6 Γενάρη 1919. Η πρώτη συγκέντρωση του Σοσιαλιστικού Εργατικού Κόμματος Ελλάδας (μετέπειτα ΚΚΕ)
Με τα μάτια της Ασφάλειας
Τα ιδρυτικά μέλη του ΣΕΚΕ (Νοέμβριος 1918).Ήταν σαν σήμερα 6 Γενάρη
του 1919, όταν το Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα Ελλάδος (αργότερα μετονομάστηκε
σε ΚΚΕ) πραγματοποιεί την πρώτη του ανοιχτή συγκέντρωσή του στην Αθήνα, στο
κεντρικότατο τότε θέατρο «Διονύσια» στην πλατεία Συντάγματος.
Ηταν μια εκδήλωση με
τεράστια για την εποχή της επιτυχία κάτι που απασχόλησε όλες τις εφημερίδες που
κυκλοφορούσαν. Σύμφωνα με τα απομνημονεύματα του Αβραάμ Μπεναρόγια,
ηγετικού στελέχους του κόμματος από τη Θεσσαλονίκη, η εκδήλωση στο «Διονύσια»
εντασσόταν στο πλαίσιο μιας ευρύτερης καμπάνιας σε όλη την Ελλάδα σκοπό να
έρθει το ΣΕΚΕ σε επαφή με το ευρύτερο κοινό. Σκοπός του νεοσύστατου κόμματος
ήταν «να διαμορφώση τον αγώνα της εργατικής τάξεως εις αγώνα συνειδητόν
και ενιαίον και να οδηγήση αυτήν εις την φυσικήν και αναγκαίαν αποστολήν της».
Το 1ο Σοσιαλιστικό
Συνέδριο του ΣΕΚΕ που συνήλθε στις 17-23 Νοέμβρη του 1918 στον Πειραιά, ήταν το
πιο σημαντικό ιστορικό γεγονός της εποχής, γιατί μπήκε το θεμέλιο της ανάπτυξης
της συνειδητής ταξικής πάλης για την εκπλήρωση του ιστορικού ρόλου της
εργατικής τάξης. Το ΣΕΚΕ υπήρξε η μήτρα του ΚΚΕ και ήταν ένα κόμμα
επαναστατικό - διεθνιστικό, ενώ είχε ταχθεί από την πρώτη στιγμή. στο πλευρό
της Οχτωβριανής Επανάστασης.
Η πιο εκτενή αναφορά για
την πρώτη δημόσια συγκέντρωση του ΣΕΚΕ, στην οποία υπάρχει πλήθος ιστορικών
στοιχείων, ειδικά από δημοσιεύματα του τύπου, είναι αυτή που έχει κάνει ο
δημοσιογράφος Τάσος Κωστόπουλος στην "ΕφΣυν".
Από το Βαθυ
Κοκκινο http://tsak-giorgis.blogspot.com
«Η μυστική αστυνομία με επικεφαλής τον μοίραρχον κ. Μερεντίτην παρηκολούθει την εορτήν»
Εφ. «Εμπρός», 7/1/1919
Σύμφωνα με τα
απομνημονεύματα του Αβραάμ Μπεναρόγια, ηγετικού στελέχους του κόμματος από τη
Θεσσαλονίκη, η εκδήλωση στο «Διονύσια» εντασσόταν στο πλαίσιο μιας ευρύτερης
καμπάνιας σε όλη την Ελλάδα για «την πρώτην επίσημον εμφάνισιν» του ΣΕΚΕ
στον δημόσιο χώρο και σημείωσε ιδιαίτερη επιτυχία, καθώς «μέγα πλήθος
εργατικού και διανοουμένου κόσμου συνέρρευσε ίνα ακούση διά πρώτην φοράν το
νέον πολιτικόν Ευαγγέλιον της εργατικής τάξεως».
Δεν ήταν δε παρά μόνο
μία ένδειξη της απήχησης του νεοσύστατου ΣΕΚΕ και των σοσιαλιστικών ιδεών στη
συγκεκριμένη ιστορική στιγμή, τη σημαδεμένη από τη διαφαινόμενη επιβίωση και
επέκταση της ρωσικής επανάστασης: «Πανταχόθεν εξεδηλούτο ενθουσιασμός. Το
μέλλον του νέου Κόμματος επρομηνύετο λαμπρόν. Αι εργατικαί μάζαι εστράφησαν
προς αυτό και παρηκολούθησαν την εξέλιξίν του» («Η πρώτη σταδιοδρομία του
ελληνικού προλεταριάτου», Αθήνα 1975, σ.124).
Τα δημοσιογραφικά
ρεπορτάζ των ημερών, αδιακρίτως πολιτικού προσανατολισμού των εφημερίδων που τα
φιλοξένησαν, επιβεβαιώνουν αυτή την εικόνα − όσον αφορά, τουλάχιστον, την επιτυχία της συγκεκριμένης εκδήλωσης.
Για πάνω από 2.000
συγκεντρωμένους κάνουν λόγο οι «Καιροί» και το «Εμπρός», για «χιλιάδας
εργατικού κόσμου» η κυβερνητική «Πατρίς», «υπερπλήρες» είδε το
θέατρο και η άκρως αντιβενιζελική «Πολιτεία» του μετέπειτα μεταξικού υφυπουργού
προπαγάνδας Θεολόγου Νικολούδη.
Εξίσου ομόθυμα ήταν τα
φύλλα της 7ης Ιανουαρίου όσον αφορά τον ενθουσιασμό του ακροατηρίου, η
συμπεριφορά του οποίου κινούνταν μεταξύ ευμενούς ενδιαφέροντος και πανηγυρικών
εκδηλώσεων ολόψυχης στράτευσης.
Τιμώντας με τον τρόπο
μας αυτή την ξεχασμένη επέτειο, φέρνουμε σήμερα στη δημοσιότητα ένα ιστορικό
ντοκουμέντο από την αντίπερα όχθη: την καταγραφή της παρθενικής εκείνης
εκδήλωσης του εγχώριου κομμουνιστικού κινήματος από τις υπηρεσίες ασφαλείας του
ελληνικού κράτους.
