Σωματείο Εργαζομένων Βιβλιοπωλείου Πολιτεία: Συλλογικές απαντήσεις στα εργατικά προβλήματα
Λάβαμε και δημοσιεύομε την παρακάτω ανακοίνωση
Η τάξη μας έχει ένα σωρό
προβλήματα: να παλέψει ενάντια στον
εργοδότη, που έχει αντίθετα και ανταγωνιστικά από εμάς συμφέροντα από τη φύση
του και ταυτόχρονα έχει να παλέψει με όλα αυτά που μας διαιρούν και δεν μας
κρατούν ενωμένους. Ένα σωρό αντιδραστικά φαινόμενα, όπως π.χ. ο σεξισμός, ο
ρατσισμός, η ομοφοβία οδηγούν σε μεταξύ μας διαιρέσεις και είναι πρώτα πρώτα
δική μας δουλειά να τα αντιπαλέψουμε. Οι φιλοσοφίες τέτοιων ιδεολογιών οδηγούν
σε παρενοχλήσεις, σε εκβοφισμούς και σε μπούλινγκ μεταξύ μας, καθώς διέπονται
από αξίες όπως «ο δυνατός που θα επιβληθεί στον αδύναμο», είτε σωματικά, είτε
λεκτικά. Η αίσθηση της δύναμης, το ότι «πατάω γερά στα πόδια μου και γ*** τους
γύρω μου» εντείνεται όταν η συγκυρία το επιτρέπει και αυτό φαίνεται με την
άνοδο ακροδεξιών και συντηρητικών κοινωνικών και πολιτικών μορφωμάτων που
ενστερνίζονται τις λογικές αυτές. Έτσι διαιρούμαστε ως τάξη με βάση το φύλο, τη
φυλή, την ιθαγένεια, τον σεξουαλικό προσανατολισμό, τον παλιό και νέο υπάλληλο,
τον μόνιμο ή έκτακτο συνάδελφο. Όλα αυτά διασπούν τις δυνάμεις μας και
οφείλουμε να τα πολεμάμε, να συμμετέχουμε στους αγώνες για την εξάλειψή τους,
να καταδεικνύουμε καθημερινά ότι δεν έχουν θέση στο εργατικό κίνημα και ότι
λειτουργούν μόνο εις βάρος των συσχετισμών της θέσης μας.
Σε αυτή τη συζήτηση που ξεκίνησε μέσα από τη δράση κοινωνικών ομάδων που για
δεκαετίες δεν ακουγόταν η φωνή τους και όπου ο κανόνας των παραδοσιακών
εργατικών αγώνων δεν τους χώραγε, κράτος και κεφάλαιο όταν ανακατεύονται είναι
μόνο για να μας διαιρέσουν και να εξυπηρετήσουν ανταγωνιστικούς προς τους
αγώνες μας σκοπούς.
Η θέση ότι τα πολύπλοκά προβλήματα των κοινωνικών σχέσεων μεταξύ των εργαζομένων θα λυθούν από τα πάνω, σαν «οι από πάνω» να είναι κάποιος ουδέτερος φορέας ενέχει παγίδες.
Αντλώντας από τη μελέτη του Roderick A. Ferguson1 μπορούμε να
σκεφτούμε αρκετά παραδείγματα με τα οποία η προστασία της ευαλωτότητας συγκεκριμένων
κοινωνικών ομάδων εμφανίζεται και αυτή επίσης ως «βοηθός παρά ως αντίπαλος
καπιταλιστικών οικονομικών σχηματισμών». Και πως πράγματι μέσα από παρόμοιους
μηχανισμούς ξεπλένονται συχνά μορφές βίας, άλλοτε ορατές και άλλοτε αόρατες σε
ολόκληρες περιοχές και κοινωνικούς πληθυσμούς, όπως π.χ. τα διάφορα
gentrifications που βιώνουμε καθημερινά στην πόλη. Με αυτόν τον τρόπο κράτος
και κεφάλαιο υλοποιούν και νομιμοποιούν τον σχεδιασμό τους, επικαλούμενοι
μάλιστα κάποια μορφή κοινωνικής δικαιοσύνης.
