ΠΡΩΤΟΜΑΓΙΑ 1976: Δολοφονούν τον ΑΛΕΚΟ ΠΑΝΑΓΟΥΛΗ, κορυφαία μορφή του αντιδικτατορικού αγώνα
Αλέκος Παναγούλης
Ο αγωνιστής που δε λύγισε ποτέ!
Ο Αλέξανδρος Παναγούλης στις 13 Αυγούστου 1968 αποπειράθηκε να δολοφονήσει τον δικτάτορα Γεώργιο Παπαδόπουλο, συνελήφθη και βασανίσθηκε απάνθρωπα.
Επιμέλεια: Παναγιωτόπουλος Χρήστος
Ο Αλέξανδρος Παναγούλης γεννήθηκε στις 2 Ιουλίου 1939 στη Γλυφάδα Αττικής και ήταν το δεύτερο παιδί του αξιωματικού του στρατού Βασιλείου Παναγούλη και της Αθηνάς Παναγούλη το γένος Κακαβούλη. Έχοντας καταγωγή από την Ηλεία, το ορεινό χωριό Δίβρη -σημερινή Λαμπεία Ολυμπίας από τη μεριά του πατέρα του, που ήταν αξιωματικός του ελληνικού στρατού- και από τη Λευκάδα το χωριό Σύβρο από τη μεριά της μητέρας του. Η οικογένεια είχε τρία αγόρια, Γιώργο, Αλέκο και Στάθη.*
Ο Αλέκος -όπως τον έλεγαν οι φίλοι του- δαιμόνιος έφηβος, πολιτικοποιημένος και συνειδητοποιημένος, ακολούθησε την Ένωση Κέντρου του Γεωργίου Παπανδρέου. Ως φοιτητής στο τμήμα Ηλεκτρολόγων - Μηχανολόγων του Εθνικού Μετσοβίου Πολυτεχνείου αναδείχθηκε ηγετικό στέλεχος του φοιτητικού κινήματος και το 1963 έλαβε μέρος στο Α' Παμφοιτητικό Συνέδριο ως εκπρόσωπος της σχολής του. Ήταν μέλος του Κεντρικού Συμβουλίου της ΟΝΕΚ (της νεολαίας της Ενώσεως Κέντρου) και ιδρυτικό στέλεχος της μετεξέλιξής της σε ΕΔΗΝ. Στενός φίλος του Νικηφόρου Μανδηλαρα.
Στρατιωτικό πραξικόπημα 21ης Απριλίου 1967
Μέσω μιας γνωστής του εξασφάλισε το διαβατήριο του Κύπριου φοιτητή της Παντείου Χριστάκη Ζώππου και στις 18 Ιουνίου του 1967 έφτασε αεροπορικώς στην Κύπρο. Ο Παναγούλης πήγε στο σπίτι των γονιών του Κύπριου φοιτητή στη Γεροσκήπου της Πάφου, οι οποίοι τον φιλοξένησαν.
Ο πατέρας του Χριστάκη Ζώππου, Χαράλαμπος, ήταν ο επαρχιακός γραμματέας του ΑΚΕΛ Πάφου. Ο Παναγούλης συστηνόταν σαν ο δικηγόρος Αλέκος Αλεξίου, στενός φίλος του Χριστάκη Ζώππου.
Τον Αύγουστο του 1967 τον ακολούθησε και ο αδελφός του Γεώργιος Παναγούλης, υπολοχαγός των ΛΟΚ, ο οποίος κατέφυγε στο Ισραήλ, συνελήφθη κι εκδόθηκε στην Ελλάδα, αλλά κατά τη διάρκεια της μεταφοράς του στην Ελλάδα με πλοίο, χάθηκαν τα ίχνη του και από τότε θεωρείται αγνοούμενος.
Ο Αλέκος Παναγούλης ήταν ο ουσιαστικός ηγέτης της οργάνωσης «Εθνική Αντίσταση» και ο αρχηγός του ΛΑΟΣ (Λαϊκός Αντιστασιακός Οργανισμός Σαμποτάζ), που ήταν η πιο δυναμική ομάδα της οργάνωσης.
