ΣΤΡΑΤΟΠΕΔΑ ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗΣ της ΝΑΖΙστικής Γερμανίας στη Ελλάδα (Χαϊδάρι)

 Συμπληρώνονται σήμερα (12 Οκτωβρίου)  80 χρόνια από την κορύφωση του κινήματος της Αντίστασης του λαού και της νεολαίας ενάντια τη ναζιστική κατοχή και τους ντόπιους συνεργάτες της. 

80 χρόνια από την απελευθέρωση της Αθήνας από τα Γερμανικά ναζιστικά στρατεύματα.

     

    Λαός και νεολαία στους δρόμους της Αθήνας γιορτάζουν τη απελευθέρωση 


               Σήμερα δημοσιεύουμε   Β΄ μέρος του αφιερώματος 

   ΣΤΡΑΤΟΠΕΔΑ ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗΣ  της ΝΑΖΙστικής                  Γερμανίας στη Ελλάδα (Χαϊδάρι) 


Πέρασαν 80 χρόνια από τότε!

                                                               Και όμως, δεν θέλω να ξεχνώ!


Το μεγαλύτερο στρατόπεδο συγκέντρωσης στην Ελλάδα της γερμανικής Κατοχής ήταν στο Χαϊδάρι. 

                                 Στρατόπεδο συγκέντρωσης Χαϊδαρίου -  pentapostagma.gr   


Ο Μ. Mazawer το ονομάζει «Βαστίλη της Ελλάδας», ενώ η New York Times στα 1944  παρουσίαζε το στρατόπεδο Χαϊδαρίου ως ένα από τα φρικτότερα ναζιστικά λάγκερ.

 Ιστορικό

Το στρατόπεδο Χαϊδαρίου , στα δυτικά της Αθήνας, με 5.868 κατοίκους το 1940, κτίστηκε επί δικτατορίας Μεταξά το 1936-1937 στη θέση "Καραϊσκάκη" και χρησίμευσε ως στρατώνας, χωρίς όμως να ολοκληρωθούν οι εργασίες κατασκευής του. 

 Αρχικά λειτούργησε υπό τις διαταγές των Ιταλών για λίγες μόνο μέρες  και στις 10 Σεπτεμβρίου του ’43 πέρασε στα χέρια των Γερμανών, και συγκεκριμένα της SD (Sicherheitdienst), της Υπηρεσίας Ασφαλείας των SS.

 Στις αρχές λειτούργησε ως παράρτημα των φυλακών Αβέρωφ της Λεωφόρου Αλεξάνδρας. Εγκαινιάστηκε ουσιαστικά στις 3 Σεπτεμβρίου του 1943 με τη μεταφορά κρατουμένων από το στρατόπεδο της Λάρισας.  

Υπολογίζεται ότι από αυτό το στρατόπεδο συγκέντρωσης πέρασαν συνολικά πάνω από 21.000 κρατούμενοι. Στον αριθμό αυτό συμπεριλαμβάνονται και Εβραίοι, η συντριπτική πλειονότητα των οποίων μεταφέρθηκε τελικά σε ναζιστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης στη Γερμανία

Το στρατόπεδο Χαϊδαρίου έγινε στα χέρια της SD, της Υπηρεσίας Ασφαλείας των Ες Ες, το κύριο πεδίο εφαρμογής κατασταλτικών μεθόδων και αντιποίνων, ιδιαιτέρα από 1943 ως το 1944. «Ήταν κυρίως κέντρο μεταγωγών των κρατουμένων σε στρατόπεδα συγκέντρωσης και εξόντωσης και λειτουργούσε με βάση τους κανονισμούς που ίσχυαν σε όλα τα ναζιστικά κολαστήρια». 

Εντός του στρατοπέδου υπήρξε και το εμβληματικό Μπλοκ 15, χώρος κράτησης των μελλοθανάτων.

Ο Αντώνης Φλούντζης, από τους πρώτους κρατούμενους, γιατρός του στρατοπέδου, αναφέρει πως οι κρατούμενοι ήταν 590, (243 κομμουνιστές Ακροναυπλιώτες, 20 Αναφιώτες και 327) αιχμάλωτοι των Ιταλών. 

