ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ: 15 Ιανουαρίου 1902 γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη ο μεγάλος Τούρκος ποιητής Ναζίμ Χικμέτ

 Ο Ναζίμ Χικμέτ από τις σημαντικότερες φωνές της τουρκικής λογοτεχνίας τον 20ο αιώνα. Πέρασε πολλά χρόνια στη φυλακή για τις κομμουνιστικές του ιδέες και πέθανε εξόριστος στη Μόσχα.

                                  Ο Ναζίμ Χικμέτ  Ραν (Nâzım Hikmet Ran)


Γεννήθηκε στην Θεσσαλονίκη, 15 Ιανουαρίου 1902 – Πέθανε εξόριστος στην Μόσχα, 3 Ιουνίου 1963). Τούρκος ποιητής και δραματουργός, τα έργα του οποίου μεταφράστηκαν σε πολλές γλώσσες. Υπήρξε μέλος του Κομμουνιστικού Κόμματος της Τουρκίας. Πέθανε στην Μόσχα από καρδιακή προσβολή σε ηλικία 61 ετών.  

Η ζωή του

Ο Ναζίμ Χικμέτ Ραν  (Nazim Hikmet Ran) γεννήθηκε στην πολυεθνοτική και διατρεχόμενη από πολιτικά ρεύματα,  τουρκοκρατούμενη Θεσσαλονίκη, στις 15 Ιανουαρίου 1902. Γόνος ευυπόληπτης οθωμανικής οικογένειας της πόλης, με γερμανοπολωνικές ρίζες από τη μητρική πλευρά.

Ο πατέρας του, Χικμέτ Ναζίμ Μπέης, υπηρετούσε στο Υπουργείο Εξωτερικών και υπήρξε για μικρό χρονικό διάστημα πρόξενος στο Αμβούργο. Όταν απολύθηκε, εργάστηκε ως διαχειριστής σε κινηματογραφικές αίθουσες. Η μητέρα του, Αϊσέ Τζελιέ Χανούμ, ήταν ζωγράφος κι εγγονή του -γερμανικής καταγωγής- Οθωμανού στρατάρχη, Μεχμέτ Αλή. Οι συνθήκες της εποχής δεν άφησαν ανεπηρέαστη την οικογένεια τουΛόγω της διάστασης των γονιών του, ο  Ναζίμ Χικμέτ  πέρασε πολλά από τα παιδικά του χρόνια κοντά στον παππού του, στις διάφορες περιπλανήσεις του, ως ανώτερος κρατικός αξιωματούχος στη Μικρά Ασία.

Ολοκλήρωσε τη στοιχειώδη εκπαίδευση του στην Κωνσταντινούπολη, κι ύστερα γράφτηκε στη Ναυτική Σχολή Χάλκης, το 1918, η οποία βρισκόταν κάτω από τη διοίκηση του Κεμάλ Πασά.

Ο διοικητής του, άκουσε και θαύμασε το ποίημά του «Λόγια Ενός Αξιωματικού Του Ναυτικού», που είχε γράψει, μόλις, στα 12 του χρόνια. Εντάχθηκε στο πλήρωμα του καταδρομικού Χαμηδιέ.

Παρ’ όλα αυτά, η πορεία του στο Ναυτικό τερμάτισε απότομα, γιατί αρρώστησε από πλευρίτη στη διάρκεια μιας νυχτερινής βάρδιας -και δεδομένου ότι δε μπόρεσε να ανακτήσει πλήρως την υγεία του-, απαλλάχθηκε από τα καθήκοντα του, σαν άτομο με ειδικές ανάγκες (1920). Λίγο αργότερα, διορίστηκε καθηγητής στην Ανατολία, στο γυμνάσιο Bolu, για σύντομο διάστημα.  

Το 1921 μαζί με δύο φίλους του ζήτησε να πολεμήσει στο πλευρό του Κεμάλ Ατατούρκ, που πολεμούσε τις Ελληνικές Δυνάμεις στη Μικρά Ασία. Μάλιστα, έγραψε κι ένα ποίημα, που εξυμνούσε τα στρατιωτικά κατορθώματα του τουρκικού στρατού και τον αγώνα για την εθνική ανεξαρτησία.