Ο Παναγούλης έχει ετοιμάσει ένα σχέδιο με βάση τους συνωμοτικούς κανόνες.
Μετά την επιστροφή του από την Κύπρο στην Αθήνα, οργανώνει την απόπειρα δολοφονίας του αρχηγού της δικτατορίας, Γεωργίου Παπαδόπουλου.
Η επιχείρηση αποφασίστηκε να γίνει στις 13 Αυγούστου 1968 στη λεωφόρο Αθηνών – Σουνίου, κοντά στο Λαγονήσι, όπου διέμενε ο δικτάτορας στην πολυτελή βίλα που του είχε παραχωρήσει ο Ωνάσης.
Ο δικτάτορας Γεώργιος Παπαδόπουλος
Ο Πολύκαρπος Γεωργατζής, που ήταν πρώην υπουργός Άμυνας της Κύπρου, και με τη συνεργασία των Τάκη Χατζηδημητρίου και Ανδρέα Παναγιώτου, με την ανοχή του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου, εξασφάλισαν εκρηκτικά και τα έστειλαν με διπλωματικό σάκο, που δεν περνά από έλεγχο, στον Παναγούλη για τη δολοφονία του δικτάτορα.
Η επιλογή του σημείου στο οποίο θα δολοφονούσε τον δικτάτορα είχε γίνει μετά από πολλές επιτόπιες έρευνες. Το 31ο χιλιόμετρο της Αθηνών – Σουνίου κρίθηκε ως το κατάλληλο σημείο. Ακριβώς κάτω από την εθνική υπάρχει μια υπόγεια σήραγγα μήκους 7 μέτρων. Ο Παναγούλης αποφάσισε ότι εκεί μπορούσε να κρύψει τα εκρηκτικά, που θα εξουδετέρωναν τον δικτάτορα.
Οι Αρχές ξεκινάνε καταδίωξη του δράστη. Ο Παναγούλης φορώντας μόνο μαγιό προσπαθεί να φτάσει σε μια βάρκα όπου τον περίμενε πιο κάτω. Αργεί όμως να φτάσει και οι συνεργάτες του φεύγουν. Αστυνομία, στρατός και χωροφυλακή χτενίζουν την περιοχή. Εκείνος κρύβεται σε κάτι βράχια και περιμένει. Μετά από δύο ώρες τον εντοπίζουν κρυμμένο στα βράχια της παραλίας και τον πιάνουν. Τον μεταφέρουν στο κρατητήριο - κολαστήριο του ΕΑΤ/ΕΣΑ, όπου βασανίστηκε με απάνθρωπη σκληρότητα, τον κρέμαγαν ανάποδα, του έκαναν φάλαγγα, του τρυπάγανε την ουρήθρα με βελόνα, τον ξυλοκοπούσαν σκληρά, αλλά δεν έσπασε.
Άντεξε με απαράμιλλη γενναιότητα τα βασανιστήρια, χωρίς να ομολογήσει απολύτως τίποτε.
Δε λύγισε ποτέ!
Στις 17 Νοεμβρίου 1968 καταδικάσθηκε σε θάνατο από το Στρατοδικείο Αθηνών και σε ποινές φυλάκισης 11 συγκατηγορούμενοί του, μέλη της οργάνωσης «Εθνική Αντίσταση», ανάμεσα στα οποίους οι μετέπειτα υπουργοί του ΠΑΣΟΚ Λευτέρης Βερυβάκης και Στάθης Γιώτας.
Ο Παναγούλης στη διάρκεια της δίκης του
Η θανατική ποινή δεν εκτελέστηκε, χάρη στην κινητοποίηση της διεθνούς κοινής γνώμης (διαμαρτυρίες κομμάτων και οργανώσεων, λαϊκές συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας σε όλο τον κόσμο, διαβήματα κυβερνήσεων, εκκλήσεις προσωπικοτήτων όπως του Πάπα Παύλου του 6ου και του γενικού γραμματέα του ΟΗΕ Ου Θαντ).
