Αύγουστος 1922: ΜΑΚΡΟΝΗΣΟΣ / Το κολαστήριο - λοιμοκαθαρτήριο για τους Πόντιους και Μικρασιάτες πρόσφυγες

Καταυλισμός προσφύγων. Πόντιοι οδηγούνταν στη Μακρόνησο για να… απολυμανθούν! (φωτ.: National Geographic)

Τη Μακρόνησο, το ξερονήσι απέναντι από το Λαύριο το γνωρίζουν οι περισσότεροι ως τόπο εξορίας πολιτικών κρατουμένων και κομμουνιστών, από το 1947 και για περίπου μια δεκαετία.

Πριν όμως, 25 χρόνια πίσω, το 1922 είχε χρησιμοποιηθεί ως απάνθρωπο «κέντρο υποδοχής» για περισσότερους από 40 χιλιάδες πρόσφυγες από τον Πόντο, Ασσυρίους και την Μικρά Ασία.

Εκεί στο λοιμοκαθαρτήριο της Μακρονήσου «φιλοξενούνταν» οι πρόσφυγες για ένα και πλέον χρόνο την περίοδο 1922-1923 πριν από την οριστική εγκατάστασή τους στην Ελλάδα και αποτέλεσε ένα κολαστήριο απομόνωσης, κάτω από απάνθρωπες και τραγικές συνθήκες με αποτέλεσμα πάρα πολλοί να πεθάνουν εκεί.

Η περίοδος 1821- 1923

Από την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης (1821) μέχρι τη Συνθήκη της Λοζάνης (1923), η πληθυσμιακή σύσταση της νεότερης Ελλάδας διαμορφώθηκε μέσα από κοσμοϊστορικά γεγονότα στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου: Πόλεμοι, συνοριακές μεταβολές, ίδρυση νέων κρατών, διωγμοί και ανταλλαγές πληθυσμών οδήγησαν σε αυξημένες προσφυγικές ροές ομοεθνών στην ελληνική επικράτεια.

Ο πόλεμος της Ανεξαρτησίας (1821-1828), οι εξεγέρσεις στις αλύτρωτες περιοχές, οι εκκαθαρίσεις μειονοτήτων στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, οι Βαλκανικοί Πόλεμοι (1912-1913), η είσοδος της Ελλάδας στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο (1917), σε αντίπαλο με τους γείτονές της στρατόπεδο, η Οκτωβριανή Επανάσταση (1917) και οι αλλαγές στην πολιτική των Μεγάλων Δυνάμεων, δημιούργησαν δραματικές συνθήκες και αυξημένη κινητικότητα στην περιοχή.

Η αδυναμία της Ελλάδας να διατηρήσει τα κέρδη της από τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο κατέληξε στον βίαιο ξεριζωμό του ελληνισμού της Μικράς Ασίας και της Ανατολικής Θράκης και στην υποχρεωτική ανταλλαγή πληθυσμών μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας (1923).

Συστηματικά, κατά τον αιώνα που μεσολάβησε από την καταστροφή της Χίου (1822) μέχρι εκείνη της Σμύρνης (1922), η βία και ο φόβος έσπρωχναν τους ανθρώπους μακριά από τις εστίες τους, προς ένα αβέβαιο μέλλον.

Προσφυγικά κύματα

Έτσι ξεκίνησε η σταδιακή εξόντωση των χριστιανικών πληθυσμών από τους Νεότουρκους του Μουσταφά Κεμάλ. Όσοι δεν σφαγιάστηκαν και δεν πέθαναν στα τάγματα εργασίας Αμελέ Ταμπουρού, πήραν το δρόμο του ξεριζωμού.

«Η πρώτη φάση της Γενοκτονίας των Ασσυρίων στη Μεσοποταμία από τους Τούρκους ξεκίνησε το 1884 και η τελευταία το 1915. Οι πρόγονοί μας πέρασαν από Περσία και Ρωσία, και το 1922 αντάμωσαν με τα αδέλφια μας τους Πόντιους στο λιμάνι του Νοβοροσίσκ. Τελευταίος σταθμός τους η Μακρόνησος.