 Το 1924, μετά την εγκαθίδρυση της Τουρκικής Δημοκρατίας από τον Κεμάλ Ατατούρκ, επέστρεψε στην πατρίδα του, όπου εργάστηκε ως δημοσιογράφος σε διάφορα έντυπα και είχε αρχίσει να γίνεται γνωστός για τις κομμουνιστικές του ιδέες. Ήρθε γρήγορα σε σύγκρουση με τους συντηρητικούς προϊσταμένους του, ενώ παράλληλα ανέπτυξε έντονη κομμουνιστική δράση, για την οποία συνελήφθη και φυλακίστηκε για πολλά χρόνια.  

Ο Ναζίμ Χικμέτ, την επαναστατική του κοσμοθεωρία διαμόρφωσε σε συναρπαστικούς καιρούς, πρώτα στην Τουρκία της αστικοδημοκρατικής επανάστασης των Νεότουρκων και των Κεμαλιστών . 

Τον Σεπτέμβριο του 1921 εγκατέλειψε την Τουρκία και με πρώτο σταθμό το Μπατούμι της Σοβιετικής Γεωργίας εγκαταστάθηκε τελικά στη Μόσχα, με σκοπό να μελετήσει από κοντά τα επιτεύγματα της Οκτωβριανής Επανάστασης.

Σε αυτό χρωστά την ικανότητά του να εκφράζει λιτά, απλά, διάφανα και περιεκτικά τη διαλεκτική της ιστορίας.

Σε αυτές τις εποχές άντλησε πλούσια καλλιτεχνικά ερεθίσματα που συνέβαλαν καθοριστικά στην δημιουργική εξέλιξή του. Η ακτινοβολία όμως της ποίησης του οφείλεται στο θάρρος να λέει την αλήθεια με οποιοδήποτε τίμημα, που το αντλούσε από την ανθρωπιά της ιδεολογίας του. Γνώριζε ότι ο δημιουργός που πουλάει την ψυχή του και νοικιάζει το μυαλό του, καταντά απλός δεξιοτέχνης.

 Από το 1922 έως το 1925 σπούδασε οικονομικές και πολιτικές επιστήμες στη Μόσχα, ενώ επηρεάστηκε καλλιτεχνικά από το κίνημα του ρωσικού φουτουρισμού, το οποίο εκπροσωπούσαν προσωπικότητες, όπως ο ποιητής Βλαντιμίρ Μαγιακόφσκι και ο σκηνοθέτης Βσέβολοντ Μέγερχολντ. 

«Είμαι κομμουνιστής, είμαι αγάπη από την κορυφή ως τα νύχια» γράφει για την ένταξή του, το 1923, στο Κομμουνιστικό Κόμμα Τουρκίας. Η αφοσίωση του στην κομμουνιστική ιδεολογία και στις θεωρητικές αρχές της ήταν το μόνο σταθερό, όχι μονάχα στην θυελλώδη ζωή αλλά και στο έργο του Χικμέτ, καθώς η σκέψη και η τέχνη του εξελίσσονταν διαλεκτικά, σε συνάρτηση με την κοινωνική πραγματικότητα που άλλαζε. Η αγάπη και πίστη στον άνθρωπο, στις στρατιές των καταπιεσμένων και πεινασμένων που μπορούν να νικήσουν, ήταν οι αρχές του.

Το 1924, μετά την εγκαθίδρυση της Τουρκικής Δημοκρατίας από τον Κεμάλ Ατατούρκ, επέστρεψε στην πατρίδα του, όπου εργάστηκε ως δημοσιογράφος σε διάφορα έντυπα, ενώ ανέπτυξε κομμουνιστική δράση, για την οποίο συνελήφθη και παρέμεινε στη φυλακή για πολλά χρόνια.

Τα πρώτα μετά από τη μύηση στο μαρξισμό ποιήματά του, επηρεασμένα έντονα από τα καλλιτεχνικά ρεύματα της Ρώσικης Πρωτοπορίας, απηχούν όλο το δυναμισμό, την ορμή και την αδιαλλαξία της επαναστατικής περιόδου στη Ρωσία, επιχειρώντας να φέρουν την πνοή της στην τουρκική αστική πραγματικότητα.

 

Το 1925 γράφει το ποίημά «Το τείχος του ιμπεριαλισμού», να ένα απόσπασμα:

Εκείνοι που θα τα βάλουνε μαζί μας
θα πει πως τα βάλανε ενάντια:
στους αιώνιους νόμους της κίνησης μες την ύλη,
της πορείας των λαών.
Στάση δεν υπάρχει. Υπάρχει κίνηση.
Το σήμερα για το αύριο οδεύει,
το αύριο αδιάκοπα κυλά, κυλά, κυλά.

