Ελληνική Επανάσταση 1821. Τα ιστορικά γεγονότα. Αλήθειες και ψέματα

Η Ελληνική Επανάσταση του 1821 ήταν η ένοπλη εξέγερση των επαναστατημένων Ελλήνων   εναντίον της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας με σκοπό την αποτίναξη της οθωμανικής κυριαρχίας από τα ελληνικά εδάφη και τη δημιουργία ανεξάρτητου κράτους.
 
 

Από το δεύτερο μισό του 18ου αιώνα διαμορφώνεται ένα πολιτικό και ιδεολογικό κλίμα και  οι προσπάθειες των Ελλήνων πληθαίνουν για την επανάσταση. 

Μία από τις οργανώσεις που δημιουργήθηκαν μέσα σε αυτό το ιδεολογικό και πολιτικό κλίμα ήταν η  Φιλική Εταιρεία, μια μυστική οργάνωση που ιδρύθηκε το 1814 στην  Οδησσό από τρεις Έλληνες εμπόρους, με σκοπό την προετοιμασία μιας ελληνικής επανάστασης. 

 

Οι Φιλικοί (Εμμανουήλ Ξάνθο, το Νικόλαο Σκουφά, Αθανάσιο Τσακάλωφ. Τέταρτο μέλος της, μυήθηκε ο Αντώνιος Κομιζόπουλος από τη Φιλιππούπολη) είχαν αρχικά περιορισμένη επιτυχία, οικειοποιούμενοι, όμως μια παράδοση ορθόδοξων προφητειών για την ανασύσταση της ανατολικής Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας και αφήνοντας να εννοηθεί ότι είχαν τη στήριξη της τσαρικής Ρωσίας, κατάφεραν εν μέσω μιας κρίσης της εμπορικής ναυτιλίας από το 1815 και εξής, να προσεταιρισθούν τα παραδοσιακά ελληνορθόδοξα στρώματα.

Το διάστημα 1814-1816 τα μέλη της αριθμούν περίπου 20.
 
Ως τα μέσα του 1817αναπτύσσεται κυρίως μεταξύ των Ελλήνων της Ρωσίας και τηςΜολδοβλαχίας, αλλά και πάλι τα μέλη της δεν υπερβαίνουν τα 30.
 
Όμως, από το 1818 σημειώνονται αθρόες μυήσεις.
 
Κατά το 1820 εξαπλώνεται σε όλες σχεδόν τις περιοχές της Ελλάδας και τις περισσότερες ελληνικές παροικίες του εξωτερικού.
Τους πρώτους μήνες του 1821 τα μέλη της αριθμούν δεκάδες χιλιάδες.

Στις γραμμές της συσπειρώνονται κυρίως έμποροι και μικροαστοί, αλλά και Φαναριώτες και κοτζαμπάσηδες και κληρικοί, πρόσωπα που θα διαδραματίσουν ρόλο στον αγώνα για την ανεξαρτησία, όπως οι οπλαρχηγοί Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, Οδυσσέας Ανδρούτσος, Αναγνωσταράς, ο αρχιμανδρίτης Γρηγόριος Δικαίος (Παπαφλέσσας), οι ΦαναριώτεςΑλέξανδρος Μαυροκορδάτος και Νέγρης, οι μεγαλοκαραβοκύρηδες Κουντουριώτηδες, οι μεγαλοκoτζαμπάσηδες Ζαΐμης, Λόντος, Νοταράς, ο μητροπολίτης Παλαιών Πατρών Γερμανός κ.ά.

Τον Φεβρουάριο του 1821 ο αρχηγός της Εταιρείας, Αλέξανδρος Υψηλάντης, εισέβαλε στη Μολδοβλαχία ενώ τον επόμενο μήνα οι Φιλικοί δημιούργησαν επαναστατικές εστίες από τη Μακεδονία ως την Κρήτη.

 Η Επανάσταση του 1821 είναι ο ώριμος καρπός της αντίστασης του ελληνικού λαού που τετρακόσια χρόνια μαχόταν ενάντια στην τούρκικη σκλαβιά.

 Σ’ αυτό τον αγώνα ο λαός μας δεν είχε ν’ αντιμετωπίσει μόνο τον καταχτητή, αλλά και την αντιδραστική ευρωπαϊκή απολυταρχία (Ιερή Συμμαχία) και στο εσωτερικό τον προδοτικό αντεπαναστατικό συνασπισμό από κοτζαμπάσηδες, ανώτερο κλήρο, και φαναριώτες που πλούτιζαν απ’ το αίμα του λαού και ξεπουλούσαν την πατρίδα και την λευτεριά της για τα ατομικά τους συμφέροντα.

Οι επαναστάτες αφορίστηκαν από τη σύνοδο του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως και οι οθωμανικές αρχές προχώρησαν σε σφαγές αμάχων και εκτελέσεις προυχόντων συμπεριλαμβανομένου του Πατριάρχη Γρηγορίου Ε΄.

Όταν η Φιλική Εταιρεία στέλνει με τον Παπαφλέσσα (Δεκέμβρης του ’20) το μήνυμα να αρχίσει η επανάσταση, το κλίμα από την πλευρά του λαού, των κλεφτών και των καπεταναίων ήταν ήδη έτοιμο. Οι πρόκριτοι και οι δεσποτάδες, όμως, αντιδρούν έντονα και στη σύσκεψη στη Βοστίτσα  επιτίθενται με αφάνταστη σφοδρότητα.

 Μέσα από φωτιά και σίδερο οι Έλληνες κατάκτησαν την ανεξαρτησία τους.

                    Αντάρτης κλέφτης Παλληκάρι ήταν ο λαός μας.

 Ο επαναστατικός αναβρασμός εκείνων των ημερών ήταν τόσο μεγάλος που καθιστούσε πια επικίνδυνη την αναβολή της εξέγερσης.

Παρά το ότι οι κοτζαμπάσηδες κι οι δεσποτάδες πήραν απόφαση για αναβολή της Επανάστασης, ο λαός, από τα μέσα Μάρτη εξεγείρεται  σε πολλά μέρη της Πελοποννήσου. 

Στις 10 ή 13 Μαρτίου πραγματοποιήθηκε στην Αγία Λαύρα σημαντική σύσκεψη, παρουσία του Μητροπολίτη Παλαιών Πατρών Γερμανού και πάρθηκαν αποφάσεις σχετικά με τη στρατολογία αγωνιστών. 

Από τις 14 έως τις 20 Μαρτίου έλαβαν χώρα σε διάφορες περιοχές της Πελοποννήσου επιθέσεις εναντίον Μουσουλμάνων.

Κατά ορισμένους μελετητές, μετά την 15η ή 16η Μαρτίου, κανείς από τους αρχηγούς της περιοχής Αχαΐας δεν φαίνεται να βρισκόταν πια στη μονή καθώς ο Γερμανός με τον Ζαΐμη πήγαν στα Νεζερά και από τους υπόλοιπους ο καθένας στην περιφέρειά του. Αυτός είναι και ο λόγος που ο απεσταλμένος των Τούρκων, Νικόλαος Γεωργακόπουλος ή Μοθωνιός, δεν βρήκε τους προεστούς στο μοναστήρι. 

