ΙΣΤΟΡΙΑ/ΙΟΥΛΙΑΝΑ 1965: «Οι μέρες που λαχτάρισα θα ‘ρθουν»

                                                                                                          Αναδημοσίευση

Α’ μέρος: Η πρόκληση που ξύπνησε τον γίγαντα της εργατικής τάξης

Γράφει ο Χάρης Παπαδόπουλος

Στις 15 Ιούλη 1965 ξεκίνησε μια κρίση του πολιτικού συστήματος στην Ελλάδα, που έβγαλε στον δρόμο εκατοντάδες χιλιάδες νεολαίους και εργαζόμενους να διεκδικούν μαχητικά την πτώση της μοναρχίας. Ήταν τα περίφημα «Ιουλιανά». Ο γενικός αυτός ξεσηκωμός διήρκησε έως και τις 24 Σεπτέμβρη του 1965.

Κατά μέσο όρο καλούνταν, από συνδικάτα και συλλογικότητες, 10 (δέκα) μαζικές συγκεντρώσεις και πορείες κάθε μια μέρα από τα 70 εικοσιτετράωρα, που διήρκεσε η κρίση. Και –σε ορισμένες κορυφαίες στιγμές στην Αθήνα- κατέβηκαν στον δρόμο μισό εκατομμύριο διαδηλωτ(ρι)ες, σε μια πόλη που είχε τότε μονάχα δυόμισι εκατομμύρια κατοίκους.

«Οι από πάνω δεν μπορούν να κυβερνήσουν όπως παλιά και οι από κάτω αρνούνται να κυβερνηθούν όπως πρώτα» (Ο Λένιν εξηγεί τι είναι μια επαναστατική κατάσταση)

Τα Ιουλιανά του 1965 στην Ελλάδα ήταν η συγκλονιστική εισβολή των εργατικών μαζών και της νεολαίας στην κεντρική πολιτική σκηνή. Η αιφνιδιαστική αυτή είσοδος της εργατικής τάξης στο προσκήνιο πυροδοτήθηκε από μια εσωτερική διαμάχη στα ανώτερα κλιμάκια της αστικής εξουσίας. Ο βασιλιάς Κωνσταντίνος απέπεμψε τον πρωθυπουργό της χώρας, τον Γεώργιο Παπανδρέου, με συνοπτικές διαδικασίες. Και ανέθεσε την πρωθυπουργία στον πρόεδρο της Βουλής, μια ασήμαντη και φαιδρή προσωπικότητα, τον Αθανασιάδη-Νόβα. Ο βασιλιάς προσδοκούσε πως η νέα κυβέρνηση θα στηριζόταν από τους βουλευτές της Δεξιάς, αλλά και από έναν σημαντικό αριθμό αποστατών βουλευτών του Παπανδρέου.

Η αποστασία αυτών των βουλευτών δεν θα εξασφαλιζόταν, βέβαια, με κάποια ιδεολογική και πολιτική ζύμωση ανάμεσά τους. Αλλά με ξεκάθαρη εξαγορά τους, μέσω αδρών χρηματοδοτήσεων από μεγαλοκεφαλαιούχους και εφοπλιστές προς τους αποστάτες βουλευτές. Μια σειρά βουλευτές του κόμματος του Παπανδρέου, περισσότεροι από τριάντα –από τις πρώτες ήδη μέρες της κρίσης- έτρεξαν να εκμεταλλευτούν την ευκαιρία, «πηγαίνοντας πέρα στην τιμή και τη συνείδησή τους». Ανάμεσα στους πρώτους, που θα σπεύσουν να αλλάξουν σε μια νύχτα πολιτικό στρατόπεδο, θα είναι και ο πατέρας του σημερινού πρωθυπουργού της Δεξιάς, ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης.

