ΒΥΡΩΝΑΣ: Ιστορίες παραλόγου σε μία τσιμεντένια πόλη

Τα τελευταία χρόνια των μνημονίων ορισμένοι δήμοι -μεταξύ αυτών και ο δήμος Βύρωνα- προχωρούν και μπολιάζουν νεραντζιές για να τις μετατρέψουν σε λεμονιές. Μεγάλη κουβέντα γίνεται για το ποιό είναι το όφελος από αυτή την ενέργεια.

Την ίδια στιγμή δήμοι αναθέτουν σε ιδιώτες εργολάβους το βαθύ κλάδεμα των δένδρων. Είναι όμως αυτή η πλέον ενδεδειγμένη ενέργεια; γιατί επιλέγεται από τους εργολάβους;

Στο τεύχος 21ο της έντυπης και ηλεκτρονικής εφημερίδας της πόλης "Δήμος και Πολιτεία" δημοσιεύεται ένα ενδιαφέρον και διαφωτιστικό άρθρο της Ίλια Ιατρού

Σας το παραθέτουμε, γιατί πιστεύουμε πως αξίζει να διαβαστεί.

Ρωγμή στην Ενημέρωση

Ιστορίες παραλόγου σε μια τσιμεντένια πόλη

Κλάδεμα, μπόλιασμα, καρατόμηση... Περπατώντας στο Βύρωνα

Της Ίλιας Ιατρού

«Παππού, γιατί κόβεις το δέντρο;» 

«Το κλαδεύω, μικρή μου, γιατί αν έχει τόσα κλαδιά να ταΐσει, δε θα μπορεί να ταΐσει τα αχλάδια που θα κάνει.»

«Μα δεν πονάει που το κόβεις;»

«Όχι μικρή μου, γιατί το κάνω τώρα που κοιμάται. Άλλωστε, θα του κόψω μόνο αυτά τα κλαδάκια.»

Απλές, αυτονόητες αλήθειες που οι παππούδες μας ήξεραν καλά:

κλαδεύουμε μόνο τα καρποφόρα δέντρα, για να έχουμε μεγαλύτερους καρπούς. Τα κλαδεύουμε πάντα προσεκτικά και την κατάλληλη εποχή, για να μην βλάψουμε το δέντρο. Τι έγινε και τα ξεχάσαμε;

Σήμερα βλέπουμε γύρω μας μια πρωτοφανή καταστροφή: τα δέντρα της πόλης μας κόβονται χωρίς έλεος. Αντί να κόβονται μόνο τα τα σπασμένα, ξερά ή άρρωστα κλαδιά, κόβονται μεγάλοι, ζωντανοί κλάδοι, πολλές φορές μέχρι τον κορμό.



Το δέντρο μένει λείψανο του εαυτού του, ένα κούτσουρο με γυμνά, κολοβωμένα κλαδιά. Συνηθισμένοι πιθανώς από το άγριο κλάδεμα των αμπελιών, πολλοί Έλληνες σηκώνουν τους ώμους με αδιαφορία «Σιγά μωρέ, θα πετάξει».

Και όμως, αν το σκέφτονταν καλύτερα, θα καταλάβαιναν πως ποτέ δεν είδαν καλλιεργητή που να κλαδεύει τις πορτοκαλιές ή τις μηλιές του όπως κλαδεύονται οι νεραντζιές στην πόλη μας. Ούτε οι λεύκες και τα πλατάνια είναι καρποφόρα δέντρα. Οι μεγάλοι τους κλάδοι έχουν ανάπτυξη χρόνων και δεν αντικαθίστανται όπως οι περσινές κληματόβεργες που κόβουν οι αμπελουργοί. Δεν μπορούμε να περιμένουμε από ένα δέντρο 20 μέτρων και πολλών ετών να αναγεννηθεί με την ίδια ευκολία. Σίγουρα, αντιδρώντας στο τραύμα, το δέντρο θα μπει σε κατάσταση συναγερμού και θα πετάξει βλαστάρια από παντού.