Η προσφυγική κρίση κορυφώθηκε με την Μικρασιατική Καταστροφή και επισφραγίστηκε με την υπογραφή της Συνθήκης της Λοζάνης, που προέβλεπε την αναγκαστική ανταλλαγή πληθυσμών Ελλάδας – Τουρκίας. Εκατομμύρια Χριστιανοί της Ανατολίας θα ανταλλάσσονταν με χιλιάδες μουσουλμάνους της Ελλάδας.

Πλωτές υγειονομικές βόμβες

Από το 1919 και το ξέσπασμα του πρώτου προσφυγικού κύματος, οι συνθήκες μετακίνησης των κατατρεγμένων ήταν άθλιες. Οι άνθρωποι ξεριζώνονταν από τον τόπο τους, διένυαν δεκάδες χιλιόμετρα μέχρι να φτάσουν σε κάποιο λιμάνι, υποσιτίζονταν και ήταν εκτεθειμένοι σε κάθε λογής μολύνσεις και ασθένειες. Όσοι από αυτούς άντεχαν τις κακουχίες, στοιβάζονταν κατά χιλιάδες στα αμπάρια μικρών πλοίων, προκειμένου να έρθουν στην Ελλάδα.
Σε καράβια που υπό φυσιολογικές συνθήκες δεν χωρούσαν πάνω από χίλιοι άνθρωποι, την εποχή εκείνη φορτώνονταν 3 και 4 χιλιάδες. Πέραν του ότι ο ένας βρισκόταν πάνω στον άλλο, υπήρχε και το θέμα των φυσικών αναγκών. Η υγειονομική βόμβα συμπληρωνόταν από τα νεκρά σώματα εκείνων που δεν άντεχαν, τα οποία οι συγγενείς δεν ήθελαν να αποχωριστούν.

Όλα αυτά είχαν ως αποτέλεσμα, το 1922 να φτάνουν στην Ελλάδα καθημερινά μέχρι και 8.000 πρόσφυγες.

Η «απολύμανση» των προσφύγων από την Μικρά Ασία ήταν ένα μέτρο που κρίθηκε υγειονομικά αναγκαίο από την ελληνική κυβέρνηση στις αρχές του 1920, προκειμένου ο γηγενής πληθυσμός να μην μολυνθεί από τις ασθένειες που πιθανόν να μετέφερε η αθρόα προσφυγική εισροή στην χώρα.

Η δημιουργία λοιμοκαθαρτηρίων σε απομονωμένα μέρη ήρθε να ικανοποιήσει την λαϊκή απαίτηση οι «μολυσμένοι πρόσφυγες» να περνούν από καραντίνα και να «απολυμαίνονται» προτού αναμιχθούν με τους ντόπιους. Επίσημα, το σκεπτικό της ελληνικής κυβέρνησης ήταν τα μέρη αυτά να βοηθήσουν στην υγειονομική, αλλά και κοινωνική ενσωμάτωσή τους. Ύστερα από την σύντομη καραντίνα στα απολυμαντήρια, θα έπαιρναν σφραγίδα εξόδου, κάτι σαν πιστοποίηση ότι ήταν ασφαλείς.

Μέχρι τότε, υπήρχε η πρόβλεψη να μεταφέρονται στα απολυμαντήρια του Αγίου Γεωργίου Σαλαμίνας, της Κέρκυρας και της Καλαμαριάς πριν από την οριστική εγκατάστασή τους στην χώρα. Σε αυτά τα λοιμοκαθαρτήρια στοιβάχτηκαν κάτω από άθλιες συνθήκες και μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα πέθαναν χιλιάδες.