Η στράτευσή του στο κομμουνιστικό κίνημα είχε ως συνέπεια την μακρόχρονη φυλάκισή του από το 1938 ως το 1950

 Το 1934 μηνύεται, επειδή έκανε -δήθεν- προπαγάνδα στους σπουδαστές της Στρατιωτικής Ακαδημίας. Δικάζεται «κεκλεισμένων των θυρών», χωρίς συνήγορο και καταδικάζεται συνολικά σε 35ετή φυλάκιση, μα κατορθώνει να μειώσει την ποινή του στα 28 χρόνια και 4 μήνες, σύμφωνα με τα άρθρα 68 κι 77 του τουρκικού ποινικού κώδικα (1938). Καταλήγει στα μπουντρούμια της φυλακής, στη Προύσα. 

Στην άνοδο του φασισμού που ακολουθεί ο Ναζίμ Χικμέτ δεν βλέπει μόνο την ωμότητα και την απανθρωπιά αλλά την επιβεβαίωση της ανάγκης ο σάπιος καπιταλιστικός κόσμος, που τον γεννά, να καταργηθεί.

 Το 1936 κυκλοφορούν τα «Γράμματα στην Ταράντα Μπαμπού» όπου μιλά για την καπιταλιστική κρίση και τις αντιφάσεις και αντιθέσεις του καπιταλισμού.

Για μας η πείνα είναι χαμός

κι ο πλούτος ευτυχία…
Κι όμως Ταράντα Μπαμπού
τι περίεργο πράγμα,
εδώ το αντίθετο συμβαίνει.
Είναι εδώ πέρα ένας κόσμος τόσος παράξενος
που μέσα στην αφθονία κανείς πεθαίνει,
μέσα στην σιτοδεία ζει,
Στις συνοικίες
σαν άρρωστοι λυσσασμένοι λύκοι
τριγυρνούνε οι άνθρωποι
κι οι αποθήκες είναι κλειδωμένες
γιομάτες σιτάρι.

Είναι εδώ
ένας κόσμος τόσος παράξενος
που ενώ τα ψάρια πίνουνε καφέ
τα μωρά δεν βρίσκουνε γάλα.
Ζούνε οι άνθρωποι με λόγια
κι οι χοίροι με πατάτες…

Όσο απομακρυνόμαστε από το τέλος του πολέμου, τόσο δυναμώνει η διεθνής κατακραυγή για τη φυλάκιση του Χικμέτ. Το 1949 προσωπικότητες απ’ όλο τον κόσμο διαμαρτύρονται για την κράτησή του. Ανάμεσά τους ο Πωλ Ελυάρ, ο Ζολιό Κιουρί, ο Ζαν-Πωλ Σαρτρ, ο Πάμπλο Νερούντα, ο Πάμπλο Πικάσο και πολλοί άλλοι, ενώ πραγματοποιούνται και διαδηλώσεις διαμαρτυρίας έξω από αμερικανικές πρεσβείες και προξενεία που ζητούσαν την αποφυλάκισή του.

 

Ο Χικμέτ, προκειμένου να πιέσει για την αποφυλάκισή του και παρά τα σημαντικά προβλήματα υγείας που αντιμετωπίζει, ξεκινά απεργία πείνας στις 8 Απρίλη 1950, την οποία διέκοψε τρεις μέρες αργότερα. Αλλά επανήλθε στις 2 Μάη με νέα απεργία πείνας που διέκοψε έπειτα από 17 ημέρες.  

Αυτή η περίοδος της αλληλεγγύης και των αγώνων για την απελευθέρωσή του καταγράφεται ποιητικά στο έργο του ως εξής:

Αδέρφια μου
σκοπό δεν το ’χω να πεθάνω,
κι αν δολοφονηθώ,
πάλι θα ζω, το ξέρω, ανάμεσά μας.
Θάμαι στο στίχο του Αραγκόν
–στο στίχο που λέει
για τις καλές μέρες που θα ’ρτουν–
θα ’μαι στο άσπρο περιστέρι του Πικάσο,
θα ’μαι στου Ρόουμπσον το τραγούδι.

 Ο Ψυχρός Πόλεμος βρισκόταν στο αποκορύφωμά του. Ο ιμπεριαλισμός αντεπιτίθετο, χρησιμοποιώντας τα ιδεολογήματα περί σιδηρού παραπετάσματος και ολοκληρωτικών σοσιαλιστικών καθεστώτων.