Σε αναλυτική έκθεσή του
που συντάχθηκε αυθημερόν και αντίγραφό της εντοπίστηκε στους φακέλους του
Πολιτικού Γραφείου του Πρωθυπουργού, στα Γενικά Αρχεία του Kράτους (φ. 253), ο
επικεφαλής της «μυστικής αστυνομίας», μοίραρχος Νικόλαος Μερεντίτης,
περιγράφει λεπτομερώς τις αγορεύσεις καθενός από τους επτά ομιλητές, καθώς και
τη δική του κατασταλτική παρέμβαση κατά την έξοδο.
Μία (όχι και τόσο) μυστική αστυνομία
Η ίδια η έννοια της «μυστικής αστυνομίας» σηκώνει, βέβαια, πολλή συζήτηση.«. Στην πραγματικότητα επρόκειτο για την επίσημη υπηρεσία κρατικής ασφάλειας της εποχής, όπως διαπιστώνουμε από το γεγονός ότι τόσο η παρουσία του μοιράρχου Μερεντίτη στη συγκέντρωση του ΣΕΚΕ όσο και η ακριβής ιδιότητά του μνημονεύονται ρητά (ως αυτονόητο, μάλιστα, γεγονός) στις εφημερίδες της επομένης. Το ίδιο και η ενέργειά του, να προχωρήσει στη σύλληψη ενός επώνυμου μέλους του ακροατηρίου κατά την αποχώρησή του από την αίθουσα, επειδή «ηκούσθη εκφραζόμενος ανευλαβώς κατά του κ. Προέδρου της Κυβερνήσεως»...
Με τον κοφτό υπηρεσιακό
χαρακτήρα τους, και την αναπόφευκτα κακοχωνεμένη εμπέδωση του περιεχομένου των
ομιλιών από τον χωροφύλακα καταγραφέα, οι εκθέσεις του Μερεντίτη αποτυπώνουν
αρκετά ευκρινώς το αντιφατικό μείγμα στρατηγικής αισιοδοξίας και τακτικής
αμηχανίας που χαρακτήριζε το ελληνικό κομμουνιστικό κίνημα στα πρώτα του
βήματα, πριν από τη «μπολσεβικοποίησή» του από τους καθοδηγητικούς μηχανισμούς
της Τρίτης Διεθνούς.
Από τη μια, η πρόσφατη
επικράτηση της επανάστασης στη Ρωσία, την Ουγγαρία και τη Γερμανία, παρά την
πολύ διαφορετική τροπή που πήρε τελικά σε καθεμιά απ’ αυτές τις χώρες
(στρατιωτική συντριβή στην Ουγγαρία, ραγδαία συντηρητικοποίηση στη Γερμανία),
έμοιαζε προς το παρόν μ’ ένα νικηφόρο ντόμινο, προορισμένο να σαρώσει τα παλιά
καθεστώτα της γηραιάς ηπείρου.
Από την άλλη, τα στελέχη
του νεοσύστατου ΣΕΚΕ είχαν πλήρη συνείδηση της δικής τους οργανωτικής και
πολιτικής αδυναμίας να διαδραματίσουν έναν ισάξια ιστορικό ρόλο στο ορατό
μέλλον.
Η αισιοδοξία της
βούλησης και οι ενθουσιώδεις αναφορές στην κοσμοϊστορική διεθνή συγκυρία
συνδυάζονται έτσι στις ομιλίες τους μ’ έναν λόγο επί της ουσίας μετριοπαθή,
ακόμη και καθησυχαστικό προς τα συντηρητικότερα τμήματα του (παρόντος εκεί αλλά
και του εθνικού) ακροατηρίου. Ορισμένες στιγμές δίνουν μάλιστα την εντύπωση πως
η εκ μέρους τους επίκληση του διεθνούς υποδείγματος (και ο συνακόλουθος
τονισμός της ανάγκης η Ελλάδα να μη μείνει πίσω από τις εξελίξεις) απλώς
ακολουθεί ένα μοτίβο έτσι κι αλλιώς καθιερωμένο προ πολλού στη νεοελληνική
πρόσληψη του κόσμου...
Δεν πρέπει, άλλωστε, να
ξεχνάμε πως η όλη παράσταση δίνεται μπροστά στα τεφτέρια της «μυστικής
αστυνομίας», σε συνθήκες κάθε άλλο παρά ευνοϊκές για την πραγματικά ελεύθερη διακίνηση
των ιδεών: ισχύει ακόμη στρατιωτικός νόμος, για τις δημόσιες συναθροίσεις
απαιτείται άδεια του φρουραρχείου και οι εφημερίδες υποβάλλονται σε προληπτική
λογοκρισία.
Οπως γνωρίζουμε από τη
μαρτυρία του Μπεναρόγια (ό.π., σ. 101-109), και επιβεβαιώνουν τα σχετικά
τεκμήρια του πρωθυπουργικού αρχείου, η άτυπη χαλάρωση των θεσμικών αυτών
περιορισμών για τους σοσιαλιστές μόλις είχε συμφωνηθεί ανάμεσα στη μελλοντική
ηγεσία του ΣΕΚΕ και τον Βενιζέλο· ο τελευταίος επιθυμούσε, γαρ, για
διπλωματικούς λόγους την ύπαρξη (και) ελληνικής συνιστώσας του παγκόσμιου
σοσιαλιστικού κινήματος, καθώς αυτό το τελευταίο εξελισσόταν πλέον σε
υπολογίσιμο διεθνή παράγοντα.
Κάθε «στραβοτιμονιά» εκ
μέρους των Ελλήνων σοσιαλιστών, σε σχέση με τις προσδοκίες της εθνικής ηγεσίας,
μπορούσε ωστόσο να οδηγήσει σε άμεσα κατασταλτικά μέτρα.
Ενα ερώτημα, κρίσιμο
πάντα όσον αφορά παρόμοια υπηρεσιακά τεκμήρια, αφορά τον βαθμό πιστότητας της
καταγραφής: σε ποιο βαθμό τα γραφόμενα του μοιράρχου με τη διαμετρικά αντίθετη
κοσμοθεωρία, πνευματική συγκρότηση και πρόσληψη της πραγματικότητας,
αποτυπώνουν με κάποια ακρίβεια όσα όντως ειπώθηκαν στην επίμαχη εκδήλωση;
Ελλείψει των πρωτότυπων
κειμένων, η μόνη δυνατή σύγκριση μπορεί να γίνει με τα ρεπορτάζ των εφημερίδων
της επομένης. Και εδώ, ωστόσο, οι περισσότερες περιγραφές προέρχονται από το
άλλο άκρο του πολιτικού φάσματος, καθώς το θέμα απασχόλησε κυρίως τον
αντιπολιτευόμενο αντιβενιζελικό Τύπο.