Η κοινωνική δικαιοσύνη δεν έρχεται όμως ούτε μέσα από τη γλώσσα του κρατικού
μηχανισμού, ούτε μέσα από την γλώσσα της αγοράς. Όταν γίνεται προσπάθεια να
αποκοπεί ή να συσκοτιστεί το ριζοσπαστικό σκέλος των αιτημάτων, η συνθήκη των
κοινωνικών αγώνων που ανέδειξε τις κρυμμένες πτυχές της κοινωνικής καταπίεσης,
προκειμένου η πάλη για την εξάλειψη τους να ενσωματωθεί σε μια μανατζερίστικη
αρχή, τότε πρέπει να ανησυχούμε.
Αυτή ακριβώς την ανησυχία εκφράζουμε ως εργαζόμενοι μπροστά στην προοπτική
ενσωμάτωσης της κοινοτικής οδηγίας αναφορικά με την τοποθέτηση κουτιών (;)
στους χώρους των επιχειρήσεων, ούτως ώστε να δίνεται η δυνατότητα να
πραγματοποιούνται ανώνυμες καταγγελίες μεταξύ των συναδέλφων. Η αιτιολόγηση
βασίζεται πάνω στην επίκληση της προστασίας των πιο ευάλωτων και πιο «αδύναμων»
εργαζόμενων που φοβούνται να εκφράσουν ανοιχτά τα προβλήματά τους με άλλους
συναδέλφους στο χώρο εργασίας.
Ωστόσο η οδηγία αυτή δημιουργεί περισσότερα προβλήματα από αυτά που θέλει να
«λύσει»: ποιος θα διαχειρίζεται τις καταγγελίες; Θα υπάρχει δικηγόρος κατά το
άνοιγμα; Και αν ναι, θα είναι μόνο των εργοδοτών; Στο βαθμό που θα είναι
ανώνυμη πως θα ελέγχεται; Θα καλείται να απολογηθεί κάποιος στη βάση μιας
ανώνυμης καταγγελίας; Η ανώνυμη καταγγελία θα προσμετρήσει στην «αξιολόγηση»
του υπαλλήλου; Θα κινδυνεύει κάποιος να απολυθεί από ανώνυμη καταγγελία; Θα
επηρεαστεί εργαζόμενος μισθολογικά; Το πλαίσιο είναι προβληματικό και
καταδεικνύει ότι η θέσπιση ενός τέτοιου μέτρου λειτουργείπροσχηματικά, χωρίς να
επιλύει ουσιαστικά το πρόβλημα για το οποίο τυπικά θεσπίζεται.
Επιπλέον, η κίνηση αυτή είναι πολύ εύκολο να καλλιεργήσει το έδαφος και τις
προϋποθέσεις ούτως ώστε «από τα κάτω» να διευκολυνθεί το αλληλοφάγωμα και ο
κανιβαλισμός μεταξύ μας. Το εντατικοποιημένο καθεστώς της σύγχρονης εργασίας
μπαίνει στην άκρη και δεν εξετάζεται, σα να μην επηρεάζει η εργασιακή
καθημερινότητα τις ζωές μας. Αντίθετα, τονίζονται οι διαφορές ανάμεσά μας,
ενισχύοντας τους μεταξύ μας διαχωρισμούς και εγγράφεται ως «κανονικό» στη
συνείδηση εργαζομένων ότι καταγγέλλοντας τον συνάδελφο θα λύσω το πρόβλημά μου.