Περίοδος 1922-23

Η άλλη Μακρόνησος


Κατά τον Α’ Βαλκανικό Πόλεμο του 1912-13 είχε χρησιμοποιηθεί ως στρατόπεδο συγκέντρωσης Τούρκων αιχμαλώτων, πολλές εκατοντάδες από τους οποίους άφησαν τα κόκαλά τους εκεί, αποδεκατισμένοι από τον τύφο.

Λίγο αργότερα μετατράπηκε από τους Αγγλο-Γάλλους συμμάχους του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου σε χώρο εκτόπισης Ρώσων φαντάρων που θεωρούνταν ύποπτοι για μπολσεβικισμό.

Ως λύση για τη διαχείριση της προσφυγικής «απειλής», η κυβέρνηση Γούναρη θα μετατρέψει σε ειδικό «χώρο υποδοχής» να δημιουργήσει λοιμοκαθαρτήριο στη Μακρόνησο. Με ειδική απόφαση του υπουργικού συμβουλίου (9.6.1922) για «το ζήτημα της εγκαταστάσεως των προσφύγων, απεφασίσθη όπως εγκατασταθούν όλοι εις Μακρόνησον» και, «μετά την απολύμανσίν των και την εξυγίανσιν [να] τοποθετηθούν εις διάφορα μέρη».

Το ξερονήσι, που είχε ήδη άσχημη προϊστορία, έγινε αργότερα θλιβερά διάσημο ως τόπος εξορίας και βίαιης «αναμόρφωσης» των πολιτικών κρατουμένων.

Το λοιμοκαθαρτήριο της Μακρονήσου άνοιξε τις πύλες του το 1922, και εκεί «φιλοξενούνταν» οι πρόσφυγες για ένα και πλέον χρόνο την περίοδο 1922-1923. Αποτέλεσε ένα κολαστήριο απομόνωσης για περισσότερους από 40 χιλιάδες πρόσφυγες από τον Πόντο και την Μικρά Ασία.

Η παραλία της Μακρονήσου όπου “στήθηκε” το λοιμοκαθαρτήριο

Αρχικά στα λοιμοκαθαρτήρια της Μακρονήσου «φιλοξενούνταν» κυρίως πρόσφυγες από τον Πόντο και Ασσυρίοι. Σύμφωνα με δημοσίευμα του «Ριζοσπάστη» της εποχής, μέχρι το τέλος του 1923, περίπου 40 χιλιάδες άνθρωποι έκαναν το πέρασμά τους από τα λοιμοκαθαρτήρια στο μικρό νησί του Αιγαίου.

Τα δύο σημεία συγκέντρωσης και εγκατάστασης των Ποντίων προσφύγων στην νότια απόληξη της Μακρόνησου. Αεροφωτογραφία: "Μηχανή του Χρόνου"

Οι συνθήκες διαβίωσης των προσφύγων πάνω στο νησί ήταν άθλιες. Εγκαθίσταντο σε πρόχειρα αντίσκηνα, τα οποία ήταν οργανωμένα σε ζώνες. Η κατανομή γινόταν βάσει της περιοχής προέλευσης και των και των ασθενειών που έφερε ο καθένας. Τυπικά, για την διατροφή τους, τους αναλογούσαν 1.000 θερμίδες ημερησίως. Το φαγητό όμως συχνά ήταν σκουληκιασμένο και το νερό ακάθαρτο.