Ήδη, από τον Φλεβάρη του 1964, έναν και μισό χρόνο πριν από την κρίση, είχε εκλεγεί κυβέρνηση της Ένωσης Κέντρου, με επικεφαλής τον Γεώργιο Παπανδρέου, που είχε λάβει στις εκλογές το συντριπτικό ποσοστό του 53% και 171 βουλευτές. Το κόμμα της σκληρής, εμφυλιοπολεμικής Δεξιάς, η ΕΡΕ, ο πρόγονος της σημερινής Νέας Δημοκρατίας, είχε κατέβει σε εκείνες τις εκλογές σε συμμαχία με τους Προοδευτικούς του Μαρκεζίνη, του κατοπινού πρωθυπουργού της Χούντας. Όμως ο συνασπισμός αυτός της σκληρής Δεξιάς είχε περιοριστεί μόλις στο 35% και στους 107 βουλευτές. Στη Βουλή υπήρχε ακόμα η ΕΔΑ, το κόμμα της Αριστεράς, με ποσοστό 12% και μονάχα 22 βουλευτές.

Η κυβέρνηση της Ένωσης Κέντρου στηρίχθηκε τόσο μαζικά από τον κόσμο, επειδή είχε υποσχεθεί μεγάλες πολιτικές αλλαγές. Τόσο τα εργαζόμενα στρώματα, όσο και σημαντικά κομμάτια της αστικής τάξης, προσδοκούσαν να αρθεί το πνιγηρό εμφυλιοπολεμικό κλίμα, που συντηρούσαν η Δεξιά και τα Ανάκτορα.

Κανένας εργάτης και καμιά εργάτρια στην Ελλάδα, τη δεκαετία του 1960, δεν μπορούσε να δουλέψει σε μια επιχείρηση, κρατική ή ιδιωτική, χωρίς πιστοποιητικό κοινωνικών φρονημάτων. Παρά μονάχα ως οικοδόμος ή ως εσώκλειστη υπηρέτρια. Δεν μπορούσε καν να φύγει στο εξωτερικό, στα εργοστάσια της Γερμανίας ή στα ορυχεία του Βελγίου, χωρίς το πολύτιμο αυτό ντοκουμέντο.

Τα σχολεία στην Ελλάδα ήταν ουσιαστικά στρατώνες, όπου καλλιεργούνταν η αρχαιοπληξία, η έξαλλη θρησκοληψία, τα κηρύγματα περί ηθικής και ο αντικομμουνισμός των σπηλαίων. Και όλα αυτά σε γλώσσα καθαρεύουσα, ολότελα ξένη και απωθητική στον μαθητόκοσμο.

Όμως, δεν ήταν μόνο οι εργάτ(ρι)ες και η νεολαία, που ασφυκτιούσαν και προσδοκούσαν αλλαγή. Ένα σημαντικό κομμάτι της αστικής τάξης είχε ανάγκη πια την άρση του μετεμφυλιακού κορσέ της κοινωνίας.

Για να πιάσουν τόπο οι νέες επενδύσεις, χρειαζόταν ένα εργατικό προσωπικό σχετικά μορφωμένο, ικανό να χειρίζεται πιο πολύπλοκα μηχανήματα και να διαβάζει οδηγίες στα αγγλικά. Ακόμη, το εργατικό αυτό δυναμικό θα έπρεπε –σε κάποιο βαθμό- να σκέφτεται ορθολογικά και όχι απλώς να παπαγαλίζει αρχαία ρητά. Θα έπρεπε να είναι σε θέση να αναλαμβάνει ορισμένες ελάχιστες πρωτοβουλίες στον εργασιακό του χώρο. Με άλλα λόγια, ένα κομμάτι των καπιταλιστών, απαιτούσε σοβαρές μεταρρυθμίσεις στην Παιδεία. Και έναν σημαντικό περιορισμό της χρήσης του πιστοποιητικού κοινωνικών φρονημάτων, που στερούσε τις επιχειρήσεις από μορφωμένο και ικανό προσωπικό.