Ο Ιωάννης Κολοκοτρώνης αναφέρει ότι στις 19 Μαρτίου έγινε σύσκεψη στην Αγία Λαύρα και μετά κατέφυγαν σε ασφαλή μέρη.*

 Την ίδια μέρα σύμφωνα με ορισμένες μαρτυρίες, οι συγκεντρωμένοι στη Αγία Λαύρα απέστειλαν μήνυμα στον Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη ενημερώνοντάς τον για την έναρξη του αγώνα.

Η πρώτη επαναστατική πράξη στην Πελοπόννησο έγινε στις 15 Μαρτίου στην τοποθεσία «Χελωνοσπηλιά» της Λυκούριας των Καλαβρύτων από τους Χοντρογιάννη και Πετιώτη εις βάρος Τούρκων, υπό τις Ασημάκη Ζαΐμη, προεστού των Καλαβρύτων, του Ασημάκη Φωτήλα και του επισκόπου Καλαβρύτων Προκοπίου.

Στην Πάτρα ένας απλός τσαγκάρης, ο Παναγιώτης Καρατζάς ύψωσε τη σημαία της Επανάστασης στις 21 Μαρτίου.

  Στη Μάνη η επανάσταση ξεκίνησε στις 22 Μαρτίου 1821 από τον Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη τον σημαντικότερο άρχοντα της περιοχής, που κατέλαβε σημαντικά σημεία και την επόμενη 23  Μαρτίου εισήλθε και με άλλους οπλαρχηγούς στην Καλαμάτα, όπου οι Οθωμανοί παραδόθηκαν. Κάποιοι εξ αυτών κρατήθηκαν ως όμηροι ενώ οι άλλοι θανατώθηκαν. Στις 23 Μαρτίου του 1821, η Καλαμάτα έγινε η πρώτη πόλη στον ελλαδικό χώρο που απελευθερώθηκε από τον τουρκικό ζυγό.

Στην  Καλαμάτα,  συγκροτήθηκε η « Μεσσηνιακή Γερουσία ή Σύγκλητος» με επικεφαλής τον Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη για να διοικήσει την περιοχή. 

Τις τελευταίες ημέρες του Μάρτη, ο Κολοκοτρώνης κατέλαβε την Καρύταινα ενώ οι Οθωμανοί εγκατέλειψαν το Άργος είτε για το Ναύπλιο, είτε για την Τριπολιτσά. 

 Ο Δεληγιάννης κατέλαβε τα Λαγκάδια εκτελώντας όλους τους Οθωμανούς στην πλατεία του χωριού. Αργότερα, οι πελοποννησιακές δυνάμεις με επικεφαλής τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη πολιόρκησαν την Τριπολιτσά, την οποία και κατέλαβαν.

 Μέχρι τις 28 Μαρτίου η Επανάσταση είχε γενικευθεί στην Πελοπόννησο (Καλαμάτα, Καλάβρυτα, Αίγιο, Πάτρα, Μεθώνη, Κορώνη, Κόρινθος, Άργος) και μόνο η Tρίπολη με τη γύρω περιοχή είχε παραμείνει στην κατοχή των Τούρκων. Οι επαναστατημένοι Έλληνες ελέγχαν το μεγαλύτερο μέρος του Πελοποννήσου.

Τα αίτια και ο τρόπος έναρξης της επανάστασης διχάζει τους ειδικούς.

Η επανάσταση ξεκίνησε  με πρωτοβουλία των τοπικών κοινωνιών, οι οποίες λάμβαναν αποφάσεις μόνες τους, χωρίς κεντρικό σχέδιο ή αρχηγό.

Η επίδραση της Φιλικής εταιρείας ήταν να σπείρει την ελπίδα (και μέσω ψευδών φημών για υποστήριξη από τη Ρωσία) και να βοηθήσει στον συντονισμό των τοπικών κοινωνιών. Ωστόσο, οι Έλληνες δεν είχαν οργανωμένο στρατό ούτε εμπειρία από πολέμους, ενώ αρκετοί Έλληνες τρόμαζαν από τη θανάτωση των πρώην γειτόνων τους.

Οι πρόκριτοι κι οι δεσποτάδες,  που τόσο εναντιώθηκαν αρχικά στην Επανάσταση, αμέσως μετά την έναρξή της συνέστησαν τοπικές επιτροπές για να ελέγξουν τον αγώνα και στη συνέχεια συγκρότησαν τη “Γερουσία της Πελοποννήσου”, για να πάρουν την εξουσία στα χέρια τους και να εξουδετερώσουν το Δημήτριο Υψηλάντη, που ερχόταν ως “πληρεξούσιος” της Φιλικής Εταιρείας.  

 Στις 24 Μάρτη 1821 επαναστατούν στη Στερεά τα Σάλωνα (Άμφισσα), για να ακολουθήσουν το Λιδορίκι, το Γαλαξίδι και η Λιβαδειά. Τον Απρίλη η Θήβα, η Αθήνα και πολλά νησιά, με πρώτα τις Σπέτσες, τα Ψαρά και την Ύδρα, ενώ τον Μάιο ξεσηκώνονται στη Χαλκιδική, στον Όλυμπο, στο Βέρμιο, στο Μεσολόγγι και στην Κρήτη. Μέσα σε δύο μήνες η Επανάσταση έχει απλωθεί σ’ όλη τη χώρα και μόνο η Ήπειρος καθυστερεί, γιατί ο σουλτάνος είχε στείλει εκεί στρατό για να καταστείλει την ανταρσία του Αλή Πασά. 

Στην Βοιωτία η Επανάσταση ξεκίνησε υπό τον Αθανάσιο Διάκο περί την 25η Μαρτίου στα ορεινά του Παρνασσού. Τη νύκτα 28 προς 29 Μαρτίου  ο Αθανάσιος Διάκος εισέρχεται στην Λειβαδιά  και απαιτεί από τον εκεί Βοεβόδα την απελευθέρωση των Ελλήνων ομήρων. Μετά από μάχες μέσα στην πόλη από σπίτι σε σπίτι, την 1η  Απριλίου 1821 ο Διάκος υψώνει επισήμως την σημαία της Επανάστασης στην πόλη και διατάσσει να ψαλεί δοξολογία σε όλες τις εκκλησίες. Οι Λιβαδείτες συγκεντρώθηκαν στο Σταροπάζαρο της Ρούμελης για να εορτάσουν την απελευθέρωση.

 

 Σύμφωνα με τον ιστορικό Τάκη Λάππα, ο Αθανάσιος Διάκος  μίλησε στους κατοίκους από το πεζούλι του τζαμιού  και έκλεισε το λόγο του με τους στίχους του Ρήγα Φερραίου"Καλλίτερα μιᾶς ὥρας ἐλεύθερη ζωή, παρά σαράντα χρόνια σκλαβιά και φυλακή".  

Ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης 

 ήταν αυτός που με τη ρητορική του δεινότητα, και εκμεταλλευόμενος τη ζέση των Ελλήνων για απελευθέρωση, προσπάθησε και κατάφερε να συγκροτήσει το πρώτο σώμα με ένοπλους τις πρώτες μέρες του Απριλίου του 1821.

Εξελίχθει  ένας από τους στρατηγούς, που αναγνώριζε ο λαός!


Στο Πήλιο, η τοπική κήρυξη της Επανάστασης συναίπεσε με την Ανάσταση, την Κυριακή 8 Μαΐου 1821. «… κατέβησαν ένοπλοι άνδρες μετά σημαιών από την Τζαγκαράδα, από το Ζωρίχτι, … εις Μηλέας και επληρώθη η αγορά των Μηλεών ανδρών εξάλλων από ενθουσιασμόν».

Η Άνδρος ήταν από τα πρώτα νησιά του Αιγαίου που επαναστάτησαν. Ηγετικό ρόλο στον τοπικό ξεσηκωμό είχε ο διαφωτιστής διάκονος Θεόφιλος Καΐρης. Την 10η Μαΐου 1821 ύψωσε την σημαία της επανάστασης στον μητροπολιτικό ναό του Αγ. Γεωργίου μετά από κατανυκτική δοξολογία.

 Τον Ιούνιο και τον Αύγουστο αντίστοιχα οι πολιορκημένοι της Μονεμβασιάς και του Νεόκαστρου παραδόθηκαν στους επαναστάτες μαχητές. 

Αυτούς τους πρώτους  μήνες ο λαός μας όχι μόνο κατέλυσε την εξουσία των Τούρκων στις περισσότερες πόλεις της Πελοποννήσου και της Αν. Στερεάς, αλλά κατάφερε με μάχες να καθυστερήσει και τελικά να αναχαιτίσει τις προσπάθειες των Τούρκων για αντεπίθεση επιδεικνύοντας άφθαστο ηρωισμό, αυτοθυσία αλλά και στρατηγική ιδιοφυΐα από την πλευρά των καπεταναίων του.

 Μεταξύ των καπεταναίων  που έδρασαν στην Πελοπόννησο ήταν και οι Παπαγεωργάκης, και Σπήλιος Ζούτος, ή Σταματόπουλος, από το  Μοναστηράκι Γορτυνίας.

Η Τριπολιτσά ήταν νευραλγικό, διοικητικό και στρατιωτικό  κέντρο της Τουρκικής κυριαρχίας στην Πελοπόννησο. 

Για την προστασίας της πόλης είχαν αναγείρει περίφραχτο ισχυρό τείχος  με επτά πύλες- πόρτες, που κάθε μια οδηγούσε σε μια κατεύθυνση και είχε την αντίστοιχη ονομασία ( Καλαβρύτων, Σεραγιού, Ναυπλίου, Σπάρτης, Λεονταρίου, Καρύταινας και Αγίου Αθανασίου).

Μέσα στη πόλη είχαν εγκλειστεί 16.000 ένοπλοί και 18-20.000 άμαχος πληθυσμός (Μωαμεθανοί, Εβραίοι, Χριστιανοί κλπ) εκ των οποίων 7.000 Έλληνες (γυναικόπαιδα, γεροντες). 

Οι Έλληνες μαχητές έφτασαν τις 20.000, σύμφωνα με ορισμένες μαρτυρίες, όταν ξεκίνησαν την πολιορκία- κατάληψη της πόλης. 

Ο Θ. Κολοκοτρώνης αφηγείται ... "από τον Αύγουστο καθημερινά είχαμε πόλεμο απο το μεσημέρι μέχρι το βράδυ".

Οι Τούρκοι αρχικά υποτίμησαν την πολιορκία, με την πεποίθηση ότι θα μπορούσαν να εξέρχονται εύκολα με το ιππικό τους για να δράσουν προς όλες τις κατευθύνσεις. 

Στις 2-3 Σεπτεμβρίου καταλυφθηκε από τους Γορτύνιους με επικεφαλης τον Δημητρη Δελληγιάννη το χωριό Μαντζαγρά, το οποίο κατεχόταν από τους Τούρκους. 

Η πολιορκία γινοταν όλο και ποιο στενη με απαγοητευση των Τουρκων αφου στερουνταν νερό, τροφή. 

Στις 12 Σεπτεμβρίου οι Τουρκοι ζητησαν διαπραγματεύσεις. Οι εχθροπραξίες σταματησαν και ξεκινησαν οι συναντησεις,- συζητησεις προκειμένου οι Τουρκοι να αφήσουν την Τριποιλιτσα. 

Στις 15-16 Σεπτέμβριου απορίπτηκαν οι προτάσεις των Τούρκων από τους Έλληνες. 

 Ο Θ. Κολοκοτρώνης περιγράφει τις συζητήσεις…. «Εμείς τους λέγαμε να αφίσουν τα άρματα και να τους μπαρκάρουμε όπου θέλανε».

Οι διαπραγματεύσεις σταμάτησαν, ενώ  οι Έλληνες μαχητές είχαν φτάσει κάτω από τα τείχη, με την άμυνα των Τούρκων να άτονη. 

 Στις 18 Σεπτεμβρίου ο επικεφαλής των Αλβανών Ελμάζ Μπέης και ο Θεόδωρος  Κολοκοτρώνης συμφώνησαν να αποχωρήσουν οι Αλβανοί με τα όπλα τους για την Ήπειρο και να μην πολεμήσουν ξανά τους Έλληνες.

Στις 23 Σεπτέμβριου έξι μήνες μετά από την έναρξη της επανάστασης έγινε η έφοδος από τους μαχητές, οι Τούρκοι αιφνιδιάστηκαν. 

  Η Τρπολιτσά έπεσε. Την άλωση ακολούθησε  γενική σφαγή ενόπλων και  αμάχων  Μουσουλμάνων και Εβραίων. Ο απολογισμός των τριήμερων μαχών φρικτός. Οι Ελληνες μαχητές μπορεσαν να αποκτήσουν όπλα, τουφέκια, σπαθιά, κανόνια. 

Τούρκοι επιφανείς και τα χαρέμια των πασάδων τέθηκαν υπό την προστασία των καπεταναίων και  διασωθήκαν ως αιχμάλωτοι πολέμου (Πηγή https://geetha.mil.gr)

Στην Τριπολιτσα εγκαταστάθηκαν οπλαρχηγοί και εκπρόσωποι της Πελοποννησιακής Γερουσίας. 

Σιγά, σιγά η  επανάσταση εξαπλώνεται και στην υπόλοιπη Ελλάδα

Το 1822 άναψαν και νέες εστίες επανάστασης. Στις αρχές του χρόνου επαναστάτησαν η  Νάουσα,  η Βέροια,  η  Κατρανίτσα, η Χρούπιτσα, και οι περιοχές του Ολύμπου.