Ο κυβερνητικός, αντίθετα
–με μόνη εξαίρεση ένα αρκετά λακωνικό ρεπορτάζ στην «Πατρίδα»– απέφυγε κάθε σχετική
αναφορά.
Ωραίο φύλο και συλλήψεις
Για λόγους προφανείς, το
ενδιαφέρον των περισσότερων εφημερίδων δεν επικεντρώθηκε τόσο στο περιεχόμενο
των ομιλιών όσο στις πικάντικες λεπτομέρειες και την εν γένει ατμόσφαιρα αυτής
της πρωτόγνωρης τελετής.
«Το θέατρον, η αίθουσα
και η σκηνή του οποίου είχον καταλλήλως διαρρυθμισθή χάριν της εορτής, από
ενωρίς ήτο υπερπλήρες κόσμου πάσης τάξεως και αποχρώσεως, ιδίως εργατικού», μας
πληροφορεί π.χ. η «Νέα Ελλάς». «Εννοείται ότι δεν έλλειψε και το ωραίον
φύλον, το οποίον αντεπροσωπεύετο δι’ ευαρίθμων, αλλά λίαν ενθουσιωδών μάλιστα,
αντιπροσώπων. Εις την θύραν του θεάτρου δύο νεάνιδες εκάρφωναν επί του στήθους
των εισερχομένων φιόγκους από ταινίας ερυθράς, σύμβολον του εργατικού αγώνος
και του σοσιαλισμού».
Η «Πολιτεία», πάλι,
διευκρινίζει πως, όχι μόνο «εις την είσοδον του θεάτρου ανεπετάσθη σημαία
ερυθρά», αλλά και «η σκηνή του θεάτρου εφωτίζετο δι’ ερυθρών λαμπτήρων».
Η εκδήλωση άνοιξε,
φυσικά, με τη Διεθνή και στη διάρκειά της διαβάστηκε το ποίημα βιομηχανικού
εργάτη που «παραπονείται διά την κακήν κατάστασιν εις την οποίαν
ευρίσκεται» («Εμπρός»)· σύμφωνα με τους «Καιρούς» η ανάγνωσή του
προκάλεσε «συγκίνησιν», η δε «Πολιτεία» μάς πληροφορεί πως «κατέληγεν
ούτω: “Μονάχα όσοι εργάζονται – πρέπει στη γη να ζούνε”». Ακολούθησε η χορωδία,
με «το άσμα: “Εφθασε η μεγάλη ημέρα – Ζήτω, ζήτω η εργατιά”».
Τόσο η παρουσία γυναικών
όσο και η κυρίως εργατική σύνθεση του κοινού τονίζονται παντού, ενώ δεν λείπουν
και αναλυτικότερες επισημάνσεις: μεταξύ των προσερχομένων, διαβάζουμε, «ήσαν
και αρκετοί στρατιώται, αξιωματικοί ως και εκπρόσωποι του ωραίου φύλου καί
τινες κληρικοί».
Σύμφωνα με το «Εμπρός», «διενεμήθησαν επίσης καρτ–ποστάλ με την εικόνα του Λήμπκνεχτ ως και διάφορα φυλλάδια» – ο ηγέτης των Γερμανών Σπαρτακιστών είχε δολοφονηθεί μαζί με τη Ρόζα Λούξεμπουργκ πριν από λίγες μόλις μέρες, είδηση που είχε γίνει δεκτή με ενθουσιώδη –κι ενίοτε ειρωνικά– σχόλια από κυβερνητικές εφημερίδων όπως το «Εθνος» και η «Εστία».
Η μεταξική «Πολιτεία»
είναι η μόνη που διέσωσε κάποιες ενεργητικότερες παρεμβάσεις του ακροατηρίου,
εστιάζοντας φυσικά στις αντικυβερνητικές αιχμές. Ενώ αγόρευε ο δημοσιογράφος
Καραμούζης, διαβάζουμε, «κάποιος εκ του ακροατηρίου διακόπτων ηρώτησεν:
Είναι και ο Ρέπουλης και ο Μιχαλακόπουλος διανοούμενοι; Και μία άλλη φωνή
απήντησεν: “Οχι, όχι”».
Οταν, πάλι, ο
ηλεκτροτεχνίτης Κόκκινος τόνισε «ότι πλησιάζουν αι ημέραι των εκλογών, ότε οι
αστοί θα προσπαθήσουν να καταπνίξουν τους εργάτας», από το κοινό ακούστηκε μια
φωνή: «Ημείς θα τους διορθώσωμε. Νάρθουν μόνον».
Την τιμητική της είχε,
φυσικά, η σύλληψη κατά την έξοδο του διευθυντή των «Βραδυνών Νέων» Πύρρου
Γιαννόπουλου, παλιού σοσιαλιστή και βασιλόφρονος πλέον αντιβενιζελικού, που τις
επόμενες δεκαετίες θα εξελισσόταν σε μια ακόμη δευτεροκλασάτη φυσιογνωμία του
εγχώριου αντικομμουνισμού.
Ο Πύρρος Γιαννόπουλος-Ηπειρώτης σε χαρακτηριστική πόζα (1913)
Η «Πολιτεία» υποστηρίζει ότι συνελήφθησαν επίσης «τρεις σοσιαλισταί», οι οποίοι όμως κατόπιν «αφέθησαν ελεύθεροι».
Η κυβερνητική «Εστία»
διευκρινίζει από την πλευρά της ότι μαζί με τον Γιαννόπουλο συνελήφθη «και
ο γνωστός εκ της επιστρατευτικής του δράσεως Βαλσαμάκης, διότι παρώτρυνε τους
συγκεντρωθέντας πολίτας εναντίον του... κεφαλαιοκράτου κ. Βενιζέλου!». Πρόκειται
για τον δικηγόρο Επαμεινώνδα Βαλσαμάκη, πάλαι ποτέ υποψήφιο βουλευτή των
Φιλελευθέρων (1915) κι εν συνεχεία ένθερμο βασιλόφρονα, η σύλληψη και δίωξη του
οποίου επιβεβαιώνεται από έγγραφο της Αστυνομικής Διευθύνσεως Αθηνών προς το
πρωθυπουργικό γραφείο (Εν Αθήναις 7/1/1919, αρ. 54, εμπιστευτικόν).