Όμως αυτό ακριβώς είναι το πρόβλημα.

Τα βλαστάρια που θα πεταχτούν από τον κορμό θα κλείνουν τα πεζοδρόμια και θα χρειαστούν πάλι κλάδεμα. Όσο για τις «τούφες» που θα εμφανιστούν στις άκρες των κολοβωμένων κλάδων δεν είναι ένδειξη υγείας. Αντί για ένα στιβαρό κλαδί, τώρα υπάρχουν δεκάδες βλασταριών που είναι μεν περισσότερα, αλλά είναι όλα πιο λεπτά κι πολύ πιο αδύναμα από τον κλάδο που αντικατέστησαν. Και, φυσικά, δε θα υπάρξει αμπελουργός να τα στηρίξει σε ύψος τριών ορόφων και βάλε - κάποια μέρα ένας νέος χιονιάς ή ένας δυνατός αέρας θα τα σπάσει. Ένας τραυματισμός, ένα σπασμένο αυτοκίνητο θα είναι αρκετά για ν’ αρχίσει ένας νέος κύκλος άγριας κοπής, με σκοπό να αποφευχθούν άλλες πτώσεις. Έτσι, μοιραία, η άγνοια δημιουργεί τις προϋποθέσεις για τις πτώσεις που προσπαθεί να αποτρέψει.

Γιατί όμως έχει επικρατήσει αυτό το βαθύ κλάδεμα; 

Γιατί τα τελευταία 10-12 χρόνια εμφανίζεται η τάση σε όλο και περισσότερους δήμους; 

Σίγουρα ένα μέρος της ευθύνης φέρει η κρίση και τα μνημόνια. Με λιγότερα χρήματα, πολλοί δήμοι δεν κλάδεψαν τα πρώτα χρόνια της κρίσης. Έπειτα, ο περιορισμός του δημόσιου τομέα οδήγησε στην απομάκρυνση πολλών γεωπόνων και έμπειρων τεχνικών από τις υπηρεσίες πρασίνου των δήμων. Τελικά πολλοί δήμοι κατέφυγαν σε ιδιώτες για το κλάδεμα των δέντρων τους, οι οποίοι πρότειναν (ή απλώς πραγματοποίησαν) άγρια καρατόμηση των δέντρων αντί για κανονικό κλάδεμα.

Όσους έχω ρωτήσει σχετικά, εργολάβους, τεχνίτες ή στελέχη των δήμων δίνουν πάντα την ίδια απάντηση: «Θα πετάξει». Και όταν επέμεινα λίγο παραπάνω, εισέπραξα την απάντηση ότι «Όταν τα κόβεις βαθιά, δε χρειάζεται να κόβεις κάθε χρόνο». 

Με λίγα λόγια, αν αφαιρέσεις όλα τα κλαδιά και τα φύλλα από ένα δέντρο, θα περάσουν χρόνια ώσπου να ξαναφουντώσει και στο μεταξύ ο δήμος θα κάνει οικονομία στο κλάδεμα.

Είναι όμως έτσι πραγματικά;

Ας το πάρουμε από τη σκοπιά του δήμου: το δέντρο, που έχει μείνει σκιά του εαυτού του, θα χρειαστεί καιρό ώσπου να ξαναγίνει δέντρο. Στο διάστημα αυτό δεν θα απαιτηθούν κλαδέματα, άρα πράγματι ο δήμος θα έχει κέρδος, βραχυπρόθεσμα. Μακροπρόθεσμα όμως; Υπάρχουν κάποια είδη δέντρων, όπως ο πλάτανος και η λεύκα, που δεν πρέπει να κλαδεύονται επ’ ουδενί γιατί είναι εξαιρετικά ευαίσθητα σε παθογόνα. Από τα υπόλοιπα, όσα επιβιώνουν από ένα σωστό και περιορισμένο κλάδεμα, δεν δείχνουν την ίδια αντοχή όταν κλαδευτούν βαθιά.