 Οι Τούρκοι απάντησαν άμεσα και με μία στρατιά του Πασά της Θεσσαλονίκης, καταστρέφοντας τη Νάουσα. Οι γυναίκες της πόλης κατέφυγαν στον ποταμό Αράπιτσα και για να αποφύγουν την αιχμαλωσία προτίμησαν να πέσουν στον γκρεμό. Στη συνέχεια προχώρησαν σε καταστροφές πολλών Ελληνικών χωριών και κωμοπόλεων της Κεντρικής Μακεδονίας, λόγω της συμμετοχής τους στην επανάσταση, μεταξύ των οποίων, του Κιλκίς,  του Καρασουλίου, του Λαγκαδά και της περιοχής γύρω από τη Νάουσα.

 Στο μεταξύ, συστάθηκε τριμελής Επιτροπή Βορειομακεδόνων, εκπροσωπούμενη από το Μοναστήρι, το  Κρούσοβο και τη Βογδάντσα (από ένα μέλος), στην πρώτη Προσωρινή Ελληνική Κυβέρνηση του 1821.

Αντίθετα στην Κρήτη η επανάσταση σημείωνε επιτυχίες. Ο Πασάς του Ηρακλείου σε συνεργασία με τη στρατιά που έστειλε από την Αίγυπτο ο Μωχάμετ Άλη απέτυχαν να καταστείλουν την επανάσταση. Οι Έλληνες πέτυχαν σημαντική νίκη στη μάχη του Κρουσώνα. Τον Μάιο του 1822 δημιουργείται προσωρινή διοίκηση στο νησί με το όνομα προσωρινό πολίτευμα νήσου Κρήτης.

Το Μάρτη του ’22 επαναστατεί η Χίος. Ο σουλτάνος ενεργοποιείται για να καταστείλει την επανάσταση. Αν και γίνεται έκκληση στην κεντρική εξουσία για βοήθεια, οι Χιώτες μένουν αβοήθητοι, με αποτέλεσμα να γίνει απόβαση 7000 Τούρκων στο νησί και να ακολουθήσει ανείπωτη σφαγή και καταστροφή, που συγκλόνισε το πανελλήνιο αλλά και τους λαούς της Ευρώπης.

 Μετά τη  δολοφονία του Αλή Πασά (25 Γενάρη 1822) αποδεσμεύεται ο τούρκικος στρατός που βρισκόταν στα Γιάννενα, για να χτυπήσει την Επανάσταση στη Στερεά και την Πελοπόννησο.

Ο Σουλτάνος της οθωμανικής αυτοκρατορίας Μαχμούτ Β΄, μόλις κατόρθωσε να συντρίψει την επανάσταση του Αλή Πασά στην Ήπειρο, ο οποίος είχε στασιάσει κατά της αυτοκρατορίας, ήταν ελεύθερος και απερίσπαστος να ασχοληθεί με τους Έλληνες επαναστάτες. ΄

Το σχέδιο του Οθωμανού στρατηγού ήταν η ανακατάληψη της Τριπολιτσάς, το οποίο ήταν το διοικητικό κέντρο του Μοριά και γενικότερα η κατάπνιξη της Ελληνικής Επαναστάσεως στην Πελοπόννησο.

  Όρισε τον Δράμαλη Πασά, επικεφαλή ενός ισχυρού στρατού 25 χιλιάδων πεζών και εφίππων ανδρών.

Ο Δράμαλης, ξεκινώντας από τη Θεσσαλία με μεγάλο ασκέρι (στρατό),βρισκόταν την 1η Ιουλίου στην Θήβα και, αφού την πυρπόλησε, προχώρησε ταχύτατα προς την Κόρινθο, έλυσε την πολιορκία της Ακροκορίνθου (6 Ιουλίου) και χωρίς αντίσταση έφτασε στην Αργολική πεδιάδα, όπου στρατοπέδευσε έξω από την πόλη του Άργους (12 Ιουλίου).

Οι επαναστάτες πιάστηκαν κυριολεκτικά στον ύπνο και δεν μπόρεσαν να οργανώσουν αντίσταση στα μεταξύ Κορίνθου και Άργους στενά περάσματα, από τα οποία διήλθε ο τουρκικός στρατός. Μόλις, μαθεύτηκε ότι ο Δράμαλης πλησίαζε το Άργος επικράτησε μεγάλη σύγχυση μεταξύ των Ελλήνων και η κυβέρνηση της Επιδαύρου και οι βουλευτές αναχώρησαν πανικόβλητοι στους Μύλους Αργολίδας και μετά στα καράβια, για να σωθούν. Αφήνοντας το Μοριά και την επανάσταση στο έλεος των Τούρκων.

Η Ελληνική Επανάσταση, διέτρεχε πια μεγάλο κίνδυνο να διαλυθεί. Κανείς δεν μπορούσε να εμψυχώσει και να οργανώσει τους Έλληνες σε αντεπίθεση.

Τις κρίσιμες εκείνες στιγμές, εμφανίσθηκε ο ήρωας της επαναστάσης Θεόδωρος Κολοκοτρώνης που οργάνωσε με κεραυνοβόλες ενέργειες στρατό και ενέπνευσε σε αυτόν την πεποίθηση για τη νίκη. 

Οι Έλληνες, υπό τις οδηγίες του Κολοκοτρώνη κατέλαβαν στρατηγικές θέσεις για να αποκλειστεί ο Δράμαλης στην Αργολίδα και εφάρμοσαν την τακτική της καμμένης γης. Οι επαναστάτες μαχητές  έκαψαν τα πάντα στον Αργολικό κάμπο με αποτέλεσμα να μην υπάρχει τροφή και οι Οθωμανοί να αντιμετωπίζουν σοβαρά επισιτιστικά προβλήματα. Οι Τούρκοι στρατιώτες και τα ζώα τους άρχισαν να πεθαίνουν από τις αρρώστιες και την πείνα. Επιπλέον, το καλοκαίρι του 1822 ήταν ιδιαίτερα θερμό, την άνοιξη υπήρξαν λίγες βροχοπτώσεις και τα περισσότερα πηγάδια και ρέματα γύρω από το Άργος είχαν στερέψει.

Με αυτόν τον πόλεμο φθοράς, η στρατηγική του Κολοκοτρώνη περιόρισε τον Δράμαλη στο Άργος και ματαίωσε την προέλαση του προς την Τριπολιτσά. Οι Τούρκοι ήταν αποκλεισμένοι από τους άνδρες του Κολοκοτρώνη και δεν υπήρχε δυνατότητα ανεφοδιασμού καθώς έχασε πολύτιμο χρόνο και εφόδια στην πολιορκία του παλαιού κάστρου του Άργους (Λάρισσα).Κάτω από αυτές τις συνθήκες, ο Δράμαλης άρχισε να σκέπτεται σοβαρά τη διακοπή της εισβολής και την επάνοδο στην Κόρινθο.