Παρέμεινε, ωστόσο,
για πέντε χρόνια έγκλειστος στις στρατιωτικές φυλακές Μπογιατίου. Στις 5
Ιουνίου 1969 δραπέτευσε μαζί με τον δεσμοφύλακά του Γιώργο
Μωράκη, αλλά συνελήφθη μετά τρεις ημέρες, προδομένος από έναν εξάδελφό του, ο
οποίος εισέπραξε την αμοιβή της επικήρυξής του.
Κλείστηκε στην απομόνωση στις φυλακές Μπογιατίου, απ’ όπου επιχείρησε ακόμη δύο φορές να δραπετεύσει, δείχνοντας έτσι τις ακατάλυτες δυνάμεις που έκρυβε μέσα του. Η περήφανη και ασυμβίβαστη στάση του έναντι στους στρατοδίκες της χούντας και τους βασανιστές του τον ανέδειξαν σε ηρωική μορφή τού αντιδικτατορικού αγώνα. Ο ηρωισμός του και η ανδρεία του αναγνωρίστηκαν και από τους ίδιους τους βασανιστές του.
Τον
Αύγουστο του 1973,
στο πλαίσιο των μέτρων φιλελευθεροποίησης του δικτατορικού καθεστώτος,
επωφελήθηκε της γενικής αμνηστίας που χορηγήθηκε στους πολιτικούς κρατούμενους
και αυτοεξορίστηκε στη Φλωρεντία, όπου φιλοξενήθηκε από τη σύντροφο και
βιογράφο του Οριάνα Φαλάτσι (1929 - 2006). Με την αμνηστία αφέθηκε ελεύθερος και ο μικρός
του αδελφός Στάθης Παναγούλης, που είχε συλληφθεί τον Ιούνιο του 1967.
Όπως σημειώνει η ιταλίδα δημοσιογράφος Οριάνα Φαλάτσι στη συνέντευξή της με τον Αλέξανδρο Παναγούλη μετά την απελευθέρωσή του, η ενέργειά του αυτή του ήταν μία πολιτική πράξη εναντίον της δικτατορίας. «Δεν επιδίωξα να σκοτώσω έναν άνθρωπο. Δεν είμαι ικανός να σκοτώσω έναν άνθρωπο. Επιδίωξα να σκοτώσω έναν τύραννο», της είπε.
Μετά την αποκατάσταση της δημοκρατίας το 1974 διετέλεσε γενικός γραμματέας της ΕΔΗΝ, νεολαίας πλέον της Ένωση Κέντρου Νέων Δυνάμεων (ΕΚΝΔ).
Στις πρώτες
μεταπολιτευτικές εκλογές του Νοεμβρίου του 1974, ο Αλέκος Παναγούλης
εξελέγη βουλευτής στη Β' Αθηνών με το κόμμα τής Ενώσεως Κέντρου - Νέων Δυνάμεων
(ΕΚΝΔ), διάδοχο σχήμα της προδικτατορικής Ενώσεως Κέντρου (ΕΚ).
Ο Αλέκος Παναγούλης σε συνέντευξη Τύπου μετά την πτώση της χούντας (1/12/1974).
Συνεχίζει τον αγώνα του με άλλον τρόπο, επιδιώκοντας την απομόνωση και τιμωρία των πολιτικών που συνεργάστηκαν με τη Χούντα και εξαπολύει σωρεία καταγγελιών.
Λίγο μετά την εκλογή του, τον Απρίλιο του 1976 διαφώνησε με την πολιτική του κόμματος του. Έρχεται σε ρήξη με την ηγεσία του κόμματός του γιατί είχε συγκεντρώσει στοιχεία για τη συνεργασία του Δημήτρη Τσάτσου με το χουντικό καθεστώς, αρνούμενος να συνυπάρξει μαζί του στο ίδιο κόμμα και παραιτείται.