 Ο Χικμέτ απαντούσε:

Τα πλοκάμια της Γουόλ Στρητ μπορεί να σε αρπάξουν από το λαιμό
και να σε στείλουν στην Κορέα
μία από αυτές τις ημέρες
θα γεμίσεις εκεί ένα τάφο με τη σπουδαία σου ελευθερία.
Ναι, είσαι ελεύθερος
με την ελευθερία του άγνωστου στρατιώτη.
Μπορεί να διακηρύσσεις ότι κανείς πρέπει να ζει
όχι ως εργαλείο, ένας αριθμός ή ένας κρίκος
αλλά ως ανθρώπινη ύπαρξη
θα περάσουν χειροπέδες στον καρπό σου
είσαι ελεύθερος να συλληφθείς, να φυλακιστείς
ακόμα και να κρεμαστείς.
Δεν υπάρχει κανένα σιδερένιο, ξύλινο
ή τούλινο παραπέτασμα στη ζωή σου
δεν υπάρχει καμιά ανάγκη να επιλέξεις την ελευθερία.
Είσαι ελεύθερος
αλλά αυτό το είδος της ελευθερίας
είναι μια θλιβερή υπόθεση κάτω απ’ τ’ άστρα.

 

Κάτω από την πίεση της παγκόσμιας κατακραυγής, το καθεστώς αναγκάζεται να τον απελευθερώσει.  Το 1951 αποφυλακίστηκε μετά την αμνηστία που χορήγησε στους πολιτικούς κρατούμενους η νέα κυβέρνηση του Αντνάν Μεντερές.

Την ίδια χρονιά, τιμήθηκε με το Διεθνές Βραβείο Ειρήνης. Ωστόσο, παρακολουθείται από τις αρχές συνεχώς. Αρχίζει και πάλι να εργάζεται ως δημοσιογράφος, αλλά οι πιέσεις συνεχίζονται. Αν και απαλλαγμένος από τη στρατιωτική θητεία, το καθεστώς τον καλεί να καταταγεί.

Δε μπορούσε να βρει δουλειά, ούτε να εκδώσει βιβλία, επειδή είχε διακόψει τη στρατιωτική του θητεία. Ένα διάταγμα, που ουσιαστικά, είχε τον ίδιο ως στόχο. Πενήντα χρονών πια, άρρωστος και σε τρομερά δύσκολη θέση, ζώντας με το φόβο της απόπειρας εναντίον της ζωής του, αποδέχεται τη συμβουλή του γνωστού, σύγχρονου θεατρικού συγγραφέα και δημοσιογράφους, Refik Erduran, κι αυτοεξορίζεται.

 Με ρουμανικό σκάφος, διαπλέει τη Μαύρη Θάλασσα και περνά στη Ρωσία, για να καταλήξει στη Μόσχα. Μετά από αυτό το γεγονός, η οικογένεια του παρακολουθείται στενά, ενώ ο ίδιος, χάνει την Τουρκική του υπηκοότητα (1951). 

Ο ΝΑΖΙΜ ΧΙΚΜΕΤ έγραψε στις 10/8/1951 Βερολίνο  

Φίλοι κι ἀδέλφια τῆς ψυχῆς μου.

 Ἐσεῖς ποὺ πέσατε στὶς φυλακὲς καὶ στὰ νησιὰ τῆς κόλασης, ποὺ σᾶς κρατᾶν ἁλυσωμένους μὲς στὰ στρατόπεδα συγκέντρωσης γιατὶ πολεμᾶτε γιὰ τὴν ἀνεξαρτησία, τὸ ψωμὶ καὶ τὴ λευτεριὰ τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ, δεχτεῖτε τὴν ἀγάπη καὶ τὸν θαυμασμό μου.

Οἱ λαοὶ τῆς Τουρκίας καὶ τῆς Ἑλλάδας ἔχουνε τοὺς ἴδιους θανάσιμα μισητοὺς ἐχθρούς: τὸν ἀγγλοαμερικάνικο ἰμπεριαλισμὸ καὶ τοὺς ντόπιους λακέδες του.