Το σχέδιο υποχώρησης του Τούρκου πασά έγινε αντιληπτό από τον Κολοκοτρώνη και παρά τις διαφωνίες των προκρίτων της Γερουσίας, έσπευσε να καταλάβει τις στενές διαβάσεις που οδηγούσαν από το Άργος στην Κόρινθο, με 2.500 άνδρες.

 Στις 26 Ιουλίου 1822 η καταπονημένη στρατιά του Δράμαλη στην προσπάθεια να υποχωρήσει προς την Κόρινθο επιχείρησε να περάσει από τα κακοτράχαλα στενά των Δερβενακίων. Εκεί έπεσε στην  παγίδα του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη και διεξήχθη η φημισμένη μάχη στα στενά των Δερβενακίων και υπέστη τρομερή καταστροφή.

 

Η μάχη αυτή απεδείχθη μεγάλης σημασίας καθώς το αποτέλεσμα της έκρινε την σωτηρία της Ελληνικής Επαναστάσεως. Στα Δερβενάκια αναδείχθηκε και η στρατηγική ιδιοφυία του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη που χάρις στις κινήσεις του, οι Οθωμανοί Τούρκοι ηττήθηκαν κατά κράτος και η Επανάσταση κρατήθηκε ζωντανή.

Πορεία των Τούρκων προς Μεσολόγγι

 Όταν, μετά την πτώση του Αλή Πασά, ο Χουρσίτ πασάς πήγε στην Λάρισα, για να ετοιμάσει εκεί πολυάριθμο στρατό, άφησε πίσω του τον Ομέρ – πασά Βρυώνη και τον Ρεσίτ πασά ή Κιουταχή. Διάχυτη ήταν η πεποίθηση ότι οι Τούρκοι θα υποτάξουν δια πυρός και σιδήρου τους επαναστάτες. Γι' αυτόν ακριβώς τον φόβο πολλοί  αγνοί πατριώτες της δυτικής Ρούμελης έβαζαν φωτιά στα χωριά τους κι έφευγαν μακριά από του Τούρκου την προσβλητική παρουσία.

Στα μέσα του 1822 ένα πικρό σύνολο στρατιωτικών αποτυχιών είχε γεμίσει απαισιοδοξία τους Έλληνες της Αιτωλοακαρνανίας. Οι εκστρατείες τους στην Ήπειρο, στο Μακρυνόρος, η άμυνα στο Ξηρόμερο όλα υπήρξαν άτυχα κι απροσδόκητα γι 'αυτούς. Πολλοί κλέφτες ξαναπήραν τα βουνά.

Οι γενναίοι Ρουμελιώτες ρημάζουν τις περιουσίες τους και παίρνουν τα βουνά. Το Αγγελόκαστρο, η Στάμνα, ο Άγιος Ηλίας, η Γουριά, η Μαστρού, η Μαγούλα, το Νεοχώριο παραδόθηκαν στις φλόγες, όταν οι Τούρκοι μπήκαν και στάθμευσαν στο Βραχώρι.

Λίγο έλειψε να σβήσει η επανάσταση στην περιοχή.

Οργισμένος κι έκπληκτος ο Βρυώνης Πασάς έβλεπε από μακριά τα καιγόμενα χωριά. Πολλοί αρματολοί συνθηκολόγησαν με τον Βρυώνη Πασά,

 Στα γεφύρια του Αλαήμπεη τους κράτησε μια μέρα ο Μ. Μπότσαρης διάφοροι άλλοι οπλαρχηγοί, όπως ο Τσόγκας, ο Βλαχόπουλος κι ο Μακρής, έπιασαν άλλες θέσεις με την ελπίδα να καταφέρουν ν' αντισταθούν. Δυστυχώς όμως οι υπέρτερες τουρκικές δυνάμεις προελαύνουν. Μετά από εικονική αντίσταση το Αιτωλικό πέφτει. Πολλοί οπλαρχηγοί ξανασκορπίζουν. Ο Μάρκος με τον Μαυροκορδάτο μπαίνουν στο Μεσολόγγι, μαζί κι ο Κίτσος Τζαβέλλας.

Οι πρόκριτοι του Μεσολογγίου είχαν στοιχειωδώς οργανώσει την άμυνα της πόλης από τον Ιούλιο του 1821.

Όταν οι διωγμένοι από την πατρίδα τους Σουλιώτες κατέφυγαν στο Μεσολόγγι  ο Μαυροκορδάτος αποφάσισε ν' αμυνθούν οι Έλληνες στο Μεσολόγγι. Παροτι η οχύρωση  αυτή δεν παρείχε στον Μαυροκορδάτο εμπιστοσύνη.

 Οι Τούρκοι έξω από το Μεσολόγγι.

Ο τουρκικός στρατός του Κιουταχή και του Βρυώνη ανερχόταν στις 12.000 περίπου.

 Είχαν μαζί τους 11 κανόνια και 4 βομβοβόλα.

 Στο Μεσολόγγι έφθασαν στις 21 Οκτωβρίου. Δεν βρήκαν αντίσταση. Προχώρησαν τότε ανατολικά στο Μποχώρι και στον Γαλατά.

 Στις 25 Οκτωβρίου ξανάρθαν και στάθμευσαν αυτή την φορά έξω από το Μεσολόγγι: ο μεν Βρυώνης πάνω από τον Αι-Δημήτρη, ο δε Κιουταχής με Αλβανούς οπλαρχηγούς στον Άγιο Αθανάσιο. Την ίδια μέρα κατέπλευσαν έξω από την λιμνοθάλασσα 25 πλοία με τον Γιουσούφ – πασά. Έτσι ο κλοιός ολοκληρώθηκε.

Η πολιορκία λύνεται

Το απόγευμα της παραμονής των Χριστουγέννων του 1822 σε κάποια συστάδα από βαλτόχορτα, κοντά στην Φοινικιά, κυνηγούσε για λογαριασμό του αφέντη του Βρυώνη ένας ταπεινός Έλληνας, ο Δημ. Γούναρης (ή Κ. Ζούκας, κατ' άλλους). Ήταν αυτός που είχε κρυφακούσει το σχέδιο των Τούρκων. Κι ήταν αυτός που διεμήνυσε στους έλληνες το φοβερό μυστικό.

Οι Τούρκοι σαν ήρθε το σκοτάδι, άρχισαν τις προπαρασκευές τους. Όρισαν μάλιστα ειδικό σώμα Αλβανών καταδρομέων, που είχε επιφορτιστεί να στήσει κλίμακες στα τείχη, για ν' ανέβουν. Τα μεσάνυχτα οι Αλβανοί σύρθηκαν και κρύφτηκαν κοντά στο φρούριο, μέσα σε πυκνούς θάμνους από βούρλα.