Φυσικά, τα κομμάτια της αστικής τάξης, που στήριξαν αρχικά τον Παπανδρέου, δεν ήταν καθόλου πρόθυμα για τέτοιες αλλαγές, ικανές να κλονίσουν την κυριαρχία των καπιταλιστών στην Ελλάδα. Το σύνολο των κεφαλαιοκρατών της χώρας –και βεβαίως και τα δυο κόμματα που επιχειρούσαν να τους εκφράσουν, ΕΡΕ και Ένωση Κέντρου- συσπειρώνονταν σε αρραγές μέτωπο γύρω από δύο κομβικά θέματα: το ένα ήταν η στρατηγική συμμαχία με τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ σε κάθε επίπεδο. Και το άλλο αποτελούσε ο ανεξέλεγκτος παροξυσμός κατά του «κομμουνιστικού κινδύνου».

Ολόκληρη η ελληνική αστική τάξη, μόλις δύο δεκαετίες πριν, μπροστά στην κατακόρυφη άνοδο του ΕΑΜ και του ΚΚΕ στην Απελευθέρωση, είχε ενωθεί και είχε πνίξει στο αίμα την εργατική τάξη στα Δεκεμβριανά και στον εμφύλιο πόλεμο, που ακολούθησε. Το ίδιο θα συσπειρωνόταν και τώρα. Διότι, παρά τις διαφορές τους, σύσσωμη η αστική τάξη και το πολιτικό της προσωπικό, θεωρούσαν σύμβολο και ηγεσία του στρατοπέδου τους το παλάτι. Και απόλυτο άβατο και απαραβίαστο από τους κομμουνιστές και την Αριστερά τον ελληνικό στρατό. Διότι ο στρατός ήταν η δύναμη, που έσωσε τους αστούς το 1944-49 μπροστά στον κίνδυνο να χάσουν την εξουσία τους από τον λαό και την εργατική τάξη.

Τα παραπάνω είναι το κλειδί, για να καταλάβουμε πόσο γρήγορα θα δραπετεύσουν οι βουλευτές και οι πολιτευτές από την Ένωση Κέντρου στα Ιουλιανά και, ταυτόχρονα, πώς στοιχήθηκαν τελικά εν συνόλω οι Έλληνες καπιταλιστές πίσω από τον βασιλιά και τις άτσαλες πρωτοβουλίες του.

Η κυβέρνηση του Γεωργίου Παπανδρέου ξεκίνησε, με δειλά βήματα ήδη από το 1964, να δρομολογεί μια σειρά εκσυγχρονιστικές μεταρρυθμίσεις. Εισήγαγε, πολύ προσεκτικά, τη δημοτική γλώσσα στην εκπαίδευση και περιόρισε τη χρήση του πιστοποιητικού κοινωνικών φρονημάτων μόνο για την πρόσληψη στο Δημόσιο. Ακόμη, η κυβέρνηση απελευθέρωσε από την εξορία στα ξερονήσια το μεγαλύτερο μέρος των πολιτικών κρατουμένων, που φυσικά ήταν στελέχη της Αριστεράς.

Όμως ο αρχηγός της Ένωσης Κέντρου γνώριζε πως πάρα πολλοί από τους πολιτευτές του κόμματός του ήταν τόσο συστημικοί και βαθιά αντικομμουνιστές όσο και τα ίδια τα στελέχη της καθαρόαιμης Δεξιάς ΕΡΕ. Γι’ αυτό και επιχειρούσε να υλοποιήσει το πρόγραμμά του με τις λιγότερες δυνατές αναταράξεις μέσα στο κόμμα του. Όμως δεν έχει γεννηθεί ως σήμερα ο σεφ που θα καταφέρει να σερβίρει ομελέτα χωρίς να χρειαστεί να σπάσει αυγά.