Αυτή η οδηγία έχει τον κίνδυνο να καλλιεργήσει μια ορισμένη κουλτούρα εντός των
επιχειρήσεων, όπου εργαζόμενοι θα αντιλαμβάνονται ή θα χρησιμοποιούν την
καταγγελία, νομίζοντας ότι έτσι θα προστατευθούν, θα ανελιχθούν, θα επιτύχουν
ατομικούς στόχους. Στην λογική λοιπόν της ατομικής διευθέτησης, της
ανθρωποφαγίας και μιας κίνησης που θυμίζει άλλες εποχές οι εργαζόμενοι έχουμε
υποχρέωση να πάμε κόντρα. Όχι γιατί τα προβλήματα ανάμεσά μας δεν είναι υπαρκτά
ή -μερικές φορές- πολυ σημαντικά και κρίσιμο για εμάς να λυθούν, αλλά γιατί αν
δεν προσπαθήσουμε να δώσουμε τις δικές μας συλλογικές απαντήσεις σε αυτά, θα
βρεθούμε στο τέλος διαιρεμένοι και ευάλωτοι. Η ιστορία διδάσκει ότι όταν οι
επιχειρήσεις αναλαμβάνουν τον ρόλο του προστάτη-πατέρα που απονέμει δικαιοσύνη
θα το πράξουν, μόνο στο βαθμό όμως που τη δεδομένη στιγμή υπηρετούν το δικό
τους σχεδιασμό και πάντα εξυπηρετώντας πρωτίστως τα δικά τους συμφέροντα.
Είναι πραγματικό πρόβλημα για ένα εργαζόμενο όταν όντας σε μειονεκτική θέση
ψάχνει τρόπους να προστατευθεί. Η λύση δεν είναι όμως κουτιά ανώνυμων
καταγγελιών. Ούτε όμως είναι πανάκεια από την άλλη η κατευθείαν απεύθυνση σε
ανώτερα όργανα όπως το HR ή η Διοίκηση της εκάστοτε επιχείρησης. Είναι
σημαντικό να έχουμε τη δυνατότητα να ζητάμε βοήθεια από συναδέλφους, από το
Σωματείο ή από επιτροπές εργαζομένων. Μέσα από συζήτηση μεταξύ μας και
εκτίμησης του εκάστοτε προβλήματος συνδιαμορφώνουμε και σκεφτόμαστε πως μπορεί
να βρεθεί μια εργατική λύση αλλά ακόμη και τι μέτρα προστασίας μπορεί να
χρειαστεί να απαιτήσουμε λαμβάνοντας υπόψη τις πολλές κοινωνικές ταυτότητές
μας. Με αυτό τον τρόπο μπορούμε να αποφύγουμε τυχόν φαστ τρακ διαδικασίες και
δίνουμε χώρο για σκέψη προς όλες τις πλευρές όταν προκύπτουν σοβαρά θέματα
διακρίσεων.
Το μήνυμα ότι η μόνη λύση στα προβλήματα μας είναι ανώνυμες καταγγελίες και η πεποίθηση ότι το πρόβλημα θα λυθεί ατομικά από τα εκάστοτε HR των επιχειρήσεων έχει προβλήματα.
Έτσι εμπεδώνεται σ’ ένα εργαζόμενο ότι η μοναδική ταυτότητα που φέρει είναι η
ατομική και ατομικά θα λύσει το πρόβλημα του. Ενισχύεται έτσι η πίστη ότι η
υποκειμενικότητα μας είναι και η μόνη αλήθεια. Πρόκειται για μια αποτύπωση του
θριάμβου του ατομικισμού, για μια αντανάκλαση της νεοφιλελεύθερης ηγεμονικής
οπτικής για το πως κατανοούμε τον κόσμο γύρω μας. Ο Enzo Traverso συζητώντας
πάνω στον ιστορικό παρόν σχολιάζει το γεγονός ότι ο νεοφιλελευθερισμός δεν
είναι απλώς ένα μοντέλο κοινωνίας βασισμένο στην ιδιωτικοποίηση των δημόσιων
υπηρεσιών, των βασικών τομέων της οικονομίας και του τέλους του κράτους
πρόνοιας και μας καλεί να τον αντιληφθούμε επίσης και ως ένα λόγο του κόσμου:
«Και αυτός περιλαμβάνει πέρα από τον γενικευμένο ανταγωνισμό, τη συμπεριφορά
ζωής σύμφωνα με τους κανόνες της αγορά και τον μετασχηματισμό των ατόμων για το
πως αντιλαμβάνονται και διάγουν τη ζωή τους σαν να ήταν επιχειρήσεις»2.