Οι μεγάλες τομές αποτελούν ανοιχτή πόρτα για τους μικροοργανισμούς που αρχίζουν να κατατρώνε το δέντρο από μέσα. Έπειτα από λίγο, ένα δέντρο που χρειάστηκε 20, 50 ή και παραπάνω χρόνια για να μεγαλώσει θα ξεραθεί – ή θα αρχίσουν να σπάνε τα κλαδιά του. Και στις δύο περιπτώσεις, θα απαιτηθεί η κοπή και απομάκρυνσή του, μια πολύ κοπιώδης και πολυέξοδη διαδικασία, ιδιαίτερα αν το δέντρο είναι πολύχρονο και έχει αναπτύξει ισχυρό ριζικό σύστημα.

Με λίγα λόγια, για εξοικονόμηση εργατικών μια ή δυο χρονιές, ο δήμος κινδυνεύει να χάσει μια επένδυση δεκαετιών και να μπει σε ακόμη πιο μεγάλα έξοδα. 

Το πιο συμφέρον για τον δήμο και τους πολίτες είναι τα ψηλά δέντρα να παραμένουν στη θέση τους για όσο το δυνατόν περισσότερο. Έπειτα, η καρατόμηση, όπως είπαμε, οδηγεί στη δημιουργία πιο αδύναμων κλαδιών, που σπάνε πιο εύκολα σε περίπτωση κακοκαιρίας, πράγμα που μπορεί να προκαλέσει ζημιές, τραυματισμούς ή ακόμη και θάνατο ανθρώπου. 

Ανεξάρτητα από την ευθύνη για τις ζωές μας, αν γίνει μήνυση ο Δήμος κινδυνεύει να επωμιστεί δυσβάσταχτα πρόστιμα, γιατί η πρακτική της καρατόμησης σε καμία περίπτωση δεν θεωρείται ενδεδειγμένη δενδροκομική πρακτική. Ασχέτως αν οι δήμοι τους αγνοούν, υπάρχουν σχετικοί νόμοι που την απαγορεύουν, συνεπώς η καταδίκη θα είναι αναπόφευκτη.

Πώς είναι όμως τα πράγματα από την πλευρά του πολίτη; Την ώρα που ο Δήμος μετρά τα μεροκάματα που εξοικονόμησε κλαδεύοντας αραιότερα, ο πολίτης καλείται να επωμιστεί το κόστος μέσω του αυξημένου λογαριασμού του ρεύματος. Εκτός από το οξυγόνο (η μείωση του οποίου ούτε μετριέται, ούτε μπορεί να αναπληρωθεί), τα δέντρα παρέχουν και θερμορύθμιση. Όταν λείπει μεγάλο μέρος της κόμης τους, η λειτουργία αυτή δεν μπορεί να γίνει. Ώσπου να ξαναφουντώσει η φυλλωσιά τους, οι δρόμοι και οι πλατείες που έχουν μείνει χωρίς σκιά μετατρέπονται σε «θερμά σημεία», με αποτέλεσμα τα σπίτια και καταστήματα που βρίσκονται εκεί να καταναλώνουν περισσότερο ρεύμα για κλιματισμό.

Επίσης, καθώς η πόλη γίνεται πιο ασφυκτική, περιορίζονται οι μετακινήσεις ντόπιων και τουριστών, με αποτέλεσμα να μειώνεται η αγοραστική κίνηση στα καταστήματα. Ειδικά για τους τελευταίους, η αυξημένη δυσφορία λόγω της τρομερής ζέστης μοιραία σημαίνει και μειωμένη απόλαυση των διακοπών. Όμως ο τουρισμός είναι μια βιομηχανία που βασίζεται κατά μεγάλο μέρος στην ικανοποίηση των πελατών. Θέλουμε ευχαριστημένους τουρίστες που θα μένουν περισσότερο εδώ αντί να δραπετεύουν στα νησιά και θέλουμε, όταν γυρίσουν σπίτι, να μας συστήσουν και στους φίλους τους. Μια πόλη χωρίς σκιά που ψήνεται στο λιοπύρι δε βοηθά καθόλου σ’ αυτό. 