Από την «υπόθεση Ασπίδα» στην αποπομπή Παπανδρέου από τα Ανάκτορα

Η Δεξιά και το παλάτι αντέδρασαν απέναντι στον Γεώργιο Παπανδρέου με δολιότητα και μνησικακία. Δεν έθεσαν ουσιαστικά προσκόμματα στην άτολμη εκπαιδευτική μεταρρύθμιση και τις υπόλοιπες χειρονομίες της κυβέρνησης για άρση των μέτρων της εμφυλιοπολεμικής περιόδου. Διότι μια τέτοια θέση θα ενοχλούσε σημαντικό αριθμό κεφαλαιοκρατών, που στήριζαν τις μεταρρυθμίσεις Παπανδρέου. Αντίθετα, παλάτι, ΕΡΕ και ο Τύπος της Δεξιάς δημιούργησαν εκ του μηδενός ένα βορβορώδες σκάνδαλο για να χτυπήσουν την ίδια την οικογένεια του Γεωργίου Παπανδρέου. Το σκάνδαλο αυτό έγινε γνωστό ως «υπόθεση Ασπίδα». Υποτίθεται πως μια σειρά αξιωματικοί του ελληνικού στρατού συνωμοτούσαν μυστικά κατά του βασιλιά και της Δεξιάς. Μάλιστα, σχεδίαζαν ακόμη –άγνωστο γιατί- και τη δολοφονία του Αρναούτη, υπασπιστή του βασιλιά. Ενώ ως πολιτικός καθοδηγητής αυτών των αξιωματικών κατονομαζόταν, «βάσει φημών», ο Ανδρέας Παπανδρέου, αναπληρωτής υπουργός της Ένωσης Κέντρου και γιος του πρωθυπουργού. Οι υποτιθέμενοι συνωμότες διέθεταν ολόκληρη μυστική οργάνωση στον στρατό με τίτλο «Αξιωματικοί Σώσατε Πατρίδα, Ιδανικά, Δημοκρατία, Αξιοκρατία» και με τα αρχικά: Α.Σ.Π.Ι.Δ.Α., η οποία, τάχα, στρεφόταν ενάντια στην ακραιφνώς δεξιά ηγεσία του Γενικού Επιτελείου.

Η υπόθεση ήταν ολότελα τραβηγμένη από τα μαλλιά και η κατηγορία κατά του Ανδρέα Παπανδρέου υπήρξε παντελώς αστήριχτη. Αλλά οι άδειοι τενεκέδες καταφέρνουν πάντα να προκαλέσουν τον μεγαλύτερο σαματά. Έτσι, μόλις πρωτοκυκλοφόρησε η σκευωρία για την «υπόθεση ΑΣΠΙΔΑ» σε μια ακροδεξιά λαχανοφυλλάδα της Λάρισας στις 18 Μάη 1965, ξεσηκώθηκε αμέσως ένα πανδαιμόνιο στον Τύπο εναντίον της κυβέρνησης Παπανδρέου.

Για τον Γεώργιο Παπανδρέου, ιδιαίτερα έμπειρο πολιτικό, είχε γίνει φανερό πως –αν και πολιτικός καθοδηγητής όλης της σκευωρίας ήταν ο βασιλιάς- ο απόλυτος ενορχηστρωτής των λεπτομερειών της συνομωσίας της «υπόθεσης ΑΣΠΙΔΑ» ήταν ο επικεφαλής του Γενικού Επιτελείου στρατηγός Γεννηματάς. Και ο άνθρωπος, που τον κάλυπτε στη θέση του, ήταν ο ίδιος ο υπουργός Άμυνας της κυβέρνησης της Ένωσης Κέντρου, Γαρουφαλλιάς. Ο υπουργός κώφευε στις οχλήσεις του πρωθυπουργού και συνέχιζε να προστατεύει στοργικά τους συνωμότες του Γενικού Επιτελείου.