Αρχικά τους έβαλαν μέσα σε θάμνους με τα πράγματά τους. Στη συνέχεια έστησαν παράγκες με σανίδια, τους κούρεψαν και τους έλουσαν. Κούρευαν τις γυναίκες με την ψιλή, πράγμα ταπεινωτικό. Καθώς έπεφταν στο χώμα οι κοτσίδες των κοριτσιών, ένιωθαν να χάνουν και το τελευταίο ίχνος αξιοπρέπειας που τους είχε απομείνει. Ταπείνωση, προσβολή και ψυχική ισοπέδωση ήταν όλα όσα ένιωθαν. Τα κλάματα των γυναικών δε συγκινούσαν κανέναν πια. Είχαν στερέψει τα δάκρυα τους. Δεν άντεχαν άλλο, δεν αντιδρούσαν. Βουβοί, με κατεβασμένα κεφάλια ακολουθούσαν την άδικη μοίρα τους που τους έριξε σε αυτό το αφιλόξενο μέρος της πατρίδας των ονείρων τους. Πέθαιναν δεκάδες καθημερινά. Τους έθαβαν βιαστικά. Τους έβαζαν μέσα σε τσουβάλια. Τους έριχναν μέσα σε χαντάκια ασβεστωμένα και τους σκέπαζαν με χώμα. Χωρίς φέρετρα, χωρίς κουράγια από τους δικούς τους να τους κλάψουν και να τους μοιρολογήσουν. Αντί για σάβανα και νεκρικές τιμές ασβέστωναν τα νεκρά σώματα προτού τα αραδιάσουν στα χαντάκια και τα σκεπάσουν με χώμα.

Την περίθαλψή τους ανέλαβε σε μεγάλο βαθμό η φιλανθρωπική οργάνωση των «Νοσοκομείων Αμερικανίδων Κυριών» (American Women’s Hospital). Η αμερικανή σουφραζέτα Έστερ Λαβ Τζόι ήταν μία από τις γιατρούς που πρωτοστάτησαν της προσπάθειας. Αλλά και η πλειονότητα των εθελοντριών νοσηλευτριών που συνέρρευσαν στην Μακρόνησο για τον σκοπό αυτό, συνέβαλαν ουσιαστικά στην επίτευξή του. Παρά τις δύσκολες συνθήκες και τις ανεπαρκείς εγκαταστάσεις, αφοσιώθηκαν πλήρως στο έργο της απάλυνσης του πόνου των βασανισμένων ανθρώπων, στην φροντίδα των παιδιών και στην παροχή όλων των διαθέσιμων μέσων για την βελτίωση της καθημερινότητάς τους.

Στην ουσία, οι φιλανθρωπικοί οργανισμοί ήταν αυτοί που οργάνωσαν τη νοσηλεία, τη σίτιση και την στέγαση. Τυπικά, η παραμονή των προσφύγων στο νησί ξεκινούσε από τις 14 ημέρες και μπορεί να έφτανε μέχρι τις 40. Μαρτυρίες ωστόσο αναφέρουν ότι σε πολλές περιπτώσεις ο χρόνος παραμονής ξεπερνούσε ακόμα και τον ένα χρόνο.

Τα πρώτα βήματα κατά την άφιξή τους στην Μακρόνησο ήταν δύο: κάψιμο των ρούχων και κόψιμο των μαλλιών. Υπήρξαν μάλιστα πολλές περιπτώσεις που το ολοκληρωτικό κούρεμα προκαλούσε νευρικό κλονισμό στις γυναίκες. Όντας ήδη εξαντλημένες ψυχικά και σωματικά, η βίαιη αφαίρεση του ύψιστου συμβόλου θηλυκότητας από πάνω τους -της μακριάς κόμης- ήταν το τελειωτικό χτύπημα.

Και αυτή ήταν μόνο μία ήπια πρόγευση από την ισοπέδωση της ανθρώπινης αξιοπρέπειας που θα ακολουθούσε. Οι συνθήκες διαβίωσης των προσφύγων πάνω στο νησί ήταν άθλιες.

Εγκαθίσταντο σε πρόχειρα αντίσκηνα, τα οποία ήταν οργανωμένα σε ζώνες. Η κατανομή γινόταν βάσει της περιοχής προέλευσης και των και των ασθενειών που έφερε ο καθένας. Τυπικά, για την διατροφή τους, τους αναλογούσαν 1.000 θερμίδες ημερησίως. Το φαγητό όμως συχνά ήταν σκουληκιασμένο και το νερό ακάθαρτο.