Από την έρευνα στις
εφημερίδες της εποχής στάθηκε, πάντως, αδύνατο να εντοπίσουμε τη δικαστική
εξέλιξη της υπόθεσης.
Από τα ψιλά στην
«αποθέωση»
Σε σύγκριση με τα
ρεπορτάζ του αστικού Τύπου, ενδιαφέρον παρουσιάζει, τέλος, η διαχείριση της
παρθενικής εμφάνισης του ΣΕΚΕ από τον «Ριζοσπάστη» του Γιάννη Πετσόπουλου – που
δεν αποτελούσε ακόμη όργανο του κόμματος αλλά «εφημερίδα δημοκρατικών αρχών»,
από τη διεύθυνση της οποίας μόλις είχε απομακρυνθεί (23/9/1918) ο
σοσιαλεθνικιστής Νίκος Γιαννιός· ως «σοσιαλιστική εφημερίς» θα
αυτοπροσδιοριστεί, πάλι, στην προμετωπίδα του μόνο ύστερα από κάμποσους μήνες
(15/9/1919).
Αντίθετα απ’ ό,τι θα
περίμενε κανείς, η προαναγγελία της εκδήλωσης στο φύλλο της προηγουμένης δεν έγινε
πανηγυρικά αλλά μ’ ένα μικροσκοπικό μονόστηλο, καταχωνιασμένο στη μέση της
δεύτερης σελίδας:
«Η εορτή του
Σοσιαλεργατικού Κόμματος.
Σήμερον 4 μ.μ. θα γίνη
μεγάλη πανηγυρική εορτή της εμφανίσεως του Σοσιαλιστικού Εργατικού Κόμματος της
Ελλάδος εις το θέατρον “Διονύσια”. Εις την εορτήν προσεκλήθησαν αντιπροσωπείαι
όλων των εργατικών οργανώσεων. Της εορτής θα προεδρεύση ο πρόεδρος των
ηλεκτροτεχνιτών Πειραιώς κ. Παπανικολάου, επ’ ευκαιρία της προσχωρήσεως
ολοκλήρου του σωματείου τούτου εις τον σοσιαλισμόν. Κατά το πρόγραμμα, πολλοί
ομιληταί θα αναπτύξουν τον σκοπόν και τας βάσεις της σοσιαλιστικής ιδεολογίας
και ο όμιλος της νεολαίας θα ψάλη τον διεθνή ύμνον. Η είσοδος είνε ελευθέρα εις
πάντα πολίτην».
Η επιτυχία της
συγκέντρωσης τροποποίησε προφανώς τα δεδομένα και την επομένη ο «Ριζοσπάστης»
φιλοξενεί την είδηση μονόστηλη μεν, στην πρώτη όμως σελίδα – αν και σε έκταση
όχι μεγαλύτερη από εκείνη που της αφιέρωσαν τα αστικά φύλλα. Η πιο χτυπητή
διαφορά εντοπίζεται πάντως στον τίτλο του ρεπορτάζ, που κάνει λόγο για
«αποθέωσιν».
Το πλήρες κείμενο:
«Με μεγάλην επιτυχίαν
εωρτάσθη χθες εις τα “Διονύσια” η πανηγυρική εμφάνισις του Σοσιαλιστικού
Εργατικού Κόμματος της Ελλάδος. Το θέατρον είχε καταλλήλως διακοσμηθή με
εικόνας του Μαρξ, του Ζωρές και του Λήμπκνεχτ και εις την είσοδον είχεν
αναρτηθή και εκυμάτιζε μία μεγαλοπρεπής και κατακόκκινη σημαία. Από ενωρίς
ήρχισεν αθρόα η προσέλευσις του κόσμου. Οι εργάται, οι άνθρωποι του λαού,
προσήρχοντο κατά κύματα προς την πλατείαν του Συντάγματος πολύ προ της
ωρισμένης ώρας. Εις την είσοδον δεσποινίδες της σοσιαλιστικής οργανώσεως
διεκόσμουν τα στήθη των παρισταμένων με μικρά κομψά κόκκινα σήματα.
Εις τας 3½ μ.μ.
ολόκληρος η πλατεία και τα θεωρεία των “Διονυσίων” έβριθον πυκνοτάτου
ακροατηρίου.
Την 4ην ακριβώς ήρχισεν
η εορτή. Υπό τα παταγώδη χειροκροτήματα του παρισταμένου πλήθους και τας
ατελευτήτους ζητωκραυγάς και επευφημίας, ο όμιλος νεολαίας του Σοσιαλιστικού
Τμήματος Αθηνών ετραγούδησε τον Διεθνή Σοσιαλιστικόν Υμνον.
Με την άρσιν της αυλαίας
το πολυπληθέστατον ακροατήριον ευρέθη ενώπιον μιας θαυμασίας σκηνοθεσίας. Την
προεδρικήν έδραν της εορτης κατείχεν ο κ. Παπανικολάου, πρόεδρος των
ηλεκτροτεχνιτών, τιμής ένεκεν προς το σωματείον του, το οποίον ολόκληρον
προσεχώρησεν επισήμως εις τον σοσιαλισμόν.
Το βήμα καταλαμβάνει
πρώτος ο γεν. γραμματεύς της Κεντρικής Επιτροπής κ. Ν. Δημητράτος και εξηγεί
δι’ ωραίων λόγων τον σκοπόν του Σοσιαλιστικού Εργατικού Κόμματος της Ελλάδος,
του εκπροσωπούντος την πολιτικήν οργάνωσιν του εργατικού στοιχείου, εκ
παραλλήλου προς την επαγγελματικήν του τοιαύτην.
