΤΕ, εκτός αν κριθεί με ειδική αιτιολογία ότι η διαγωγή του καταδίκου κατά την έκτιση της ποινής του σε συνδυασμό με την προηγούμενη εγκληματική συμπεριφορά του καθιστά αναγκαία τη συνέχιση της κράτησης λόγω επικινδυνότητας».
«Αυτό σημαίνει ότι το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών που εξετάζει μια αίτηση αποφυλάκισης θα έκρινε με τη βαρύτητα του αδικήματος και προφανώς δεν θα έβγαζε έξω τον Χ. Παπαδόπουλο της Εταιρείας Δολοφόνων ούτε τον Κυριάκο Παπαχρόνη, προσμετρώντας τους κινδύνους υποτροπής.
Απεναντίας, θα ήταν δυνατό να αποφυλακιστεί ο κύριος όγκος των ισοβιτών που απαρτίζεται από περιστασιακούς κατά βάση εγκληματίες», παρατηρούσε η Ιατροπούλου, επισημαίνοντας ότι στη συμφωνία που τελικά δεν τηρήθηκε ήταν δεσμευτική η απόρριψη μόνο στην περίπτωση που ο κατάδικος είχε διαπράξει κακουργήματα και όχι απλά πειθαρχικά παραπτώματα μέσα στη φυλακή. Δεν τηρήθηκε ούτε η συμφωνία για δεύτερη ευκαιρία στους ισοβίτες με το πρόσχημα ότι έτσι θα μπορούσαν να βγουν έξω οι δικτάτορες.
«Το κλίμα σήμερα μέσα στις φυλακές είναι δραματικό. Κυριαρχούν η απογοήτευση και η πρέζα. Εχουν φτιαχτεί μηχανισμοί “ανήκεστου” πραγματικά χρηματιστήρια. Αυτοί που πέρυσι κράτησαν εχθρική στάση απέναντι στην εξέγερση είτε έχουν βγει έξω με “ανήκεστο” είτε κάθονται μέσα και πλουτίζουν πουλώντας πρέζα. Μέχρι την απομάκρυνση του Αθ. Κανελλόπουλου από το υπουργείο Δικαιοσύνης περιμέναμε την ψήφιση των σχετικών νομοσχεδίων. Με την αλλαγή υπουργού έφυγε όλο το επιστημονικό επιτελείο κι όλα λειτουργούν πάλι όπως παλιά.
Ολες οι μεταρρυθμίσεις πάγωσαν, στις διευθυντικές θέσεις προωθήθηκε ό,τι σκληρότερο υπάρχει. Χωρίς αμφιβολία η αθέτηση των υποσχέσεων που έχουν δοθεί σε ελεύθερους ανθρώπους είναι κάτι βαρύ. Οταν όμως υπόσχονται και ύστερα αθετούν τις υποσχέσεις τους σε ισοβίτες και γενικά σε φυλακισμένους ανθρώπους, τότε πρόκειται πια για βαρβαρότητα». Αυτά ήταν τα λόγια της Ιατροπούλου τότε, σήμερα πιο επίκαιρα από ποτέ... Κι όμως, ήδη από το 1976 η επιτροπή υπουργών του Συμβουλίου της Ευρώπης συνιστούσε στα κράτη-μέλη να χορηγούν υφ’ όρον απόλυση σε ισοβίτες που έχουν εκτίσει ποινές 8 με 14 έτη. Εκτός από την Κ. Ιατροπούλου και τους προοδευτικούς ποινικολόγους, ο ίδιος ο υπουργός Αθ. Κανελλόπουλος είχε ζητήσει τότε την εναρμόνιση με τις σύγχρονες ευρωπαϊκές νομοθεσίες που κατανοούσαν ότι πρέπει να καταργηθεί η ποινή των ισοβίων και να είναι χρονικά περιορισμένες οι ποινές.