Παρέμεινε στη Βουλή ως ανεξάρτητος βουλευτής, επέμεινε στις καταγγελίες του και ήρθε σε ανοιχτή αντιπαράθεση με τον τότε Υπουργό Εθνικής Αμύνης, Ευάγγελο Αβέρωφ και τον ίδιον τον Τσάτσο. Δέχθηκε πολιτικές πιέσεις αλλά και απειλές για τη ζωή του για να αποσύρει τις καταγγελίες του, όπως διαρρήξεις στο πολιτικό του γραφείο, μηνύματα που του άφηναν άγνωστοι κλπ. Αρνήθηκε συνεργασία με το ΠΑΣΟΚ και τον Ανδρέα Παπανδρέου, για τον οποίο είχε αρνητική γνώμη.
Την Πρωτομαγιά του 1976 σε ηλικία 36 ετών βρήκε τραγικό θάνατο κάτω από μυστηριώδεις συνθήκες στη Λεωφόρο Βουλιαγμένης, στο ύψος του Αγίου Δημητρίου, όταν το αυτοκίνητο που οδηγούσε εξετράπη της πορείας του κι έπεσε σ’ ένα υπόγειο κατάστημα. Το περιστατικό έγινε λίγες μέρες πριν το άνοιγμα των φακέλων σχετικά με τα όργανα ασφαλείας της Χούντας (φάκελος ΕΣΑ).
Ο τύπος της
εποχής έγραψε ότι κάποιοι ήθελαν να τον βγάλουν από τη μέση, επειδή είχε στην
κατοχή του απόρρητα έγγραφα της δικτατορίας που έδειχναν τις σχέσεις γνωστών
πολιτικών προσώπων της μεταπολιτευτικής περιόδου με τη δικτατορία.
Η κηδεία του έγινε στις 5 Μαΐου στο Α’ Νεκροταφείο της Αθήνας και την παρακολούθησε πλήθος κόσμου.
Το σεντόνι που σκέπαζε το φέρετρο ήταν κεντημένο από τα χέρια της ηρωίδας μάνας του και σε μία ταινία γραφόταν: «Ο Αλέξανδρος Παναγούλης καταδικάσθηκε σε θάνατο γιατί έψαξε την ελευθερία. Το 1976 πέθανε γιατί έψαξε την αλήθεια και τη βρήκε».
Ο Αλέκος Παναγούλης δε λύγισε ποτέ!
*Η οικογένεια Παναγούλη ήταν μια αστική οικογένεια με αξιωματικούς των Ενόπλων Δυνάμεων. Αξιωματικός του Στρατού Ξηράς ήταν ο πατέρας Βασίλης, αξιωματικός των Ομάδων Υποβρυχίων Καταστροφών (ΟΥΚ) ήταν ο γιος του Γιώργος, ο οποίος αγνοείται, όταν τον μετέφεραν από το Ισραήλ στον Πειραιά για να τον δικάσουν επειδή λιποτάκτησε κατά τη διάρκεια της χούντας. Οι μεγαλύτεροι θυμούνται ότι στα πέτρινα χρόνια της Δεξιάς για να γίνει κάποιος αξιωματικός, έστω και έφεδρος ανθυπολοχαγός, τα γραφεία πληροφοριών και η τότε ΚΥΠ ήλεγχαν όλο το γενεαλογικό του δέντρο και τον «έκοβαν» αμέσως όταν υπήρχαν πληροφορίες.
Η οικογένεια Παναγούλη στοχοποιήθηκε από την χούντα για την αντιδικτατορική της δράση και τον αγώνα για δημοκρατία. Και τα τρία αδέλφια Γιώργος, Αλέκος και Σπάθης είχαν αντιδικτατορική δράση και διωχθήκαν από το καθεστώς.