Από την άλλη μεριά οι Έλληνες διατάχτηκαν να μείνουν στις θέσεις τους, με τα πυροβόλα και τα καριοφίλια γεμάτα και γυμνά τα σπαθιά και τις πάλλες. Γύρω στις 3 τα χαράματα, οι Τουρκαλβανοί όρμησαν στο τείχος με ομοβροντίες, φωνές, αλαλαγμούς.  Ένας πυκνός φραγμός πυρών τους υποδέχτηκε ανυποψίαστους...Τα 'χασαν.  Οι Αλβανοί καταδρομείς κατακόπηκαν. Στο ανατολικό μέρος του τείχους, που το υπεράσπιζαν ο Δεληγιάννης, ο Μακρής και ο Γιάννης Ρατζηκότσικας έγινε η φονικότερη ανθρωποσφαγή. Στο κέντρο, όπου ο Μπότσαρης με τον Λόντο και στο δυτικό μέρος του φρουρίου, όπου ο Αθ. Ρατζηκότσικας με τον Ζαιμη. Τρεις ώρες διάρκεσε η μάχη. Η φθορά των Τούρκων ήταν σημαντική, υπολογίστηκαν οι νεκροί και τραυματίες στους 500. 

Τις επόμενες ήμερες άρχισαν να  τους λείπουν τα τρόφιμα. Η κακοκαιρία συνεχιζόταν. Οι πυρετοί μάστιζαν τους άστεγους κι απογοητευμένους Τουρκαλβανούς. Κάτω από τέτοιες συνθήκες που σκέψη για διεξαγωγή επιχειρήσεων!.... 

Όταν  διαδόθηκε ότι επέρχεται από την ανατολική Στερεά ο Ανδρούτσος για να τους διαλύσει, αναγκάστηκαν να λύσουν την πολιορκία. Κρυφά, στην θεοσκότεινη και θυελλώδη νύχτα της 31 Δεκεμβρίου 1822, οι πολιορκητές έφυγαν ντροπιασμένοι...

Οι Μεσολογγίτες βρήκαν το πρωί της 1ης Ιανουαρίου 1823 το καλύτερο πρωτοχρονιάτικο δώρο: τουρκικές σκηνές έρημες, κανόνια και πολεμοφόδια εγκαταλελειμμένα, ακόμα και έπιπλα των σκηνών των πασάδων αφημένα επί τόπου.

Η προσπάθεια των Τούρκων ν' αλώσουν το Μεσολόγγι στάθηκε μοιραία γι' αυτούς. Το Μεσολόγγι κράτησε! Και κρατώντας έσωζε την επανάσταση στην περιοχή και γλίτωνε τον Μοριά από μια ακόμα δοκιμασία.

 Στα μέσα του 1823 οι τουρκικές δυνάμεις σχεδίασαν νέα εκστρατεία που περιλάμβανε πολιορκία και κατάληψη του Μεσολογγίου. Μετά από σκληρές μάχες που δόθηκαν στην περιοχή της Ευρυτανίας τα τουρκικά στρατεύματα κατευθύνθηκαν προς το Μεσολόγγι. Οι αρχές και οι κάτοικοι της πόλης προετοιμάστηκαν για πολιορκία όμως τα τουρκικά στρατεύματα προτίμησαν να πολιορκήσουν το Αιτωλικό.. Το γεγονός αυτό αναφέρεται συχνά ως πολιορκία του Αιτωλικού και δεύτερη πολιορκία του Μεσολογγίου. 

Η δεύτερη Εθνοσυνέλευση (Άστρος, 29 Μάρτη – 18 Απρίλη 1923) έγινε μέσα σε κλίμα ενός ακήρυκτου ακόμη εμφυλίου πολέμου ανάμεσα στη διοικητική αριστοκρατία και τους στρατιωτικούς που εκπροσωπούσαν τον αγροτικό κυρίως πληθυσμό. Η “πολιτική” πλειοψηφία ώθησε τα πράγματα στα άκρα εκλέγοντας στις περισσότερες και κυριότερες κυβερνητικές θέσεις τούς εκπροσώπους των προκρίτων. 

Ο εμφύλιος είναι προ των πυλών.

Όμως, μόλις 4 μέρες πριν αρχίσει τις εργασίες της η Β΄ Εθνοσυνέλευση, η Αγγλία διαφοροποιείται από την Ιερή Συμμαχία και αναγνωρίζει το δικαίωμα στους Έλληνες να εμποδίζουν ξένα πλοία να προσεγγίσουν στις ακτές τους. Δηλαδή αναγνωρίζει την Ελλάδα ως εμπόλεμη δύναμη. 

Προφανώς αυτό δεν γίνεται ξαφνικά. Η Αγγλία θέλει να τα εκμεταλλευτεί τον αταλάντευτο αγώνα των Ελλήνων αλλά και τα προβλήματα της οθωμανικής αυτοκρατορίας και να δημιουργήσει ένα μικρό κράτος-προτεκτοράτο πριν προφτάσουν να το κάνουν οι Ρώσοι. Εξάλλου ο Κάνιγκ, ο Άγγλος υπουργός εξωτερικών αυτής της περιόδου, δηλώνει: “Τι επιχειρήματα όμως να μεταχειρισθούμε για να πάρουμε τη συγκατάθεση της Ρωσίας, γνωρίζοντας ότι αυτή μπορεί να κατακτήσει την Ελλάδα και την Τουρκία όποτε θελήσει;”. Για να το πετύχει χρησιμοποιεί και πολιτικά και οικονομικά μέσα. Κάνει πολιτική κίνηση λίγο πριν την Εθνοσυνέλευση, για να ενισχύσει την αγγλόφιλη μερίδα του Μαυροκορδάτου και έχει ήδη ξεκινήσει συζητήσεις για την παροχή δανείου.

 Η ιδέα σύναψης δανείου οξύνει τις πολιτικές αντιπαραθέσεις. Αγνοί πατριώτες προσπαθούν -μάταια- να αποτρέψουν την υποταγή στους Άγγλους. Ο Δ. Υψηλάντης έλεγε: “Η πατρίς κινδυνεύει από τους Τούρκους και από τον Μαυροκορδάτον, όστις θέλει να μας παραδώσει εις τους Άγγλους”, ενώ ο Πανουργιάς προέτρεπε τους οπλαρχηγούς: “Εξυπνήσατε, αδελφοί, τον λαόν από την πλάνην εις την οποίαν ο πανούργος με την υποκρισίαν του τον έρριψε· πληροφορήσατέ τον ότι ένεκα των δανείων η πατρίς πωλείται”.

Με χρήματα του δανείου ενεργοποιήθηκε η εμφύλια διαμάχη, καθώς η κυβέρνηση τα έδινε σε οπλαρχηγούς για να τους πάρει με το μέρος της, αποκόβοντάς τους από την ομάδα των στρατιωτικών. Κερδισμένη, τελικά, βγήκε η αγγλική πολιτική που με το δάνειο εδραίωσε την αγγλοκίνητη παράταξη και εξασφάλισε την επιρροή της στον ελλαδικό χώρο.