Ας δούμε τώρα τα πράγματα από την πλευρά των εργολάβων.

Για να ρίξουν το κόστος, προσλαμβάνουν ανειδίκευτο προσωπικό που, φυσικά, δεν ξέρει τι είναι το σωστό κλάδεμα. Ακόμη και αν ήξεραν όμως, τι μπορούν να κάνουν όταν το αφεντικό προστάζει βαθύ κόψιμο;

Βλέπετε, το να κόψεις ένα κλαδί από τη ρίζα του είναι πολύ πιο εύκολο (και γρήγορο) από το να διαλέγεις και να κόβεις ένα-ένα τα κλαδιά που πρέπει. Άλλωστε, οι εργολάβοι έχουν συμφέρον να κόβουν όσο το δυνατόν περισσότερο, αφού είναι υπεύθυνοι για την απομάκρυνση της ξυλείας. Εννοείται πως δε θα τη χαραμίσουν στέλνοντάς την στη χωματερή. Θα την πουλήσουν σε αποθήκες ξυλείας ή πέλετ, εξασφαλίζοντας μια δεύτερη πηγή εσόδων, έσοδα που αυξάνονται όσο βαθύτερο είναι το κόψιμο.

Επιπλέον, για εξοικονόμηση χρόνου (άρα και μεροκάματων) οι εργολάβοι εξοπλίζουν τα συνεργεία με αλυσσοπρίονα. Αυτά βέβαια κάνουν τη δουλειά πιο εύκολη και γρήγορη, τόσο που, πολλές φορές, τα κλαδιά να σπάζουν ή να σχίζονται κατά τη διάκεια της κοπής, ανοίγοντας πληγές που το δέντρο αδυνατεί να επουλώσει. Και να ήταν μόνο αυτό – η διεθνής πρακτική επιβάλει την απολύμανση των κοπτικών εργαλείων από δέντρο σε δέντρο, όπως οι γιατροί απολυμαίνουν τα νυστέρια από ασθενή σε ασθενή. Όμως τα αλυσσοπρίονα είναι αδύνατον να απολυμανθούν. Έτσι, καθώς χρησιμοποιούνται από δέντρο σε δέντρο, μεταφέρουν παθογόνους μικροοργανισμούς μολύνοντας γειτονιές ολόκληρες.

Μπροστά σ’ όλη αυτή την καταστροφή, οι πολίτες τι κάνουν;

Έχουμε απομακρυνθεί τόσο πολύ από τη φύση που οι περισσότεροι δεν ξέρουμε καν ποια είναι τα λαχανικά κάθε εποχής. Οι περισσότεροι προσπερνούν τα κουτσουρεμένα δέντρα αγνοώντας ότι έχει γίνει κάτι κακό. 

Οι υπόλοιποι, αγνοούν σε ποια αρχή να απευθυνθούν και τι πρέπει να κάνουν. Και τέλος, υπάρχει και μια τρίτη κατηγορία, εκείνοι που δεν εκτιμούν τη φύση, εκτός όταν τους προσφέρει κάτι απτό και χειροπιαστό, π.χ. φρούτα. Αυτοί δεν εκτιμούν τη σκιά και το οξυγόνο, ούτε γαληνεύουν όταν βλέπουν τις ανθισμένες νεραντζιές. Αντίθετα κουνούν το κεφάλι και απορούν: γιατί να έχουμε νεράντζια, που δεν τρώγονται, ενώ θα μπορούσαμε να έχουμε, π.χ. λεμόνα;

Έτσι τηλεφωνούν και παραπονιούνται τους δήμους, ώσπου πολλοί από αυτούς υπέκυψαν και βάλθηκαν να μετατρέψουν όλες τις νεραντζιές σε λεμονιές. Όμως, οι λεμονιές που ανθίζουν στους κάμπους έχουν τη φροντίδα του αγρότη. Σκάλισμα και λίπασμα στις ρίζες, τακτικό πότισμα, αντιπαγωτική προστασία τις κρύες μέρες.