Το σημείο όπου γινόταν η αποβίβαση των προσφύγων

Η μαρτυρία του Ιγνάτιου Ορφανίδη από το χωριό Αϊ-Γιαννέτ’ (Αϊ-Έννες) της Άρδασας Αργυρούπολης του Πόντου, ο οποίος την 1η Αυγούστου 1922 αποβιβάστηκε στη Μακρόνησο, που δημοσιεύτηκε στο pontosnews.gr συγκλονίζει:

Ο Ιγνάτιος Ορφανίδης έφθασε στην Ελλάδα, στις 24 Ιουλίου 1922, με το ατμόπλοιο «Κίος». Την 1η Αυγούστου μεταφέρθηκε μαζί με άλλους πρόσφυγες στη Μακρόνησο.

Σαράντα χρόνια μετά, το 1962, διηγήθηκε ένα μικρό μέρος όσων πέρασε στο νησί-κολαστήριο, σε ερευνητή του Κέντρου Μικρασιατικών Σπουδών (ΚΜΣ).

Η μαρτυρία του που ακολουθεί, περιλαμβάνεται στο έργο Η Έξοδος (τόμ. Γ΄, Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών, Αθήνα 2013), σε επιμέλεια του καθηγητή Πασχάλη Κιτρομηλίδη:

«Εμείς οι Αι-Γιαννέτ’ φύγαμε και πήγαμε στο Νοβοροσίσκ. […] Μείναμε τρία χρόνια στο Νοβοροσίσκ και στις 24 Ιουλίου του 1922 με το ατμόπλοιο «Κίος» ήρθαμε στην Ελλάδα. Οχτώ μέρες ταξίδι κάναμε. Στην 1η Αυγούστου μας κατέβασαν στη Μακρόνησο.

Στη Μακρόνησο άρχισαν νέα βάσανα και θάνατοι. Μας έκαναν καραντίνα. Εμείς ιδρύσαμε τη Μακρόνησο. Εμείς χτίσαμε τα παραπήγματα, στέρνα για νερό, ό,τι χρειαζόταν. Έρημο νησί ήταν η Μακρόνησος. Ακατοίκητο. Όλο βράχια. Απ’ τους οχτώ χιλιάδες που έφερε το «Κίος» μείναμε στο τέλος δύο χιλιάδες. Οι άλλοι έξι χιλιάδες άνθρωποι πέθαναν. Έπεσε αρρώστια και μας θέρισε. Ήταν η κυβέρνηση Γούναρη. Επειδή ήρθαμε απ’ τη Σοβιετική Ρωσία, μας πέρασαν για μπολσεβίκους και ήθελαν να μας εξοντώσουν.

Την αρρώστια, στη Μακρόνησο την αποχτήσαμε. Ζούσαμε μες στη βρώμα, στην πείνα και τη δίψα.

»Νερό δεν υπήρχε στάλα στο νησί. Μια μαούνα μάς έφερνε απ’ το Λαύριο νερό και εκείνο γλυφό και λιγοστό. Μας τάιζαν βρώμικα μακαρόνια, ελιές σκουληκιασμένες, χαλασμένες ρέγγες κι έπεσε τύφος. Και νερό πουθενά. Κάποτε έκανε τρεις μέρες η μαούνα να φέρει νερό. Λιποθυμούσε ο κόσμος από τη δίψα. Μας τάιζαν και αλμυρές ρέγγες, χαλασμένες και… καταλαβαίνεις. Οι εργολάβοι που μας τροφοδοτούσαν μας έφερναν αυτές τις χαλασμένες τροφές και έπιασε τον κόσμο τύφος. Η διοίκηση της καραντίνας τα έβλεπε αυτά αλλά δεν μιλούσε, ούτε συνελάμβανε τους εγκληματίες εργολάβους τροφοδότες. Εκείνοι πλούτιζαν εις βάρος χιλιάδων ανθρώπων. Πάτησαν πάνω στα πτώματά τους.