Ο εμφύλιος ξεκίνησε το ’24, διήρκεσε δύο χρόνια και είχε δύο φάσεις.

 Στην πρώτη, οι στρατιωτικοί νικήθηκαν από τους πολιτικούς και ο Κολοκοτρώνης αναγκάστηκε να αναγνωρίσει την κυβέρνηση Κουντουριώτη, εκπροσώπου του αγγλόφιλου εφοπλιστικού κόσμου. Στη δεύτερη, οι στερεοελλαδίτες του Κωλέτη συμμάχησαν με τους εφοπλιστές για να αποκλείσουν τους πελοποννήσιους προκρίτους από την εξουσία. Αυτοί συμμάχησαν με τον μέχρι πριν λίγο εχθρό τους, τον Κολοκοτρώνη, ο οποίος νικήθηκε για δεύτερη φορά και φυλακίστηκε. Σ’ αυτή τη φάση οι κυβερνητικοί απαλλάχτηκαν κι από έναν ακόμη επικίνδυνο αντίπαλό τους, τον Ανδρούτσο, που τον δολοφόνησαν στην Ακρόπολη.

Στο μεταξύ οι Τούρκοι συμμαχούν με τους Αιγύπτιους και το ’24 καταστέλλουν την Επανάσταση στην Κρήτη, οι Αιγύπτιοι καταστρέφουν την Κάσο και οι Τούρκοι τα Ψαρά, ενώ το Φλεβάρη του ’25 ο Ιμπραήμ αποβιβάζεται στην Πελοπόννησο. 

Στις 15 Απρίλη 1825 αρχίζει η δεύτερη πολιορκία του Μεσολογγιού. 

Η κυβέρνηση αδιαφορεί εγκληματικά να στείλει τροφοδοσία και οι Μεσολογγίτες, στις 11 Απρίλη 1826, κάνουν ηρωική Έξοδο, το συγκλονιστικότερο γεγονός σ’ όλη την Επανάσταση. Ο λαός όμως  δεν παραδίδεται. 


Η Έξοδος των Μεσολογγιτών συγκίνησε βαθύτατα και τους Έλληνες και τον κόσμο όλο. Με την πτώση όμως του Μεσολογγιού φάνηκε πως η Επανάσταση σβήνει.

 


 




Ωστόσο οι Έλληνες πολεμιστές με ηγέτη τον Γεώργιο Καραϊσκάκη την ξαναζωντανεύουν στο μεγαλύτερο μέρος της Στερεάς και δείχνουν ότι διαθέτουν ακόμη δυνάμεις ικανές για να νικήσουν. 



Και ενώ η επανάσταση του λαού και οι μάχες συνεχίζονται ενάντια στην Οθωμανική αυτοκρατορία διαφαίνεται η διάσταση που υπάρχει ανάμεσα στους πολιτικούς και τους στρατιωτικούς.

 Η Επανάσταση διατρέχει θανάσιμο κίνδυνο, αλλά η κυβέρνηση επιμένει να κρατά φυλακισμένο τον Κολοκοτρώνη. Ο Ιμπραήμ, χωρίς να συναντήσει ουσιαστική αντίσταση, καταλαμβάνει το μεγαλύτερο μέρος της Πελοποννήσου, σφάζοντας και καταστρέφοντας. Στην κρίσιμη αυτή στιγμή αποφυλακίζεται ο Κολοκοτρώνης και προσπαθεί να εμψυχώσει το λαό και να οργανώσει το στρατό.

Αλλά ήδη έχει εισβάλει διαλυτικά ο ξένος παράγοντας. Κι ενώ η πολιορκία της Ακρόπολης μπορούσε να καταλήξει σε μια μεγάλη νίκη, η άρνηση των ξένων (Φαβιέρος, Κόχραν, Τζωρτζ) να ακολουθήσουν τα σχέδια του Καραϊσκάκη και η υιοθέτηση από την κυβέρνηση των δικών τους σχεδίων οδήγησαν στην καταστροφή του Φαλήρου (23-24 Απρίλη 1827) και στο θάνατο του Καραϊσκάκη.

Η ανταγωνιστική παρέμβαση της Αγγλίας, της Γαλλίας και της Ρωσίας στο ελληνικό ζήτημα οδήγησε στη ναυμαχία του Ναυαρίνου (8 Οκτώβρη ’27) όπου ο στόλος των τριών δυνάμεων συνέτριψε τον ενωμένο τουρκοαιγυπτιακό στόλο.

Η τελευταία μάχη του αγώνα πριν την αναγνώριση του πρώτου ανεξάρτητου Ελληνικού κράτους δόθηκε νικηφόρα από τον Δ. Υψηλάντη στην Πέτρα της Βοιωτίας στις 12 Σεπτέμβρη 1829.

Η Ελλάδα απέκτησε την ανεξαρτησία της από την Οθωμανική Αυτοκρατορία με Πρωτόκολλο το οποίο υπογράφηκε στο Λονδίνο στις 22 Ιανουαρίου 1830 μεταξύ Μεγάλης Βρετανίας, Γαλλίας και Ρωσίας.

Το Άρθρο 1 του Πρωτοκόλλου αναφέρει ότι «Η Ελλάδα θα αποτελέσει ανεξάρτητο Κράτος και θα απολαμβάνει όλα τα δικαιώματα, πολιτικά, διοικητικά και εμπορικά, τα οποία συνδέονται με πλήρη ανεξαρτησία.»

Τα πρώτα σύνορα του ανεξάρτητου ελληνικού κράτους, όπως τα καθόριζε το Πρωτόκολλο, το οποίο έγινε γνωστό ως «Πρωτόκολλο της Ανεξαρτησίας», ήταν οι ποταμοί Ασπροπόταμος (Αχελώος) στα δυτικά και  Σπερχειός στα βόρεια.

Η επαναφορά των συνόρων στη γραμμή Αμβρακικού - Παγασητικού έγινε με μεταγενέστερο πρωτόκολλο, το οποίο υπογράφτηκε στο Λονδίνο τον Αύγουστο του 1832.

Σύμφωνα με το Πρωτόκολλο του 1832, έξω από τα όρια της ελληνικής επικράτειας παρέμενε η Κρήτη στην οποία η επανάσταση βρισκόταν σε εξέλιξη σε όλη τη διάρκεια του 1829. Μετά τη συμφωνία για ανεξαρτητοποίηση της Ελλάδας, στόλος των μεγάλων δυνάμεων επέβαλε την ειρήνευση στο νησί. Πολλοί Κρήτες τότε από επαναστατημένες περιοχές του νησιού κατέφυγαν σε περιοχές του νεοσύστατου ελληνικού κράτους, αποτελώντας ένα από τα πρώτα μεγάλα κύματα προσφύγων]

Έξω από τα όρια του ελληνικού κράτους παρέμενε και η Σάμος. Με το πρωτόκολλο όμως του Λονδίνου του 1832, το νησί αποτέλεσε αυτόνομη περιοχή, γνωστή ως Ηγεμονία της Σάμου. Η Σάμος διατήρησε αυτό το καθεστώς για ογδόντα χρόνια, μέχρι την ενσωμάτωσή της στην Ελλάδα το 1912.