Η άμοιρη νεραντζιά που τόσο απλόχερα μας έδινε τη σκιά της και αρωμάτιζε την πόλη κάθε Απρίλη ούτε ζητά, ούτε θα λάβει ποτέ τέτοιες φροντίδες. Και ως λεμονιά θα συνεχίσει να ζει στο τσιμεντωμένο πεζοδρόμιο, τραβώντας ό,τι νερό μπορεί από τα λούκια και τους υπονόμους.

Άραγε, τι θα έχουν μέσα τα λεμόνια που θα παράγει; Κανείς ακόμη δεν έχει κάνει σχετική έρευνα... Στο μεταξύ, το συνεργείο που κάνει τα μπολιάσματα δεν έκανε αυτό που κάνουν κατά κανόνα οι καλλιεργητές: κόβουν και μπολιάζουν ένα κλαδί και, αν πετύχει το μπόλι, τότε κόβουν τα υπόλοιπα. Σ΄ εμάς προκρίθηκε η λύση της ολικής καρατόμησης. Τέρμα τα άνθη, τέρμα τα αρώματα, τέρμα η σκιά. Φέτος το δέντρο θα μείνει κούτσουρο, ο δρόμος άδειος.


Αν πιάσει το μπόλι, περίφημα, σε 4 χρόνια θα έχετε λεμονιά. Αν δεν πιάσει, κανένα πρόβλημα, σε 4 χρόνια θα έχετε πάλι νεραντζιά. Στο μεταξύ βάλτε μπρος κλιματιστικά και ανεμιστήρες και πορευτείτε όπως μπορείτε.

Ο δήμος δε νοιάζεται.

Φαίνεται πως δεν νοιάζεται καν για το πώς θα περνούν οι πεζοί από το ήδη στενό πεζοδρόμιο. Βλέπετε, τα συνεργεία έκοψαν τα δέντρα σε ύψος 1,20-1,40 περίπου. Γιατί; Γιατί είναι πιο βολικό για τον μπολιαστή. Φαίνεται πως οι εργασίες έγιναν χωρίς τη χρήση σκάλας. Όταν πιάσουν τα μπόλια, τα δέντρα θα αρχίσουν να διακλαδίζονται από το ύψος του στήθους μιας μέσης γυναίκας, από το ύψος της κοιλιάς για έναν μέσο άντρα. Ήταν που ήταν στενό το πεζοδρόμιο, τώρα θα γίνει αδύνατον να περάσουμε, γιατί οι λεμονιές έχουν κάτι απίθανα αγκάθια, πιο σκληρά κι επικίνδυνα από της νεραντζιάς.

Αλλά είπαμε... Κάτι τέτοια είναι ψιλά γράμματα για δήμους και εργολάβους. Ο πιο σημαντικός παράγοντας σε κάθε λήψη αποφάσεων φαίνεται να είναι το κέρδος. Κέρδος οικονομικό πάντοτε, όχι κέρδος σε υγεία ή ευζωία. Γιατί, αφού η ευημερία του πολίτη δεν μπορεί να μετρηθεί σε χρήματα, δεν συνυπολογίζεται στις αποφάσεις.

ΠΗΓΗ: https://dimoskaipoliteia.gr

Διαβάστε ακόμη:

ΔΗΜΟΣ ΒΥΡΩΝΑ: Οι νεραντζιές της πόλης θυσιάζονται... λόγω έλλειψης προσωπικού

Ρωγμή στην Ενημέρωση

Δεν υπάρχουν σχόλια

Εικόνες θέματος από jusant. Από το Blogger.