»Μια ομάδα νέων, μαζί και γω, δημιουργήσαμε μια επιτροπή. Πήγαμε στον Ελευθεριάδη, τον διευθυντή του λοιμοκαθαρτηρίου, και παρουσιαστήκαμε μπροστά του. Ζητήσαμε να βγούμε ανεξάρτητοι. Ανεξάρτητος είναι όποιος βγει από το λοιμοκαθαρτήριο με δικά του έξοδα και η κυβέρνηση δεν θα έχει καμία υποχρέωση απέναντί του. Ο πρόσφυγας πάλι δεν θα είχε κανένα δικαίωμα. Πολλοί, για να σωθούν, ζητούσαν να βγουν ανεξάρτητοι, αλλά η διοίκηση και πάλι δεν άφηνε. Ήθελαν σου λέω να μας εξοντώσουν.

Αλλά εμείς, η νεολαία του Πόντου και του Καυκάσου, πήραμε πέτρες και ξύλα και φοβερίζαμε ότι θα κάψουμε το λοιμοκαθαρτήριο. «Ή θα τα κάψουμε όλα ή θα μας δώσετε χαρτιά να πάμε έξω», του είπαμε. Έτσι αναγκάστηκε να μας δώσει άδεια εξόδου.

Ήμασταν πενήντα νομάτοι νέοι. Νοικιάσαμε ένα ιστιοφόρο. Ξέχασα να σου πω ότι κάπου-κάπου έρχονταν έμποροι με ιστιοφόρα και πουλούσαν λαθραία σε μας ψωμί. Σπείρα σωστή ήταν. Ένα ψωμί το πουλούσαν μια λύρα χρυσή, ένα δαχτυλίδι χρυσό, ένα ρολόι. Ναυλώσαμε λοιπόν ένα ιστιοφόρο για να πάμε απέναντι στο Λαύριο. Αλλά απ’ τους πενήντα που μπήκαμε μέσα, μόνο ένας είχε να πληρώσει τα ναύλα του, ο Γ. Βασιλειάδης. Όταν φτάσαμε στο Λαύριο, ο Βασιλειάδης πλήρωσε για άλλους δύο. Όταν όμως ήρθε η σειρά να πληρώσουμε και οι άλλοι, του είπαμε του καπετάνιου ότι δεν έχουμε. Ζητήσαμε και υπογράψαμε ένα χαρτί ότι θα δουλέψουμε και θα του το φέρουμε.

«Καλά. Αν τα φέρετε, τα φέρατε». Δεν πίστευε ότι θα του τα φέρουμε. Εμείς όμως δουλέψαμε, βγάλαμε χρήματα και του τα φέραμε.

Πήγαμε στον Πειραιά και από κει σκορπίσαμε. Εγώ πήγα στη Δραπετσώνα. Οι άλλοι Αϊ-Γιαννέτες, όσοι γλίτωσαν, βγήκαν αργότερα και σκόρπισαν κι αυτοί. Άλλος στον Πειραιά, άλλος στον Περισσό κι άλλος στη Μακεδονία. Στη Θεσσαλονίκη βρίσκονται δυο-τρεις».

Πηγή: Πασχάλης Μ. Κιτρομηλίδης (επιμ.), Η Έξοδος, τόμ. Γ΄, Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών, Αθήνα 2013, σ. 371-372.

Το νεκροταφείο προσφύγων στη Μακρόνησο (φωτ.: Σύλλογος Ποντίων «Αργοναύται- Κομνηνοί»)


Το βιβλίο παρουσιάζει στην περιπέτεια χιλιάδων Ελλήνων προσφύγων από τον Πόντο και τη Μικρά Ασία, και μερικών εκατοντάδων Ασσυρίων που μετά από περιπετειώδη περιπλάνηση στις θάλασσες, το πέρασμά τους από τους στρατώνες Σελιμιγέ της Κωνσταντινούπολης, κατέληξαν στην καραντίνα του λοιμοκαθαρτηρίου της Μακρονήσου, μαστιζόμενοι από τις επιδημικές ασθένειες του εξανθηματικού τύφου, της ευλογιάς, της ελονοσίας και του τυφοειδούς πυρετού.