Έτσι, ο πρωθυπουργός άφησε να περάσουν λίγες εβδομάδες, για να καταλαγιάσει κάπως η υπόθεση. Στο διάστημα αυτό συνελήφθησαν δεκάδες αξιωματικοί, που το Γενικό Επιτελείο ενέπλεξε στη σκευωρία. Ο Γεώργιος Παπανδρέου αρνήθηκε να αποπέμψει τον γιο του Ανδρέα από την κυβέρνηση, όπως του ζητούσαν φορτικά το παλάτι, η ΕΡΕ και ο Τύπος της Δεξιάς. Κατόπιν κινήθηκε επιθετικά κατά του υπουργού του Γαρουφαλλιά, απαιτώντας την παραίτησή του. Ο υπουργός αρνήθηκε να παραιτηθεί. Και ο Παπανδρέου απαίτησε από τον νεαρό βασιλιά Κωνσταντίνο να υπογράψει βασιλικό διάταγμα απόλυσης του Γαρουφαλλιά και διορισμού του ίδιου του Γεωργίου Παπανδρέου ως επικεφαλής του υπουργείου Άμυνας.

Ο βασιλιάς αρνήθηκε να υπογράψει το διάταγμα ή έστω να δεχτεί τον πρωθυπουργό σε ακρόαση. Και όταν τελικά εδέησε να τον δεχτεί, το απόγευμα της 15ης του Ιούλη, ήταν μόνο για να του αναγγείλει την αποπομπή του. Ενώ ο Παπανδρέου αποχωρούσε μετά από την ολιγόλεπτη επίσκεψή του στον βασιλιά, συναντιούνταν στον διάδρομο με τον πρόεδρο της Βουλής Αθανασιάδη-Νόβα, που περίμενε τη σειρά του, για να του αναθέσει άμεσα ο βασιλιάς τον σχηματισμό της νέας κυβέρνησης.

Ο ξεσηκωμός των 70 ημερών ξεκινά

Μέχρι και το απόγευμα της Πέμπτης 15 Ιούλη, πρωταγωνιστές της πολιτικής σκηνής ήταν οι αστοί πολιτικοί και ο βασιλιάς, ενώ οι εργαζόμενοι δεν εμφανίζονταν στο ελάχιστο. Ούτε ως κομπάρσοι. Όμως το βράδυ της 15ης οι πρώτες ομάδες διαδηλωτ(ρι)ών από τις εργατικές γειτονιές γύρω από την Αθήνα άρχισαν να καταφθάνουν στο κέντρο. Θα αποδειχθούν οι αρχικές σταγόνες μιας μεγαλειώδους, συγκλονιστικής μπόρας.

Για εκατομμύρια εργαζομένων και νεολαίων στην Ελλάδα το διώξιμο του νόμιμου πρωθυπουργού, που είχε κερδίσει τόσο πρόσφατα το εκπληκτικό 53%, λειτούργησε ως ένα χαστούκι στο πρόσωπο. Η συμπεριφορά του νεαρού και αλαζόνα βασιλιά ήταν Ύβρις μεγέθους αρχαίας τραγωδίας. Και οι δεκάδες αποστάτες βουλευτές, που –σαν ανεξέλεγκτο ρυάκι- εγκατέλειπαν την Ένωση Κέντρου, για να στηρίξουν την κυβέρνηση αποστατών και να υπουργοποιηθούν οι ίδιοι, αποτελούσαν ασύλληπτη πρόκληση για όλο το εκλογικό σώμα.

Κάποιες φορές χρειάζεται το μαστίγιο των «από επάνω», για να συνεγερθούν οι καταπιεσμένες μάζες και να αναλάβουν δράση. Τώρα, το χτύπημα δόθηκε. Και οι οργισμένες εργατικές μάζες βγήκαν μαχητικά στον δρόμο. Σε τεράστιους αριθμούς.

Ήδη τη δεύτερη ημέρα, Παρασκευή 16 Ιούλη, οι συγκεντρώσεις θα απαγορευτούν από νωρίς από τον νέο υπουργό Δημοσίας Τάξεως, τον αποστάτη Τούμπα. Όμως πιο εύκολα γυρίζεις πίσω στην κοίτη του ένα ορμητικό ποτάμι παρά ξεσηκωμένες/ους εργάτ(ρι)ες. Οι διαδηλωτ(ρι)ες αντιστέκονται με λύσσα στις επιθέσεις της αστυνομίας.

