ΙΩΑΝΝΗΣ ΖΑΜΑΝΗΣ
Του ΜΑΝΩΛΗ ΜΠΟΥΡΜΠΟΥΛΑ*
Έτσι τον ξέρει ο Βύρωνας και έτσι διακόνησε το ιερό
του «χρέος στον άνθρωπο», από την Κατοχή μέχρι το 1983, όπου έκλεισε τα μάτια
του.
Τον γνώρισα σε δύσκολες μέρες, τον έμαθα πιο καλά στα
σοκάκια του Βύρωνα.
Λεβέντης νέος, καλοντυμένος, όμορφος, κάθε μέρα το
δρομολόγιό του στα δρομάκια του Βύρωνα.
Στο πέρασμά του άνοιγαν πόρτες, παράθυρα, για ν’ ακούσουν την καλημέρα του
γιατρού.
«Καλημέρα Κόνα Δέσποινα, καλημέρα Θεοπίστη, καλημέρα
Αγγελή...»
Με τα παιδιά της γειτονιάς φίλος, έπαιζε βόλους,
γεμάτες οι τσέπες του από πολύχρωμες γκαζές που χάριζε στα παιδιά, μια και
γινόταν κι αυτός παιδί. Ακόμα και τα γατιά χαϊδεύονταν στα παντελόνια του.
Τον Ζαμάνη, για να σας τον παρουσιάσω, είναι σαν
σήμερα το ΙΚΑ να είχε... τροχούς (ήταν κοντά σε κάθε σπίτι που είχε ανάγκη). Ο
γιατρός είχε ιατρείο κοντά στα Αγαλματάκια της Ανάληψης. Στη εξώπορτα ήταν ο
κυρ-Νικόλας, ο πατέρας του.
Η αμοιβή του, για τους μη έχοντες τίποτα, για τους
έχοντες στην κρίση τους και επειδή οι περισσότεροι δεν είχαν, ο γιατρός δεν
έγινε πλούσιος ποτέ.
Και τη δεύτερη και την τρίτη επίσκεψη πήγαινε στα
σπίτια των ανθρώπων χωρίς αμοιβή, αλλά πιότερο για να κάτσει κοντά τους, για να
μπει στην ψυχή τους και στις ανάγκες τους.
Σε πολλούς μάλιστα έδινε και το σχετικό βοήθημα για τα φάρμακα. Η μεγάλη του
αγάπη ήταν οι γέροντες. Γυρνώντας στους δρόμους, εάν συναντούσε γέροντα
φορτωμένο, τον ανακούφιζε από το βάρος.
Τα περισσότερα ψηστικά στους φούρνους του Βύρωνα τα πήγαινε και τα πλήρωνε ο
γιατρός.
Μα η πιο μεγάλη του αγάπη, η Κόνα Δέσποινα, στην οδό
Ίμβρου. Η Κόνα Δέσποινα από τη Σμύρνη. Χωρίς παιδιά, χωρίς άνδρα, στεγνή,
γυρμένη, γιατί στις πλάτες της ήταν φορτωμένη η καταστροφή της Σμύρνης. Θα ήταν
περίπου στα ενενήντα. Στα τελευταία της χρόνια κατέπεσε. Ο γιατρός πήγαινε κάθε
μέρα, σαν τις σημερινές αποκλειστικές, φορώντας ποδιά, για να κάνει το χρέος
του, έτσι έλεγε: «το χρέος μου στο Θεό».
«Γιατρέ Ζαμάνη, έλα και σήμερα και δείξε μου τον Θεό.
Εσύ τον βρήκες στην ψυχή του ανθρώπου, εγώ πού και πώς;»
Μια φορά ο Δήμος ήταν σε αναζήτηση Δημάρχου.
«Γιατρέ» του είπα, «γιατί δεν κατεβαίνεις για Δήμαρχος;»
Με κοίταξε και μου είπε:
«Γιατί, για να υπάρχουν άνθρωποι αύριο, που να πάψουν να μ’ αγαπάνε;»
Ένα κατοχικό βράδυ, κάναμε περιφρούρηση για να
προφυλάξουμε το έργο της ΕΠΟΝ στο γράψιμο συνθημάτων, μαζί με τον Δεκάριστο,
έναν Επονίτη, όχι Βυρωνιώτη, που δεν γνώριζε πρόσωπα και κατατόπια. Αργά το
βράδυ είδαμε δυο σκιές να περπατούν με προφυλάξεις, όπως συνηθιζόταν τότε.
«Αλτ», φωνάξαμε, «σύνθημα».
Και τότε ακούσαμε για παρασύνθημα: «Άντε βρε, η μαμή
είμαι, η Κατίνα η νοσοκόμα και ο Ζαμάνης». Οι Νυχτοβάτες της εποχής εκείνης.
Τους προσφέραμε τη βοήθειά μας για τη γέννηση ενός νέου ανθρώπου.
Νέο ακόμα, τον κέρδισε η Εκκλησία. Η μεταστροφή και η
αναγέννησή του οφείλεται κυρίως στη γνωριμία του με τον αείμνηστο π. Ιερώνυμο
Σιμωνοπετρίτη, άλλοτε ηγούμενο της Ι. Μονής Σίμωνος Πέτρας του Αγίου Όρους, που
για πολλά χρόνια έμεινε ως πνευματικός στο μετόχι της Ανάληψης.
Η αγιότητα του π. Ιερώνυμου ήταν οριστική για το
γιατρό Ζαμάνη.
Ήταν πια γιατρός ιεραπόστολος, άλλωστε και από μικρός ήταν.
Στις 25 Ιουλίου 1983 απεβίωσε, στα 71
του χρόνια. Πέθανε προσευχόμενος.
Ο Λαός του Βύρωνα και των γύρω περιοχών θρήνησε πάνδημα τον θάνατο του Γιατρού
της Φτωχολογιάς. Στην Αγία Τριάδα χιλιάδες κόσμου συνόδευσαν τον άνθρωπο, μέχρι
το Νεκροταφείο του Βύρωνα.
Κι όσοι γνωρίσαμε τον Ζαμάνη και ευεργετηθήκαμε απ’
αυτόν ποικιλοτρόπως, παρακαλούμε τον Κύριο ν’ αναδείξει νέους γιατρούς
Ζαμάνηδες.
Ευτυχώς στο Βύρωνα και στην περιοχή Αναλήψεως υπάρχουν
άνθρωποι γιατροί και σήμερα.
Ποιος μπορεί να τον ξεχάσει;
* Ο Μανώλης Μπούρμπουλας (1926-2010), Βυρωνιώτης, αγωνιστής της Εθνικής Αντίστασης – μέλος
της ΕΠΟΝ. Έγραψε σημαντικότατες
μαρτυρίες για την ιστορία της πόλης στην εφημερίδα "ΕΝΤΟΣ του
Βύρωνα" με την οποία συνεργάστηκε αρκετά χρόνια.
Το παραπάνω άρθρο είναι αναδημοσιεύσει από το αρχείο του "ΕΝΤΟΣ του Βύρωνα" Τεύχος: 31, 1/1998
Ρωγμή στην ενημέρωση
Δεν υπάρχουν σχόλια