Ο Σύλλογος Ποντίων «ΑΡΓΟΝΑΥΤΑΙ - ΚΟΜΝΗΝΟΙ» αιτήθηκε (27.11.2018) στο Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού την τοποθέτηση μνημείου στον ιστορικό τόπο της Μακρονήσου προς τιμή των νεκρών και των εθελοντικών οργανώσεων που προσέφεραν υπηρεσίες στο Λοιμοκαθαρτήριο Μακρονήσου κατά την περίοδο 1922-1923.

Μετά από ιστορική και επιστημονική τεκμηρίωση καθώς του εντοπισμού του σημείου υποδοχής των προσφύγων στο νότιο άκρο του νησιού που λειτούργησε ως λοιμοκαθαρτήριο, έγινε δεκτό το αίτημα και εγκρίθηκε η τοποθέτηση του γλυπτού μνημείου στον Ιστορικό τόπο της Μακρονήσου με τους κάτωθι όρους, οι οποίοι αφορούν την προστασία των χαρακτηρισμένων μνημείων:
  • Να μετατοπιστεί ο χώρος τοποθέτησης του μνημείου νοτιοανατολικά, προκειμένου να υπάρχει ικανή απόσταση από τον χώρο Απομόνωσης των «αμετανοήτων» των Φυλακών ΣΦΑ και να διασφαλιστεί η αποφυγή ενδεχόμενων αλλοιώσεων των υφιστάμενων καταλοίπων. Η ακριβής θέση του μνημείου και οι λεπτομέρειες της μελέτης κατασκευής θα αποφασιστούν σε συνεργασία με την Υπηρεσία μας.
  • Η στήλη να μην εδράζεται στην προτεινόμενη βάση εμβαδού 9-10 τ.μ. αλλά να τοποθετηθεί με απευθείας εμφύτευση στο επιλεγμένο βραχώδες σημείο.
  • Να μην τοποθετηθούν δείκτες-πινακίδες σήμανσης στα προτεινόμενα σημεία επί της Μακρονήσου καθώς η συγκεκριμένη σήμανση αποτελεί μέριμνα της Υπηρεσίας μας και θα αντιμετωπιστεί ενιαία στο πλαίσιο συνολικής σχετικής μελέτης. Η ενημέρωση των επισκεπτών θα γίνεται με ενημερωτικά φυλλάδια των αιτούντων.
  • Η πρόσβαση να γίνεται από το υφιστάμενο μονοπάτι.
  • Να μην γίνει καμία παρέμβαση στα χαρακτηρισμένα μνημεία και εν γένει στο προστατευόμενο περιβάλλον της Μακρονήσου, εφόσον δεν υπάρχει σχετική μελέτη που να μεριμνά για τον τρόπο προστασίας τους.
Στις 16 Ιουνίου 2024, μετά από πολλές αναβολές, έγιναν τα αποκαλυπτήρια του μνημείου που τοποθέτησαν η Παμποντιακή Ομοσπονδία Ελλάδας (ΠΟΕ), η Πανελλήνια Ένωση Ασσυρίων και ο Σύλλογος Ποντίων «Αργοναύται-Κομνηνοί».