Οἱ λαοὶ τῆς Τουρκίας καὶ τῆς Ἑλλάδας, φιλιωμένοι ὁ ἕνας με τὸν ἄλλο, μὲ τὴ βοήθεια τῶν φιλειρηνικῶν λαῶν ὅλου τοῦ κόσμου, θὰ τσακίσουνε στὸ τέλος αὐτοὺς τοὺς ἐχθρούς τους. Αὐτὸ τὸ πιστεύω. Ὁ δικός σας ἔνδοξος ἀγώνας εἶναι μία ἀπὸ τὶς πιὸ λαμπρὲς ἀποδείξεις ὅτι θὰ νικήσει ἡ ὑπόθεση τῆς εἰρήνης, τοῦ ψωμιοῦ καὶ τῆς λευτεριᾶς.

Σᾶς σφίγγω ὅλους μ᾿ ἀγάπη στὴν ἀγκαλιά μου.

Ταξίδια, έρωτας και τέλος ζωής

Μέσα στο 1952, ταξίδεψε σε Ανατολική Ευρώπη, Ρώμη, Παρίσι, Αβάνα, Πεκίνο και Ταγκανίκα. Ήθελε να επισκεφθεί και τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, αλλά δεν του χορηγήθηκε βίζα. Ταξίδεψε σε πολλές χώρες και το 1952 εκλέχθηκε μέλος του Παγκόσμιου Συμβουλίου Ειρήνης.

Πήγε σε διεθνή συνέδρια και έγινε γνωστός σε ολόκληρο τον κόσμο. Από τη Μόσχα πήγε στο Βερολίνο, όπου μέσα σε μια κατάμεστη αίθουσα 500 ατόμων, έδωσε ένα αγωνιστικό ρεσιτάλ, και καταχειροκροτήθηκε σαν ελεύθερος, πλέον, αγωνιστής – ποιητής. Χωρίς να σταματήσει να γράφει, πέρασε την υπόλοιπη ζωή του στη Μόσχα.

Το 1955 ερωτεύεται την Vera Tulyakova, την οποία και περνά κατά πολλά χρόνια. Ο ποιητής νιώθει να ερωτεύεται για «πρώτη φορά». Μένουν μαζί, και το Νοέμβριο του 1960, παντρεύονται. Ο κυριότερος λόγος της ένωσης κάτω από τα δεσμά του γάμου ήταν επειδή ο Ναζίμ ζήλευε αυτή τη νεαρή παρουσία και ήθελε να νιώθει πιο ασφαλής.

Το 1956, λίγο μετά την έναρξη του απελευθερωτικού αγώνα της ΕΟΚΑ στην Κύπρο, ζήτησε από τους Τουρκοκυπρίους να ζήσουν ειρηνικά με τους Ελληνοκυπρίους και να υποστηρίξουν τον αγώνα τους για την αποτίναξη της Βρετανικής Κατοχής στο νησί.

Έγραψε ποιήματα ενάντια στον πόλεμο και στα πυρηνικά όπλα και ο κόσμος τον έβλεπε -όχι ως κάποιον που έκανε προπαγάνδα- αλλά ως κάποιον που ήταν απόλυτα ειλικρινής στις απόψεις του. 

Το 1962 του δίνεται διαβατήριο Σοβιετικής υπηκοότητας.

 Ο Ναζίμ Χικμέτ Ραν πέθανε στη Μόσχα στις 3 Ιουνίου 1963 από καρδιακή προσβολήσε ηλικία 61χρονών και τάφηκε στο ονομαστό κοιμητήριο της ρωσικής πρωτεύουσας Νοβοντονίτσκι.

Το 2009 η κυβέρνηση Ερντογκάν τού απέδωσε μετά θάνατον και πάλι την τουρκική ιθαγένεια, η οποία του είχε αφαιρεθεί το 1959.

Η επιθυμία του να ταφεί κάτω από ένα πλάτανο σ’ ένα οποιοδήποτε νεκροταφείο της Μικράς Ασίας δεν έχει πραγματοποιηθεί μέχρι σήμερα.

 Το έργο του

 Ο Ναζίμ Χικμέτ υπήρξε έξοχος χειριστής της γλώσσας και σπουδαίος λυρικός ποιητής. Εισήγαγε τον ελεύθερο στίχο κι ένα ευρύ φάσμα νέων θεμάτων στην ποίηση, επηρεάζοντας σημαντικά την τουρκική λογοτεχνία της δεκαετίας του ’30. 

Στην αρχή έγραφε πατριωτικά ποιήματα, αλλά στη συνέχεια, όταν γνώρισε στη Μόσχα τον ρωσικό φουτουρισμό, εγκατέλειψε τις παραδοσιακές ποιητικές φόρμες, χρησιμοποιώντας εξαιρετικά πληθωρικές ποιητικές εικόνες, σε εντυπωσιακούς και απρόσμενους συσχετισμούς. 