Το Σάββατο 17 Ιούλη η εγκάθετη (ελεγχόμενη κατευθείαν από το «συνδικαλιστικό» παράρτημα της Ασφάλειας) ΓΣΕΕ έχει κηρύξει απεργιακή συγκέντρωση στο Παναθηναϊκό Στάδιο, προκειμένου να εκτονώσει τα πνεύματα. Αλλά δεν υπάρχει κανένα στάδιο τόσο μεγάλο, ικανό να χωρέσει το οργισμένο πλήθος. Οι άνθρωποι της δουλειάς και η νεολαία κατακλύζουν και το Παναθηναϊκό Στάδιο και τους ανοιχτούς χώρους γύρω από αυτό. Και όταν η συγκέντρωση μακραίνει απεριόριστα και οι ομιλητές γίνονται ακόμη πιο σχοινοτενείς και ανιαροί, οι μάζες τούς εγκαταλείπουν στο βήμα και αρχίζουν να κινούνται με κατεύθυνση την πλατεία Συντάγματος.

Αυτή τη φορά δεν θα τολμήσουν να εμφανιστούν αστυνομικοί, για να τους σταματήσουν. Αυτόν τον ρόλο θα επιχειρήσει να τον παίξει η ηγεσία της ΕΔΑ. Απειράριθμα ανώτερα και τοπικά στελέχη θα προσπαθήσουν να στείλουν τον κόσμο στα σπίτια του. Θα επιχειρήσουν να τον τρομάξουν με επαπειλούμενες προβοκάτσιες. Θα εκλιπαρήσουν. Όλα αυτά χωρίς αποτέλεσμα. Με αιχμή τους πολυπληθείς και μαχητικούς οικοδόμους, ο κόσμος τραβάει μπροστά. Η Λεωφόρος Αλεξάνδρας και η Πατησίων μεταμορφώνονται σε ένα πλημμυρισμένο ποτάμι από οργή.

Οι μάζες στρέφονται στα αριστερά και η ηγεσία κατρακυλάει στα δεξιά

Στα συνθήματα του κόσμου, που κατεβαίνει να διαδηλώσει, κυριαρχεί το «1-1-4». Πρόκειται για αναφορά στο τελευταίο άρθρο του Συντάγματος, που όριζε πως, αν παραβιαστούν οι διατάξεις του, τότε «ο πατριωτισμός των Ελλήνων» και μόνο θα επιβάλλει την τήρησή τους. Όμως ήδη, από τη βραδιά της 17ης Ιούλη, άρχισε να ακούγεται στον δρόμο το σύνθημα «Δημοψήφισμα». Ο κόσμος συνειδητοποιεί, σε ελάχιστο χρόνο, πως δεν αρκεί να επιστρέψει η νόμιμη κυβέρνηση στη θέση της. Είναι απόλυτη ανάγκη να ξεπατωθεί, μια για πάντα, η σφηκοφωλιά των Ανακτόρων, ο βασιλιάς και η καμαρίλα του, το πραγματικό αρχηγείο σύσσωμης της Δεξιάς.

Ήδη από την τρίτη μέρα της κρίσης, τη συγκλονιστική 17η Ιούλη, οι διαδηλωτ(ρι)ες θέτουν το πολιτειακό ζήτημα. Αλλά η Αριστερά κλείνει τα αυτιά και προσπαθεί να παίξει τον ρόλο του πυροσβέστη. Σε όλη τη διάρκεια της κρίσης η ΕΔΑ (με την πλήρη στήριξη του παράνομου ΚΚΕ) θα επιμείνει στο νερόβραστο σύνθημα του «εκδημοκρατισμού των Ανακτόρων». Αλλά κανένα κομματικό στέλεχος δεν θα καταφέρει ποτέ να εξηγήσει σε απλά ελληνικά τι στην ευχή μπορεί να σημαίνει πρακτικά αυτό το σύνθημα.