Ακολούθως ο λόγος
δίδεται εις τον δημοσιογράφον κ. Κ. Καραμούζην, όστις από μέρους της
επιστημονικής Σχολής προς μελέτην και διάδοσιν των αρχών του Σοσιαλισμού,
ομιλεί περί της θέσεως των διανοουμένων εις το εξανθρωπιστικόν κίνημα και δίδει
εξηγήσεις τινάς εξ αφορμής των τελευταίως σχηματισθεισών καταδιώξεων,
χειροκροτούμενος.
Ομιλούν κατόπιν οι
εργάται κ. Κόκκινος, σύμβουλος του σωματείου ηλεκτροτεχνιτών, Θωμάς των
τροχιοδρομικών και Αλεξίου του Συνδικάτου “Πρόοδος” Λεβαδείας, όλοι με πολλήν
σαφήνειαν αναπτύξαντες το πρόγραμμα του Σοσιαλισμού.
Η εμφάνισις του κ.
Μπαναρόγια προυκάλεσεν αληθινήν φρενίτιδα ενθουσιασμού. Ο κ. Μπαναρόγιας
ωμίλησε διά μακρών με θαυμαστήν επιτυχίαν περί της αποστολής της εργατικής
τάξεως και του πολιτικού της κόμματος, προς αποφυγήν της εκμεταλλεύσεως του
λαού υπό της αστικής πολιτικής.
Εις ένα διάλειμμα η
νεολαία τραγουδά το “Ζήτω, ζήτω η εργατιά” και μετά λαμβάνει τον λόγον ο
βουλευτής κ. Σίδερις, χαιρετίζων εν μέσω ακαταπαύστων χειροκροτημάτων και
επευφημιών την ίδρυσιν του Κόμματος και τονίζων την μεγάλην εκπολιτιστικήν
σημασίαν του.
Την εορτήν κλείνει ο
πρόεδρος κ. Παπανικολάου με κατάλληλον λόγον και ο κόσμος αναχωρεί
κατενθουσιασμένος από την επιτυχίαν της ωραίας εορτής».
Δύο μικρά μονόστηλα,
ακριβώς κάτω από το ρεπορτάζ της εκδήλωσης, αποδεικνύονται διαφωτιστικότερα για
το κλίμα των ημερών.
Το πρώτο τιτλοφορείται «Καταγγελία
“κεκαλυμμένη”» και αφορά την προαναγγελία ακόμη μιας δίωξης: «Ο κ.
διευθυντής της αστυνομίας διά μηνύσεώς του καταγγέλλει τον βουλευτήν κ. Σίδεριν
διά το δημοσιευθέν εις τον χθεσινόν “Ριζοσπάστην” άρθρον του, “ως ενθαρρύνων
κεκκαλυμένως (;) την αναρχίαν και τον μπολσεβικισμόν”. Η μήνυσις διεβιβάσθη
προς την αναπληρωματικήν διοίκησιν του α' σώματος στρατού».
Το δεύτερο, με
τίτλο «Παθήματα... μαθήματα» είναι ένα εύγλωττο σχόλιο σχετικά με τα
παραλειπόμενα του επίσημου αγιασμού των υδάτων, την προηγουμένη, στη Δεξαμενή:
«Χθες το Εργατικόν
Κέντρον προσεκλήθη υπό του δημάρχου να λάβη μέρος εις την εορτήν της καταδύσεως
του Σταυρού. Αλλ’ όταν μετέβησαν εις την εκκλησίαν ημποδίσθησαν να εισέλθουν.
Κατόπιν τούτου απεχώρησαν εκ της εορτής και απεφάσισαν να ειδοποιήσουν τον κ.
Δήμαρχον να μη λάβη την τιμήν να τους καλέση πλέον. Το πάθημα ας γίνη μάθημα
και ας διδαχθούν μία για πάντα, ότι τα εργατικά σωματεία δεν έχουν θέσιν μέσα
εις λιτανείας και εις παπαδικάς εορτάς».
Η έκθεση της «μυστικής αστυνομίας»
Φυλακισμένα ηγετικά στελέχη του ΣΕΚΕ το 1921-1922. Πρώτος από αριστερά ο γενικός γραμματέας Ν. Δημητράτος.
Αθήνησι 6 Ιανουαρίου
1919
Αριθ. 80
Η Διοίκησις της Μυστικής
Αστυνομίας
προς
την Αστυνομικήν
Διεύθυνσιν Αθηνών
Ενταύθα
Περί των αγορεύσεων εν
τη σημερινή εμφανίσει του Σοσιαλιστικού κόμματος εν τω θεάτρω «Διονύσια»
Λαμβάνω την τιμήν ν’
αναφέρω ότι κατά την σημερινήν συνεδρίασιν εν τω θεάτρω Διονύσια καθ’ ην
ενεφανίσθη επισήμως το Σοσιαλιστικόν κόμμα ωμίλησαν οι κάτωθι ρήτορες ειπόντες
περίπου τα εξής:
1) Ο
Γραμματεύς του Πανελλαδικού Σοσιαλιστικού κόμματος Ν. Δημητράτος είπε ότι ο
Σοσιαλισμός επιδιώκει την μόρφωσιν του εργάτου, την συνένωσιν αυτού εις κόμμα
προς επιτυχίαν της βελτιώσεως της θέσεως του εργάτου και απονομήν δικαιοσύνης
και ελευθερίας. Επεκαλέσθη την βοήθειαν των διανοουμένων οίτινες είναι εις
θέσιν λόγω της μορφώσεώς των να δώσωσι την πρέπουσαν κατεύθυνσιν εις τον εν
Ελλάδι Σοσιαλισμόν.
2) Ο
δημοσιογράφος Κωνστ. Καραμoύζης είπεν ότι αντιπροσωπεύει τους Σοσιαλιστάς
διανοουμένους και έρχεται να εξηγήση ότι ο Σοσιαλισμός δεν αντιπροσωπεύει τι
φοβερόν, δεν επιδιώκει ανατροπήν του πολιτεύματος και των Νόμων, δεν επιδιώκει
αναρχίαν, αλλά την κατά τους καθεστώτας νόμους και εντός των ορίων αυτών
οργάνωσιν των εργατικών τάξεων, ηθικήν μόρφωσιν αυτών, διανοητικήν ανάπτυξιν,
συνένωσιν και εμφάνισιν εις κόμμα προς διεκδίκησιν των δικαιωμάτων του εργάτου
από του κεφαλαίου.