Και εδώ είναι που πρέπει να παλέψουμε και να σπάσουμε τον ατομικό αυτό δρόμο.
Συνάδελφε, συναδέλφισσα
Είτε με σύμβαση ορισμένου, είτε με σύμβαση αορίστου χρόνου πήγαινε στο Σωματείο
σου να επικοινωνήσεις τα προβλήματα της εργασιακής καθημερινότητας μακριά από
τα βλέμματα των εργοδοτών. Οι σχέσεις εξουσίας δεν περιορίζονται μόνο στην
αντίθεση κεφαλαίου εργασίας. Ένα σωρό εξουσιαστικές σχέσεις ξεπηδούν από παντού
και πέφτουν πάνω μας, στις ζωές μας, στην καθημερινότητά μας και στο χώρο
εργασίας μας. Τα εργατικά σωματεία υπάρχουν για να συζητάνε και να παλεύουν
ενάντια σε όλες τις μορφές καταπίεσης. Παλιοί και νέο συνάδελφοι απευθύνονται
στο σωματείο τους σε περίπτωση που έχουν υποστεί σωματική ή λεκτική βία
οποιαδήποτε μορφής. Το συζητάμε, ονοματίζουμε το πρόβλημα, σκεφτόμαστε πάνω σε
αυτό, συνδιαμορφώνουμε και συναποφασίζουμε τι μπορούμε να κάνουμε συλλογικά
Η εργατική αλληλεγγύη, οι δύσκολες συζητήσεις, η ανάγκη απομόνωσης περιστατικών
που ασκούν εξουσία πάνω μας είναι πράγματα που απασχολούν, τα βρίσκουμε μπροστά
μας και θα τα βρίσκουμε. Ενωμένοι πρέπει να βρούμε τους τρόπους να συνυπάρχουμε
και μην ξεχνάμε ότι δεν είμαστε μόνοι/ες.
Δίνουμε μάχες μέσω αγώνων για επιχειρησιακή συλλογική σύμβαση και βελτίωσης της
εργασιακής μας καθημερινότητας. Ήδη στο βιβλιοπωλείο Πολιτεία επήλθε συμφωνία
για υπογραφή Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας. Η Συλλογική Σύμβαση μάς ενώνει και
δείχνει τον δρόμο να γυρίσουμε την πλάτη σε οποιαδήποτε οδηγία για ανώνυμες
καταγγελίες και πράγματα που μας χωρίζουν.
Μέσα από συλλογικές διαδικασίες να βγούμε πιο ενωμένοι.
Καλούμε άλλα εργατικά πρωτοβάθμια σωματεία σε ανοιχτή συζήτηση προβληματισμού,
ανταλλαγής απόψεων και εμπειριών αναφορικά με την οδηγία να υπάρχουν κουτιά
στους χώρους μας που θυμίζουν άλλες εποχές και προάγουν τον ατομικό δρόμο.
Καλούμε επίσης σε συζήτηση προβληματισμού και σκέψης για τη δράση μας ως
εργατικά σωματεία απέναντι σε συμπεριφορές εκφοβισμού στους χώρους εργασίας.
Για να διαμορφώσουμε μια εργατική συλλογική απάντηση στα ερωτήματα της
καθημερινότητας στην εργασία.
1 Roderick A. Ferguson, «το
μονοδιάστατο Κουίρ», ΕΑΠ, 2021
2 Enzo Traverso, Ιδιότυπα
Παρελθόντα, το «εγώ» στη γραφή της ιστορίας, εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου, 2021
Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας
Αυξήσεις στους μισθούς
Όχι στον εκφοβισμό μεταξύ των συναδέλφων
Όχι σε κουτιά ανώνυμων καταγγελιών
Συλλογικές απαντήσεις στα εργατικά προβλήματα
Συλλογικές απαντήσεις στην πάλη κατά των διακρίσεων
Σωματείο Εργαζομένων Βιβλιοπωλείου
Πολιτεία
Ρωγμή στην ενημέρωση
Δεν υπάρχουν σχόλια