Πολύ αργότερα από τα Ιουλιανά, στις αρχές του 1966, η ηγεσία της ΕΔΑ θα αναγγείλει «5 σημεία για έξοδο από την κρίση». Το 4ο σημείο επιχειρούσε να βάλει οριστική ταφόπλακα στο πολιτειακό: «Κανένα κόμμα δεν θα θέσει πολιτειακό ζήτημα». Ωστόσο, δεν υπήρχε άλλο κόμμα, που μπορούσε να θέσει το πολιτειακό, εκτός από την Αριστερά.

Όμως ποια πολιτική δύναμη πρωτοφώναξε στα Ιουλιανά το σύνθημα για το Δημοψήφισμα; Αν την ηγεσία της Αριστεράς την έπιανε λιποθυμία μπροστά σε τέτοια αιτήματα, οι αντιπολιτευόμενες δυνάμεις της επαναστατικής Αριστεράς, που επιχειρούσαν να αναπτυχθούν μέσα και έξω από τη Δημοκρατική Νεολαία Λαμπράκη –τη μαζική νεολαιίστικη οργάνωση της ΕΔΑ- ήταν είτε ελάχιστα γενναίες για να ενστερνιστούν το σύνθημα είτε πολύ μικρές για να καταφέρουν να το διαδώσουν μαζικά. Οι μαοϊκές ομάδες, που ήταν οι πιο αξιόλογες αριθμητικά ομαδοποιήσεις της Επαναστατικής Αριστεράς εκείνη την εποχή στην Ελλάδα, τόλμησαν να φωνάξουν ως πιο ακραίο σύνθημα το «Έξω οι Αμερικάνοι». Το πολιτειακό ζήτημα τούς ξεπερνούσε ολοκληρωτικά. Αντίθετα, οι τροτσκιστές αγκάλιασαν αμέσως το σύνθημα για το δημοψήφισμα. Αλλά ήταν πολύ λίγοι και πολύ απομονωμένοι για να το διαδώσουν μόνοι τους μέσα στα πλήθη.

Η πολιτική δύναμη, που έδρασε εκείνη τη στιγμή ως πρωτοπορία του κινήματος, ήταν η ΕΔΗΝ, η οργάνωση νεολαίας της Ένωσης Κέντρου. Οι νεολαίοι της ΕΔΗΝ σε κάθε πορεία στα Ιουλιανά κατέβαιναν πιο οργανωμένα από κάθε άλλη πολιτική οργάνωση και φώναζαν συστηματικά το «Δημοψήφισμα», καθώς και άλλα αντιμοναρχικά συνθήματα, όπως το «δεν σε θέλει ο λαός, παρ’ τη μάνα σου και μπρος», αναφορά στην ακροδεξιά –και μέλος της χιτλερικής νεολαίας στα νιάτα της- βασιλομήτορα Φρειδερίκη. Φυσικά, τα συνθήματα αυτά δεν άργησαν να διαδοθούν σε όλο το πλήθος των διαδηλωτ(ρι)ών.

Η ΕΔΗΝ δημιουργήθηκε βεβαίως ως το φυτώριο των νέων ανθρώπων ενός συντηρητικού πολιτικού χώρου. Αλλά στην πράξη αποδείχθηκε ως μια μαζική νεολαιίστικη οργάνωση, που συσπείρωνε και παιδιά με μικροαστικές καταβολές αλλά και ριζοσπαστισμό, μαζί με νέες και νέους της εργατικής τάξης, που έψαχναν να ενταχθούν σε μια αξιόμαχη οργάνωση με πνεύμα πρωτοβουλίας.

Αναδημοσίευση από https://kokkini.org

 . Το άρθρο  δεν απηχεί αναγκαστικά τις απόψεις μας. Η δημοσίευσή του έχει να κάνει όχι με το αν συμφωνούμε, αλλά με το αν το κρίνουμε ενδιαφέρον για τους αναγνώστες μας.  

Ακολουθεί:

Β΄ μέρος: Η δολοφονία του Πέτρουλα και η γενική απεργία 

                                                                      

                                                                                    Ρωγμή στην ενημέρωση

Δεν υπάρχουν σχόλια

Εικόνες θέματος από jusant. Από το Blogger.