Η κριτική τον έχει χαρακτηρίσει ως «ρομαντικό κομουνιστή» και «ρομαντικό επαναστάτη».

Εκτός από ποίηση, ο Χικμέτ έγραψε το αυτοβιογραφικό μυθιστόρημα Οι Ρομαντικοί και ορισμένα θεατρικά έργα, το πιο γνωστό από τα οποία έχει τον τίτλο «Άραγε υπήρξε ο Ιβάν Ιβάνοβιτς;»

Το έργο του έχει μεταφραστεί σε 50 γλώσσες και στην Τουρκία αναγνωρίστηκε κυρίως μετά το θάνατό του.

 Όλα τα έργα του,  που ήταν προηγουμένως απαγορευμένα από τη λογοκρισία, εκδόθηκαν και γνώρισαν μεγάλη επιτυχία στην Τουρκία.

 Στα ελληνικά, ποιήματα του Ναζίμ Χικμέτ μετέφρασε ο Γιάννης Ρίτσος και ορισμένα από αυτά μελοποίησαν ο Μάνος Λοΐζος και ο Θάνος Μικρούτσικος.

«Και να τι θέλω τώρα να σας πω. Μες στις Ινδίες, μέσα στην πόλη της Καλκούτας, φράξαν το δρόμο σ’ έναν άνθρωπο. Αλυσοδέσανε έναν άνθρωπο εκεί που βάδιζε. Να το λοιπόν γιατί δεν καταδέχουμαι να υψώσω το κεφάλι στ’ αστροφώτιστα διαστήματα. Θα πείτε, τ’ άστρα είναι μακριά και η γη μας τόσο δα μικρή. Ε, το λοιπόν, ό,τι και να είναι τ΄ άστρα, εγώ τη γλώσσα μου τους βγάζω. Για μένα, το λοιπόν, το πιο εκπληκτικό, πιο επιβλητικό, πιο μυστηριακό και πιο μεγάλο, είναι ένας άνθρωπος που τον εμποδίζουν να βαδίζει, είναι ένας άνθρωπος που τον αλυσοδένουνε!!».

Με τα λόγια του αυτά ο Ναζίμ Χικμέτ, άνθρωπος εκ φύσεως ρομαντικός, ειρηνιστής, μαχητικός και ασυμβίβαστος θα αποτυπώσει στον Μικρόκοσμο την κραυγή αγωνίας του για την καθυπόταξη του ανθρώπου από την εκάστοτε εξουσία και τη βαθιά υπαρξιακή του δέσμευση και συμπαράσταση στον άνθρωπο που αγωνίζεται για την ελευθερία του απέναντι στο μεγαλεπήβολο κόσμο της εδραιωμένης τάξης των ουρανών.

Το ποίημά του Kız Çocuğu (Το μικρό κορίτσι) είναι μια έκκληση για την ειρήνη από ένα επτάχρονο κοριτσάκι, δέκα χρόνια μετά το θάνατό του στη Χιροσίμα. Είναι ένα από τα πιο σημαντικά αντιπολεμικά τραγούδια και το έχουν ερμηνεύσει σπουδαίοι καλλιτέχνες και συγκροτήματα, όπως η Τζόαν Μπαέζ, οι The Byrds, ο Πολ Ρόμπσον, οι This Mortal Coil, και The Fall.

 Ποιήματα του Ναζίμ Χικμέτ (Nâzım Hikmet Ran) 

Το μικρό κορίτσι

Γιὰ τὴ ζωή

( Ἡ ζωὴ δὲν εἶναι παῖξε-γέλασε) 

Ο άνθρωπος με το γαρίφαλο 
(Για τον Νίκο Μπελογιάννη)

Η χώρα αυτή είναι δική μας 

Στους δεκαπέντε συντρόφους 


ΠΗΓΕΣ:

. https://thelarissapaper.gr/2025/01/15/nazim-chikmet

. https://nostimonimar.gr/nazim-chikmet-gia-na-genoune-ta-skotadia-lampsi

. https://maxmag.gr/afieromata/nazim-chikmet-ine-omorfi-zoi-aderfe-mou


   

                                                                                Ρωγμή στην ενημέρωση


Δεν υπάρχουν σχόλια

Εικόνες θέματος από jusant. Από το Blogger.