3) Ο
αντιπρόσωπος των ηλεκτροτεχνητών Κόκκινος, όστις ετόνισεν ότι πρέπει ν’ αφεθή η
ιδέα της επιδιώξεως της ευημερίας του εργάτου διά του επαγγελματικού πολέμου,
διότι ο επαγγελματικός πόλεμος εις ουδέν ωφελεί, εφ’ όσον εξακολουθεί η
διοίκησις του Κράτους υπό Αστυκών Κυβερνήσεων, αίτινες υπεραμυνόμεναι των
Αστυκών τάξεων εξαπατώσι τους εργάτας διά διαφόρων μέσων ως έπραξεν η ήδη
Κυβέρνησις αυξήσασα του ηλεκτρικού ρεύματος την τιμήν ίνα αυξήση τα ημερομίσθια
των ηλεκτροτεχνητών και επιδιωχθή η προαγωγή και η ευημερία του εργάτου διά μόνου
του πολιτικού πολέμου. Πρέπει, είπεν, το παιδίον άμ’ ως γεννάται να μη
καταδικάζηται ένεκεν της πενίας ήτις το μαστίζει εις την πνευματικήν σκοτίαν,
ένεκεν της βιοπάλης εις ην άμα τη γενέσει του τρέπεται κατ’ αντίθεσιν προς τα
τέκνα του πλουσίου, όπερ κλέπτον ούτω τον χρόνον της βιοπάλης του πτωχού
μορφούται και προάγεται.
4) Ο
Πρόεδρος του Συνδικάτου Λεβαδείας «Πρόοδος» Αλεξίου είπεν ότι ουδεμία διαφορά
και διάκρισις πρέπει να γίνη μεταξύ εργάτου και σοσιαλιστού, διότι ο
Σοσιαλισμός ουδέν άλλο επιδιώκει ή την βελτίωσιν της θέσεως του εργάτου και δεν
εκζητεί παρά των αστυκών τάξεων να λάβη το όλον, όπερ άλλως τε δικαιούται ως
επί τοσούτον χρόνον στερούμενος, αλλά ζητεί ελευθερίαν και δικαιοσύνην, ζητεί
να λάβη το μέρος εκείνο, όπερ τω ανήκε και το οποίον έκλεψε και κλέπτει το
κεφάλαιον. Προς επιτυχίαν όμως τούτου απαιτείται όπως το εργατικόν κόμμα
ακολουθήση την Σοσιαλιστικήν κατεύθυνσιν άνευ ουδεμιάς διακρίσεως μεταξύ
εργάτου και σοσιαλιστού.
5) Μετ’
αυτούς έλαβε τον λόγον ο γνωστός Μπεναρόγιας, όστις είπεν ότι κατ’ αυτάς
παρατηρείται ανησυχία εις τας Αστικάς τάξεις κατιδούσας την αφύπνισιν των
εργατών προς επιδίωξιν της διεκδικήσεως των δικαιωμάτων των και προς ματαίωσιν
των εργατικών τούτων ενεργειών επιρρίπτουσι την μομφήν, ότι τα εργατικά
Σωματεία πολιτεύονται. Οφείλω είπεν να δηλώσω ως σοσιαλιστής ότι αποκηρύσσω
πάντα εργάτην όστις πολιτεύεται, διότι τούτο δεν συνάδει προς τον διά του
Σοσιαλισμού επιδιωκόμενον σκοπόν, καθ’ όσον ο Σοσιαλισμός επιδιώκει την
σύμπηξιν ιδίου πολιτικού κόμματος εχθρού πάντων των άλλων κομμάτων, εχθρού ουχί
προσώπων διοικησάντων, διοικούντων ή μελλόντων να διοικήσωσι το Κράτος, αλλ’
εχθρού του κρατούντος συστήματος των Αστικών Κυβερνήσεων.
6) Τέλος
ωμίλησεν ο βουλευτής Θεσσαλονίκης Σίδερις, όστις προσφωνήσας την πρώτην
εμφάνισιν επισήμως του Σοσιαλιστικού κόμματος ήδη αναγεννωμένου εξέφρασε την
λύπην του διά την Ελλάδα υστερήσασαν και των απολιτίστων έτι Κρατών εις την
Σοσιαλιστικήν ιδεολογίαν και ενώ εις την Ρωσίαν, Ουγγαρίαν και Γερμανίαν αι
Σοσιαλιστικαί ιδέαι επεβλήθησαν, εις την Ιταλίαν λόγω της εξελίξεως πρόκειται
να επιβληθώσι, η Ελλάς το πρώτον ήδη σήμερον εμφανίζει την επίσημον ύπαρξιν
Σοσιαλιστικού κόμματος, και πώς εμφανίζει τούτο: με καταδιώξεις και αυστηράς
εποπτείας και παρακολουθήσεις. Και ας φέρουν την ευθύνην, είπεν, απέναντι της
ιστορίας της ανά την Ελλάδα εξελίξεως ταύτης του Σοσιαλισμού αι αστυκαί τάξεις,
αίτινες παρημπόδισαν άχρι τούδε την έμφυτον γένεσιν και πρόοδον αυτού. Ο
πόλεμος όθεν κατά του Σοσιαλισμού δεν έρχεται εκ των κάτω, διότι οι κάτω
πλανώνται, αλλ’ έρχεται εκ των άνω, οίτινες ελησμόνησαν ότι η ευημερία των
Κρατών ήρτηται εκ της ευημερίας των διαφόρων κοινωνικών τάξεων έχοντες
εστραμμένην την προσοχήν εις την προστασίαν μιας κοινωνικής τάξεως.
7) Ο
Πρόεδρος των ηλεκτροτεχνητών Παπανικολάου ητήσατο την χρηματικήν αρωγήν των
σοσιαλιστών επικειμένης αποστολής αντιπροσώπων του εν Λωζάνη Σοσιαλιστικού
Συνεδρίου και ούτω διελύθη η συνεδρίασις.
Κατά την έξοδον ο
δημοσιογράφος Πύρος Γιαννόπουλος ηκούσθη λέγων προς τον συνάδελφόν του Κωνστ.