Ο Νικόλας Ασιμος σε συναυλία για την απελευθέρωση της Κατερίνας Ιατροπούλου, που είχε συλληφθεί για υπόθαλψη εγκληματία το 1985
● Σε επόμενο δημοσίευμα του «Ιού» (24.12.1994) με θέμα τα κυκλώματα των φυλακών η Κατερίνα παρατηρούσε και πάλι εντελώς προφητικά: «Είθισται οι καταγγελίες και οι “έρευνες” για τα κυκλώματα των φυλακών να καταλήγουν σε σκλήρυνση των όρων διαβίωσης μέσα σε αυτές και σε περιστολή των δικαιωμάτων των κρατουμένων. Ηδη τα πρώτα μηνύματα επιβεβαιώνουν τους φόβους μας, αφού σαν πρώτο μέτρο και σε συνδυασμό με τις ρατσιστικές δηλώσεις Εβερτ αποφασίστηκε ο αντισυνταγματικός και παράνομος διαχωρισμός των κρατουμένων κατά εθνικότητες».
Είναι τα περίφημα γκέτο που μέχρι σήμερα επιβάλλονται στις φυλακές, με όλα τα ολέθρια αποτελέσματα που κατά καιρούς βλέπουμε στις άγριες συμπλοκές. «Η επέμβαση σε χώρους ευαίσθητους όπως η φυλακή είναι δύσκολη και προϋποθέτει τη γνώση των προβλημάτων και την ιεράρχηση των μέτρων [...] Απαιτούνται νέες ρυθμίσεις, που θα διευκολύνουν την αποσυμφόρηση των φυλακών και που πρέπει να αναφέρονται πραγματικά σε όλες τις κατηγορίες των κρατουμένων. Ετσι θα μπορέσουμε να μιλήσουμε για το ανθρώπινο πρόσωπο στις φυλακές» συμπλήρωνε η Ιατροπούλου.
● «Η απεργία πείνας δεν είναι τουλάχιστον πειθαρχικό παράπτωμα, όπως προέβλεπε ο παλιός Σωφρονιστικός Κώδικας» παρατηρούσε στις 14.1.1996 η Ιατροπούλου, που είχε παρακολουθήσει από πολύ κοντά όλες τις αβέβαιες προόδους στις ελληνικές φυλακές και τις συνεχείς οπισθοδρομήσεις.
«Πρώτος ο Ν. 1851/89 (“Κώδικας βασικών κανόνων για τη μεταχείριση των κρατουμένων”) και ειδικά το άρθρο 34 προέβλεπε το δικαίωμα της απεργίας πείνας. Μέχρι τότε έχουμε ζήσει πραγματικές φρικαλεότητες, όπως η υποχρεωτική σίτιση του Κυρίτση με λάστιχο από πίσω στις φυλακές της Κέρκυρας. Τότε κατέτασσαν τους απεργούς πείνας αυτομάτως στους ψυχασθενείς και τους μετέφεραν στο ψυχιατρείο κρατουμένων.
»Ο Σκανδάλης και ο Κυρίτσης που αποπειράθηκαν πολλές απεργίες, διεκδικώντας ανθρώπινες συνθήκες διαβίωσης στις φυλακές, μεταφέρονταν αμέσως στο ψυχιατρείο. Η αντιμετώπιση άρχισε να αλλάζει πολύ αργά, ύστερα από την ανάπτυξη κινημάτων συμπαράστασης και τη δημοσιοποίηση της φρίκης των συνθηκών κράτησης.
»Η έννοια της απεργίας πείνας πήρε λοιπόν άλλες διαστάσεις και υποχρεώθηκε να τη σεβαστεί και ο νομοθέτης, θεσπίζοντας πλέον ως μόνο όριο την απειλή της ζωής του κρατούμενου. Στα ελληνικά δεδομένα, για πρώτη φορά βρεθήκαμε μπροστά σ’ αυτό το όριο με την απεργία του Καλαρέμα και του Μαρίνου».
● Ηδη από τις 19.7.1992, τα πρώτα χρόνια της ιδιωτικής τηλεόρασης, η Ιατροπούλου είχε επισημάνει τη διαπόμπευση των κατηγορουμένων από τα μέσα ενημέρωσης από τη στιγμή της σύλληψης: «Οσο για την προστασία του κατηγορουμένου, οι νομοθέτες οφείλουν να επιληφθούν και των όσων συμβαίνουν κατά την προδικαστική φάση. Επ’ αυτού δεν συζητεί κανείς.