Γιώργος Παναγούλης
Ο μεγαλύτερος αδελφός του Αλέκου και του Στάθη Παναγούλη, Γιώργος το 1959 εισήχθη στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων και στη συνέχεια υπήρξε υπολοχαγός στην 3ή αμφίβια μοίρα καταδρομών στο Μεγάλο Πεύκο.
Με την επιβολή της Χούντας των Συνταγματαρχών, ο Γιώργος με τον Αλέκο κάνουν σχέδια εναντίον της χούντας. Λιποταχτούν και οι δυο από το στρατό. Ο Αλέκος φεύγει στην Κύπρο. Ο Γιώργος φεύγει κολυμπώντας απο τον Έβρο στην Τουρκία ζητώντας άσυλο στην Κωνσταντινούπολη. Δεν του δίνουν και φεύγει για Συρία, Λίβανο (Βηρυτό) και τελικά φθάνει στο Ισραήλ. Εκεί συλλαμβάνεται για παράνομη είσοδο στη χώρα.
Στις 23 Νοεμβρίου 1967 τον έβαλαν στο υπερωκεάνιο "Αννα-Μαρία" όπου τον παράλαβε ο πλοίαρχος Γιώργος Γεωργίου. Επειδή ήταν αξιωματικός του στρατού δεν τον φυλάκισαν, τον κλείδωσαν σε μια καμπίνα του πλοίου και τον φυλάγαν ναύτες. Οι μυστικές υπηρεσίες της Χούντας έστειλαν δυο πράκτορες να τον παρακολουθούν. Κατά τη διάρκεια της μεταφοράς του στην Ελλάδα με το πλοίο, χάθηκαν τα ίχνη του και έκτοτε θεωρείται... αγνοούμενος.
Είχε γράψει ποιητικές συλλογές. Πολλά από τα ποιήματά του γράφτηκαν κατά τη διάρκεια της φυλάκισής του.
ΣΥΝΕΧΙΣΤΕ
Καλή η Λογική κ΄ η Σωφροσύνη,
όταν όμως υπάρχει Λευτεριά.
Οι τυραννίες γκρεμίζονται μ΄ Αγώνες
της Λευτεριάς το παραμύθι με αίμα γράφεται.
Αδέρφια που θα ζήσετε μετά από μας,
μη καταριέστε τους δειλούς
που δίστασαν να μπούνε στον Αγώνα
Λυπηθείτε τους και σ υ ν ε χ ί σ τ ε το δρόμο μας.
Ξεχώρισαν: «Άλλοι θ’ ακολουθήσουν», που βραβεύθηκε με το Διεθνές Βραβείο του Βιαρέτζιο και «Μέσα από φυλακή σας γράφω στην Ελλάδα», που τιμήθηκε με το Λογοτεχνικό Βραβείο της Αντιφασιστικής Αντίστασης στην Ιταλία.
Ο Στάθης Παναγούλης
Σπούδασε πολιτικές επιστήμες στο Πανεπηστημίο Σαπιεντσα της Ρώμης και του Παλέρμο. Κατά τη διάρκεια της δικτατορίας συνελήφθη (Ιούνιος 1967) και φυλακίστηκε στις φυλακές Αβέρωφ. Με την αποφυλάκισή του δραπέτευσε στην Ιταλία, όπου εντάχθηκε στην οργάνωση Ελληνική Αντίσταση, που είχε ιδρύσει ο αδελφός του Αλέκος Παναγούλης. Για την αντιδικτατορική του δράση συνελήφθη και φυλακίστηκε για δεύτερη φορά το 1972, όταν και είχε εισέλθει παράνομα στην Ελλάδα. Ακολούθησε πολιτική καριέρα στη μεταπολίτευση, περνώντας από ΠΑΣΟΚ, ΕΣΠΕ, ΚΚΕ, Συνασπισμό, Πολιτική Άνοιξη, ΔΗΚΚΙ, ΣΥΡΙΖΑ.
Ρωγμή στην Ενημέρωση
Δεν υπάρχουν σχόλια