Καραμούζην, ον και συνεχάρη ομιλήσαντα, ότι το κεφαλαιοκρατικόν κόμμα
αντιπροσωπεύει ο Βενιζέλος, όστις πρέπει να κτυπηθή. Επειδή εκ της ενεργηθείσης
προανακρίσεως απεδείχθησαν ταύτα λεχθέντα παρ’ αυτού προέβην εις την σύλληψίν
του και αποστολήν υμίν μετά της προανακρίσεως.
Ο Μοίραρχος
Διοικητής της Μυστικής
Αστυνομίας
Ν. Μερεντίτης
Η ταυτότητα των ομιλητών
Φυλακισμένα ηγετικά
στελέχη του ΣΕΚΕ το 1921-1922. Πρώτος αριστερά ο Αριστοτέλης Σίδερις και δίπλα
του ο Γ. Παπανικολάου
ΝΙΚΟΣ ΔΗΜΗΤΡΑΤΟΣ (1894-1944).
Δικηγόρος, πρώτος γραμματέας της Κ.Ε. του ΣΕΚΕ (1918-1920) και γενικός
γραμματέας του κόμματος (1920-1922), στέλεχος αρχικά της αριστερής και κατόπιν
της μετριοπαθούς τάσης. Τον Ιούλιο του 1923 διαγράφηκε, με απόφαση της Κ.Ε.,
σαν διαλυτικό στοιχείο που «προσπαθεί να κλονίση την πειθαρχίαν» των μελών προς
τη νέα καθοδήγηση. Συνιδρυτής το 1924 της Εργατικής Σοσιαλιστικής Ενώσεως
(ΕΣΕ), τα επόμενα χρόνια ασχολήθηκε αποκλειστικά με τη δικηγορία στη
Θεσσαλονίκη και το 1930 μετείχε στις ζυμώσεις για την ανασυγκρότηση του
Σοσιαλιστικού Κόμματος. Φέρεται να συνέπλευσε με το καθεστώς της 4ης Αυγούστου
όταν ο αδερφός του, Αριστείδης Δημητράτος, διορίστηκε υπουργός Εργασίας.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΚΑΡΑΜΟΥΖΗΣ (1891-1966).
Δημοσιογράφος, γνωστότερος με το επαγγελματικό του ψευδώνυμο Κώστας Αθάνατος.
Ξεκίνησε την πολιτική του δραστηριότητα ως στέλεχος του «Σοσιαλιστικού Ομίλου
της Ελληνικής Νεολαίας» (1911)· ιδρυτικό μέλος του ΣΕΚΕ, το εγκατέλειψε αρκετά
γρήγορα για ασφαλέστερες επιλογές. Το 1920 εργάστηκε στο Γραφείο Τύπου του ΥΠΕΞ
και το 1922, ως ηγετικό στέλεχος του Συγκροτήματος Λαμπράκη, διαδραμάτισε
κομβικό ρόλο στο κίνημα Πλαστήρα-Γονατά. Το 1930 εξέδωσε την εφημερίδα
«Ελεύθερος Ανθρωπος», μεσοπολεμικό ισοδύναμο του σημερινού «Πρώτου Θέματος».
Αντιπρόσωπος μεταπολεμικά της ΕΣΗΕΑ στη Γενεύη, πέθανε στο Παρίσι.
ΑΒΡΑΑΜ ΜΠΕΝΑΡΟΓΙΑ (1887-1979).
Ιδρυτικό στέλεχος της Φεντερασιόν (1908) και εν συνεχεία του ΣΕΚΕ. Διαγράφηκε
στις αρχές του 1924 σαν «υπονομευτής της υπάρξεως» του ΣΕΚΕ «ως επαναστατικού
κόμματος» και λίγο αργότερα προσχώρησε στην ΕΣΕ. Επιζήσας των χιτλερικών
στρατοπέδων εξόντωσης, εντάχθηκε μεταπολεμικά στο ΣΚΕ-ΕΛΔ των Σβώλου -
Τσιριμώκου και το 1953 κατέφυγε στο Ισραήλ, όπου έζησε μέχρι τον θάνατό του.
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ ΣΙΔΕΡΙΣ (1889-1976).
Βουλευτής Θεσσαλονίκης (1915-1920) εκλεγμένος στο πλαίσιο της σύμπραξης
σοσιαλιστών - αντιβενιζελικών κατά της συμμετοχής της Ελλάδας στον Α' Παγκόσμιο
Πόλεμο, ιδρυτικό μέλος του ΣΕΚΕ. Στέλεχος της συντηρητικής τάσης του κόμματος,
διαγράφηκε το 1923, πρωτοστάτησε στη δημιουργία της ΕΣΕ και, μετά τη διάλυσή
της, συνεργάστηκε με την κεντροαριστερή «Δημοκρατική Ενωση» του Αλέξανδρου
Παπαναστασίου (υποψήφιος βουλευτής το 1926, υφυπουργός Οικονομικών το 1932).
Μεταξύ 1927 και 1960 δίδαξε ως καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας και Δικαίου στη
Γεωπονική Σχολή και την ΑΣΟΕΕ.
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ.
Πρόεδρος του σωματείου ηλεκτροτεχνιτών και εργατών φωταερίου του Πειραιά,
ταμίας του 11μελούς πρώτου προεδρείου της ΓΣΕΕ που εξελέγη στο ιδρυτικό
συνέδριο του 1918.
ΣΤΑΜΑΤΗΣ ΚΟΚΚΙΝΟΣ.
Μηχανικός από τη Μ. Ασία, γεννημένος το 1882, μέλος της διοίκησης του ίδιου
σωματείου και της πρώτης Κ.Ε. του ΣΕΚΕ.
Από τα ρεπορτάζ της
επομένης (εφ. «Καιροί», «Εμπρός», «Πολιτεία», «Πατρίς» και «Ριζοσπάστης»)
πληροφορούμαστε ότι, εκτός από τους παραπάνω, στην εκδήλωση μίλησαν επίσης οι
συνδικαλιστές Θωμάς (των τροχιοδρομικών) και Λαγουδάκης (των ελαιοχρωματιστών),
τους οποίους η έκθεση του μοιράρχου Μερεντίτη απαξιοί να μνημονεύσει.