»Οι δημοσιογραφικές λήψεις, κατά κανόνα κατόπιν υποδείξεως των διωκτικών αρχών, στη φάση της προσαγωγής των υπόπτων ή έξω από το γραφείο του εισαγγελέα δεν έχουν καμιά σχέση με τη δημοσιότητα της δίκης. Και όμως τότε στιγματίζεται η κάθε προσωπικότητα και προκαθορίζεται η έκβαση μιας δίκης.
»Τα κριτήρια, με βάση τα οποία γίνεται η αστυνομικο-δημοσιογραφική αξιολόγηση της δημοσιότητας μιας υπόθεσης, ανταποκρίνονται στις τρέχουσες κοινωνικές προκαταλήψεις. Επομένως, ο χρήστης χασίς γίνεται πρωτοσέλιδο ή ένα καλό βίντεο για τα δελτία των 8.30, όχι όμως π.χ. και ένας... μικροκαταχραστής του δημόσιου χρήματος».
● Στο μυαλό της συνεχώς είχε την αθλιότητα των ελληνικών φυλακών. Στις 3.11.2002: «Για ποιες συνθήκες υγιεινής μιλάμε, όταν ο Κορυδαλλός έχει τριπλάσιους κρατούμενους απ’ όσους μπορεί να αντέξει η υποδομή του; Οι λοιμώδεις ασθένειες και, κυρίως, οι πολύ επικίνδυνες ηπατίτιδες Β και C έχουν πλήξει το σύνολο σχεδόν των κρατουμένων.
»Τα στοιχειώδη της ατομικής καθαριότητας, ακόμα και το χαρτί υγείας, δεν προσφέρονται. Οι φυλακισμένοι πρέπει να τα αγοράζουν από την καντίνα. Αλλά η πλειονότητα είναι πάμπτωχοι άνθρωποι, κυρίως αλλοδαποί, χωρίς συγγενείς, δίχως επισκεπτήρια και υποστήριξη. Η ζωή, το καλοκαίρι ιδίως, γίνεται κόλαση. Τα τσιμεντένια κελιά, με τη μία βούτα για κάθε τέσσερα άτομα, βράζουν και βρομάνε».
Στην απομόνωση της Μπουμπουλίνας
«Λίγοι παλέψαμε τη χούντα. Εγώ εντάχθηκα στο Πατριωτικό Μέτωπο ως δίαυλος επικοινωνίας μεταξύ Ρήγα Φεραίου και κάποιων ακόμα υποτυπωδών αντιστασιακών πυρήνων. Συγκεντρώναμε πληροφορίες και έντυπα, έκανα τη διανομή. Η εν γένει εμφάνισή μου βοηθούσε να περνώ απαρατήρητη, ώσπου τον Ιούνιο του ‘68, δίχως να πολυκαταλάβω πώς, βρίσκομαι δαρμένη στην απομόνωση της Μπουμπουλίνας».
(Από τη συνέντευξή της στη LiFO)
Ο «συνήθης ύποπτος» Γιάννης Σερίφης για την Κατερίνα
«Γινόμαστε φτωχότεροι μετά από τόσες απώλειες αγαπημένων συντρόφων αγωνιστών που έφυγαν από κοντά μας. Σήμερα γινόμαστε ακόμα πιο πολύ με την απώλεια της αγωνίστριας συντρόφου μας Κατερίνας Ιατροπούλου. Η δικηγόρος που υπερασπίστηκε με πάθος το δικαίωμα του κάθε διωκόμενου ανθρώπου να είναι ελεύθερος, που ήταν δίπλα σε κάθε ανυπεράσπιστο, ανήμπορο, περιθωριοποιημένο και κατατρεγμένο πολίτη. Η δικηγόρος μας, η Κατερίνα της αντίστασης, των κοινωνικών απελευθερωτικών ιδεών και αγώνων. Η Ρόζα των κοινωνικών κινημάτων αλληλεγγύης. Η Κατερίνα μας θα είναι πάντα μαζί μας στους αγώνες που συνεχίζονται...».
--
Για την αναδημοσίευση από την efsyn.gr (11/11/2022) - Ρωγμή στην Ενημέρωση
Δεν υπάρχουν σχόλια