Το Μνημείο Λοιμοκαθαρτηρίου στη Μακρόνησο

Ο Ιστορικός Τόπος της Μακρονήσου

Η Μακρόνησος βρίσκεται μόλις 2,5 ναυτικά μίλια από το Λαύριο. Ανήκει ωστόσο διοικητικά στο Δήμο Κέας. Έχει μήκος 13,5 χλμ. και πλάτος 1,5 χλμ. περίπου. Σχεδόν στο μέσο του πλάτους της και κατά το μήκος της διατρέχεται από κορυφογραμμή με υψόμετρο που κυμαίνεται από 180- 220μ. Η ανατολική πλευρά της έχει έντονες κλίσεις (έως ~60%), ως προς το φυσικό ανάγλυφο, και η ακτογραμμή της διαμορφώνεται από αρκετούς κολπίσκους. Το ανάγλυφο της δυτικής πλευράς της είναι πιο ήπιο - οι κλίσεις του εδάφους δεν ξεπερνούν το 30% - και η ακτή δεν έχει πολλές διακυμάνσεις. Αν και υπάρχουν μερικά πηγάδια, το νησί θεωρείται άνυδρο, ενώ στην επιφάνειά του αναπτύσσεται κυρίως χαμηλή βλάστηση. Οι πρώτες ενδείξεις κατοίκησης στο νησί χρονολογούνται στην προϊστορική εποχή. Στην κλασική εποχή κατάλοιπα κατοίκησης εντοπίζονται στην περιοχή του Αγίου Γεωργίου. Τον 12ο αι. φαίνεται πως η Μακρόνησος, όπως και άλλα παρακείμενα νησιά, έγινε ορμητήριο των πειρατών. Στη διάρκεια των Βαλκανικών πολέμων, για ένα σύντομο χρονικό διάστημα, εγκαταστάθηκε στο νησί στρατόπεδο Τούρκων αιχμαλώτων. Από τον Απρίλιο του 1947 η Μακρόνησος χρησιμοποιήθηκε ως στρατόπεδο συγκέντρωσης για την «εξυγίανση» του στρατού από τους «εθνικώς υπόπτους» στρατεύσιμους, που αφοπλίστηκαν και φυλακίστηκαν. Το 1949 μεταφέρθηκαν στη Μακρόνησο και οι Πολιτικοί εξόριστοι που κρατούνταν στα νησιά Ικαρία, Αη-Στράτη και Λήμνο, με στόχο την ιδεολογική τους υποταγή. Σχηματίστηκε, έτσι, το μεγαλύτερο στρατόπεδο του εμφυλίου πολέμου που το ίδιο έτος αριθμούσε γύρω στα 10.000 άτομα. Υπολογίζεται ότι πέρασαν από το νησί περίπου 60.000 άνθρωποι. Το νησί εγκαταλείφθηκε το 1961 και στη συνέχεια λεηλατήθηκαν όλες οι εγκαταστάσεις και αποξυλώθηκαν όλα τα υλικά που ήταν δυνατόν αν επαναχρησιμοποιηθούν.

Το νησί της Μακρονήσου έχει χαρακτηριστεί από το ΥΠΠΟΑ ως Ιστορικός Τόπος και όλα τα κτήρια των στρατοπέδων ως ιστορικά διατηρητέα μνημεία με την με αριθ. ΥΠΠΟ/ΔΙΛΑΠ/Γ/1285/24225/16-5-1989 Υ.Α., που δημοσιεύτηκε στο ΦΕΚ 436/Β/5-6-1989 και υπάγεται στις διατάξεις του Ν. 3028/2002 «Για την Προστασία των Αρχαιοτήτων και εν γένει της Πολιτιστικής Κληρονομιάς» γιατί «… έχει σημαδέψει την ιστορία της Νεώτερης Ελλάδας, γιατί αποτελεί χώρο μνήμης όχι μόνο γι’ αυτούς που έζησαν όλη τη φρικαλεότητα της περιόδου 1947- 1953, αλλά και για όλους τους Έλληνες, και κυρίως για τις νέες γενιές, γιατί αποτελεί σύμβολο καταδίκης του εμφυλίου πολέμου, όλων των βασανιστηρίων και κάθε καταπίεσης από οπουδήποτε προερχομένης, βωμός ελευθερίας της σκέψης και των ιδεών.»

ΠΗΓΕΣ:
  • mixanitouxronou.gr,
  • pontosnews.gr, 
  • argonautai-komninoi.gr
Ρωγμή στην Ενημέρωση

Δεν υπάρχουν σχόλια

Εικόνες θέματος από jusant. Από το Blogger.