Ο νοικοκύρης και ο
Αισχύλος
Ο Σπύρος Μελάς σε μεγαλύτερη ηλικία
Κάποια στερεότυπα έχουν
πολύ μεγαλύτερο χρονικό βάθος απ’ ό,τι εκ πρώτης όψεως νομίζουμε. Το
διαπιστώνουμε, για πολλοστή φορά, από το χρονογράφημα που ακολουθεί – το μόνο
που προσπάθησε να απαντήσει άμεσα στην παρθενική δημόσια εμφάνιση του ΣΕΚΕ,
τσιγκλώντας το ένστικτο αυτοσυντήρησης και την προγονολατρία των νοικοκυραίων.
Με τίτλο «Αι ιδέαι των»
δημοσιεύτηκε πρωτοσέλιδα στο «Εμπρός» της 8/1/1919 και υπογράφεται από τον
«Φορτούνιο», κατά κόσμον Σπύρο Μελά (1883-1966).
Μικρή αλλά όχι ασήμαντη
λεπτομέρεια: λίγα χρόνια νωρίτερα, ο Σπύρος Μελάς είχε κι αυτός περάσει από τις
τάξεις του εγχώριου σοσιαλιστικού κινήματος. Το 1911 μετείχε στις συνεδριάσεις
του Σοσιαλιστικού Κέντρου Αθηνών, απ’ όπου αποχώρησε την επόμενη χρονιά ως
συνιδρυτής της βραχύβιας «Σοσιαλιστικής Συνδικαλιστικής Οργανώσεως», για να καταλήξει,
πολύ αργότερα, υμνητής όχι μόνο του Μεταξά αλλά και της γερμανικής κατοχής,
χάρη στην οποία η Ελλάδα θα έπαυε –επιτέλους!– «να είναι διαρκώς μια χώρα “σούι
γκένερις”» («Η Καθημερινή», 7/5/1941).
Εξίσου οικεία (και
φαιδρά) με αυτήν την τελευταία αποστροφή ακούγονται τα χοντροκομμένα
επιχειρήματα που ο πρώην σοσιαλιστής χρονογράφος επιστράτευσε το 1919,
καταγγέλλοντας πιθανότατα ένα σκιάχτρο του παλιού εαυτού του:
«Εις την πρώτην επίσημον
εμφάνισιν του σοσιαλιστικού κόμματος της Ελλάδος», γράφει, «ηκούσθη και μία
φωνή, καλούσα τους “σκεπτομένους” να φωτισθούν και να γίνουν σημαιοφόροι του
κινήματος των εργατικών τάξεων. Ταύτα ελέχθησαν εξ ονόματος της “σχολής των
διανοουμένων σοσιαλιστών”. Είνε, φαίνεται, η σχολή των Ευελπίδων της κοινωνικής
επαναστάσεως. Οι φοιτώντες εξέρχονται ανθυπολοχαγοί των εργατικών δικαιωμάτων,
διμοιρίται σοφισμάτων, βαθμούχοι δικανικής ευγλωττίας και μίσους απεριορίστου
κατά παντός ανθρώπου ο οποίος, κοπιάσας, ιδρώσας, τσακισθείς, εξησφάλισε, περί
το τέρμα του βίου του, το μέλλον των παιδιών του. Πας τοιούτος, ως γνωστόν,
ονομάζεται “αστός”, όπερ σημαίνει νοικοκύρης. Αλλ’ αυτό το απλούν δηλωτικόν της
κοινωνικής καταστάσεως των ανθρώπων, εις τα χείλη των σοσιαλιστών είναι χλεύη,
περιφρόνησις, ύβρις, στιγματισμός. Εάν είπετε εις ένα εκ των ηρώων τούτων της
κοινωνικής επαναστάσεως “είσαι αστός” πιθανόν να σας φονεύση αμέσως. Μυριάκις
προτιμώτερον δι’ αυτόν να τον αποκαλέσετε παραχαράκτην, Σκαρτσώραν, διαρρήκτην,
παπατζήν, πορτοφολάν, παρά νοικοκύρην άνθρωπον!
− Νοικοκύρης εγώ; Τολμάτε να λέτε για μένα αυτό το
πράγμα; Τώρα θα ιδήτε! Μπαμ!...
Κατ’ αυτούς ο κόσμος
διαιρείται εις τους νοικοκυραίους και εις τους άλλους. Οι νοικοκυραίοι είνε οι
απαίσιοι, το άχθος της Γης, οι ωμοί τύραννοι της ανθρωπότητος. Ολοι οι άλλοι
είνε άγγελοι. Και την ωραίαν αυτήν διαίρεσιν την επεκτείνουν εις όλας τας εκδηλώσεις
της ανθρωπίνης ζωής και εις την ποίησιν και εις την μουσικήν και εις την
ζωγραφικήν και εις την γλυπτικήν. Ο Αισχύλος δεν αξίζει πέντε παράδες διά τους
ανθρώπους τούτους. Είνε νοικοκύρης! Είνε αστός! Εις Ελληνικόν περιοδικόν,
τουλάχιστον, όπερ εμυήθη εσχάτως εις τα μυστήρια του Μπολσεβικισμού, εδιαβάσαμε
με πολλήν ιλαρότητα και τούτο συν τοις άλλοις, ότι δεν εσθανόμεθα πλέον τους
“Πέρσας” του, αυτό το λαμπρόν δραματικόν ποίημα της κοσμοϊστορικής νίκης. Δεν
είνε σοσιαλιστικόν! Είνε το άνθος ενός εθνικού αγώνος. Και, κατά τους κυρίους,
οι εθνικοί αγώνες θα είνε του λοιπού κουραφέξαλα. Καθ’ ην στιγμήν ο
Αμερικανικός ιμπεριαλισμός διεκδικεί τον κόσμον από τον Αγγλογαλλικόν τοιούτον
και τα διπλωματικά ξιφίδια διασταυρώνονται μετά πολλής θερμότητος εις τα παρασκήνια,
εν Αθήναις οι άγγελοι του σοσιαλισμού, αθωότατα βρέφη, ευρίσκουν ότι το
τελευταίον εμπόδιόν των διά την πρόοδον είνε ακριβώς η εθνική των κληρονομιά.
Ρωγμή στην ενημέρωση
Δεν υπάρχουν σχόλια