Οι γυναίκες είχαν σημαντικό ρόλο στην επανάσταση

Οι γυναίκες συμμετείχαν ενεργά στην Ελληνική Επανάσταση, όχι μόνο υποστηρίζοντας ηθικά και υλικά τους αγωνιστές άντρες των οικογενειών τους, αλλά συμμετέχοντας και οι ίδιες συχνά στις μάχες, τόσο στην ξηρά όσο και στη θάλασσα

 

Αν και οι γυναίκες που ζούσαν στις ορεινές περιοχές της Ελλάδας γνώριζαν να χειρίζονται όπλα, ήταν ιδιαίτερα στη Μάνη, το Σούλι και το Μεσολόγγι που πήραν τα όπλα και συμμετείχαν στον ένοπλο αγώνα.  Η παλληκαριά τους, αποτέλεσε αντικείμενο πολλών δημοτικών τραγουδιών και έγιναν πηγή έμπνευσης για όλες τις επαναστατημένες γυναίκες κατά τη διάρκεια του ελληνικού αγώνα για την ανεξαρτησία. Στη Μάνη από τους 1.500 αμυνόμενους στη μάχη του 1826 ενάντια στις Τουρκικές και Αιγυπτιακές δυνάμεις, οι 1.000 ήταν γυναίκες.

Για τους πολεμιστές η επανάσταση είχε έντονο θρησκευτικό χαρακτήρα:

Τα γεγονότα της επανάστασης αποδίδονταν στον Θεό, την κήρυξη της και τη διεξαγωγή των πολεμικών συγκρούσεων πλαισίωναν θρησκευτικές ακολουθίες και τελετουργίες (δοξολογίες, λειτουργίες, ορκωμοσίες και αγιασμοί) και τα επαναστατικά λάβαρα έφεραν θρησκευτικά σύμβολα, κυρίως τον σταυρό.

 Επικρατέστερος ως τότε όρος αυτοπροσδιορισμού ήταν το «Ρωμιοί» ή «Ρωμαίοι», ενώ περιορισμένη διάδοση είχε γνωρίσει τα χρόνια εκείνα ο προβαλλόμενος από δυτικού προσανατολισμού λογίους, όπως ο Αδαμάντιος Κοραής, όρος  «Γραικοί» αλλά μέσα στους πρώτους μήνες της Επανάστασης γενικεύτηκε ακόμη και ανάμεσα στους μη εγγράμματους η χρήση της ονομασίας «Έλληνες» αποκλειστικά για τους επαναστατημένους μαχητές. Η ονομασία αυτή υποδήλωνε ανδρεία και μεγαλείο και εμψύχωνε τους πολεμιστές, καθώς τους ταύτιζε με τους Έλληνες της λαϊκής φαντασίας, θρυλικά όντα του απώτατου παρελθόντος με γιγαντιαίες διαστάσεις και υπερφυσική δύναμη.

Από την αρχή της Επανάστασης έγινε αντιληπτό ότι πρόκειται για μια Ελληνο-Οθωμανική σύγκρουση με θρησκευτικό και εθνικό χαρακτήρα καθώς η κάθε πλευρά προέβαινε σε ακρότητες και αντίποινα.

Κατά τον ιστορικό L. Stavrianos  oι σφαγές ήταν απαραίτητο συνοδευτικό ενός αγώνα που ταυτόχρονα έφερνε αντιμέτωπους Έλληνες υπηκόους εναντίον Τούρκων αφεντάδων, Έλληνες χωρικούς εναντίον Τούρκων γεωκτημόνων και Έλληνες χριστιανούς εναντίον Τούρκων μουσουλμάνων.

Η Ελληνική Επανάσταση υπήρξε ιδιαίτερος σταθμός της ιστορίας του Νεώτερου Ελληνισμού, καθώς οδήγησε στην ίδρυση ανεξάρτητου ελληνικού κράτους. 

Ενέπνευσε τις επόμενες γενεές των Ελλήνων για διαδοχικές απελευθερωτικές εξορμήσεις και σε καιρούς δοκιμασίας τις εμψύχωσε για υπομονή και αντίσταση. 

* Σύμφωνα με τον θρύλο της Αγίας Λαύρας, η Ελληνική Επανάσταση στην Πελοπόννησο ξεκίνησε στις 25 Μαρτίου 1821, όταν ο Παλαιών Πατρών Γερμανός ύψωσε το λάβαρο της επανάστασης στο μοναστήρι της Αγία Λαύρας στα Καλάβρυτα. Η άποψη αυτή γνώρισε μεγάλη διάδοση ήδη από τα πρώτα μετεπαναστατικά χρόνια. Από τον 19ο αιώνα, ορισμένοι ιστορικοί θεωρούσαν τη διήγηση αυτή φανταστική. Επίσης και ορισμένοι σύγχρονοι ιστορικοί δέχονται πως ο θρύλος στερείται ιστορικής βάσης και είναι εμπνευσμένος από τον Γάλλο φιλέλληνα Ποκεβίμ. ή δεν αναφέρονται καθόλου σ' αυτόν.

Ο θρύλος της κήρυξης της Επανάστασης στην Αγία Λαύρα κατέχει σημαντική θέση στην ελληνική δημόσια ιστορία και αποτελεί αντικείμενο ιδεολογικής αντιπαράθεσης. Διδασκόταν ως γεγονός στα ελληνικά σχολεία μέχρι το 1982, αλλά έχει απαλειφθεί από τα νεότερα βιβλία ιστορίας, στα οποία η 25η Μαρτίου αναφέρεται απλώς ως η καθιερωμένη ημερομηνία εορτασμού της επετείου της επανάστασης.

 Η  25η Μαρτίου καθιερώθηκε ως εθνική εορτή της χώρας μας στις 15 Μαρτίου 1838, με διάταγμα του βασιλιά Όθωνα, που εκτελούσε παράλληλα και τα καθήκοντα του πρωθυπουργού εκείνη την περίοδο. «Θεωρήσαντες ότι η ημέρα της 25ης Μαρτίου είναι λαμπρά και καθ’ αυτήν εις πάντα Έλληνα δια την εν αυτή τελουμένην εορτήν του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου, είναι προσέτι λαμπρά και χαρμόσυνος δια την κατ’ αυτήν την ημέραν έναρξιν του περί της ανεξαρτησίας αγώνος του ελληνικού Έθνους, καθιερούμεν την ημέραν ταύτην εις το διηνεκές ως ημέραν εθνικής εορτής» αναφέρεται στο διαταγμα. 

ΠΗΓΕΣ: el.wikipedia.org, alfavita.gr, historical-quest.com

 

                                                                             Ρωγμή στην ενημέρωση

Δεν υπάρχουν σχόλια

Εικόνες θέματος από jusant. Από το Blogger.