   Τοπογραφία και κοινωνία των κρατουμένων

Όπως συνέβαινε σε όλα τα γερμανικά στρατόπεδα συγκέντρωσης, η τοπογραφία του Χαϊδαρίου αντιστοιχούσε σε μια εσωτερική λογική κατανομής των κρατουμένων σε λειτουργίες και επίπεδα απομόνωσης. Το στρατόπεδο αποτελούνταν από κτίρια-μπλοκ τα οποία λειτουργούσαν ως κρατητήρια, και από διάφορα κτίσματα, γραφεία, στρατώνες, αποθηκευτικούς χώρους και εργαστήρια. Τέσσερα μπλοκ, που αρχικά θα χρησιμοποιούνταν ως στρατώνες, είχαν χτιστεί κλιμακωτά από την είσοδο του στρατοπέδου στα δυτικά προς τα ανατολικά. Ήταν αριθμημένα με αριθμούς 1-4 και είχαν δύο ορόφους με παράθυρα από όλες τις πλευρές και το καθένα χωριζόταν σε δύο ανεξάρτητα μεταξύ τους μέρη, ανατολικό και δυτικό, το καθένα με δική του είσοδο με 8-10 σκαλοπάτια στην ΝΑ και ΝΔ πλευρά του κτιρίου, αποχωρητήρια, πλυντήριο με βρύσες και μια τσιμεντένια δεξαμενή. 

Στα μπλοκ 3 και 4 ήταν τα κελιά των ανδρών, στο υπόγειο του μπλοκ 4 είχε διαμορφωθεί χώρος «ελαφράς απομόνωσης», ενώ το δυτικό τμήμα του μπλοκ 3 λειτουργούσε ως αναρρωτήριο, με εσωτερική διαμόρφωση θαλάμων, γραφείων, τραπεζαρίας και αποθήκης. Μπαίνοντας από την κεντρική είσοδο –τη δυτική πύλη– βρίσκονταν κατά σειρά τα μαγειρεία, διαγωνίως αριστερά τους το μπλοκ 21 που χρησίμευε για αποθήκη υλικών και συνεργείων και ακριβώς από πίσω, το μπλοκ 20 που στέγαζε το διοικητήριο. Μπροστά στα 20 και 21, προς βορράν, βρίσκονταν το μπλοκ 16 (λουτρά) και το μπλοκ 15, το πειθαρχείο του στρατοπέδου που μετατράπηκε στο κτίριο της απομόνωσης, αναμφίβολα το πιο εμβληματικό οικοδόμημα όλου του συγκροτήματος.

Ανατολικά των τεσσάρων μπλοκ, σε αρκετή απόσταση βρισκόταν το μπλοκ 6 στο οποίο βρίσκονταν οι γυναίκες, Εβραίες και πολιτικές κρατούμενες σε διαφορετικά τμήματα του κτιρίου. Δίπλα από το κτίριο βρίσκονταν τα πλυντήρια. Ανάμεσα στο μπλοκ 4 και το μπλοκ 6 ορθωνόταν μια εσωτερική υπερυψωμένη σκοπιά η οποία οριοθετούσε προς τα ανατολικά τον χώρο του «ελεύθερου στρατοπέδου», εκεί που επιτρεπόταν να βρίσκονται οι κρατούμενοι. Στα υπόλοιπα σημεία ο χώρος καταλαμβανόταν από όσους εργάζονταν σε συνεργεία ή βρίσκονταν σε αγγαρείες. 

Στο βόρειο τμήμα του στρατοπέδου, ανατολικά του μπλοκ 15 βρισκόταν ο κοιτώνας της φρουράς και ένα μεγάλο μονόρωφο κτίριο –το 13– που χρησιμοποιούνταν ως αποθηκευτικός χώρος για υλικά λεηλατημένα από αποθήκες, σπίτια και καταστήματα της Αθήνας, πολλά από τα οποία εβραϊκά, όπως το κατάστημα του Ιωσήφ Μεγίρ στην Οδό Αιόλου 17 και του Μπενρουμπή στην Οδό Νικίου. Τα μεταποιημένα είδη –έπιπλα, υφάσματα, κοσμήματα– προορίζονταν για διάφορες υπηρεσίες των Ες Ες ή στέλνονταν στη Γερμανία. 

Ο γιατρός Αντώνης Φλούντζης είναι αναλυτικός στην περιγραφή των αντικειμένων:

Το τι κουβάλαγαν δεν περιγράφεται: τόπια υφάσματα –μάλλινα και μεταξωτά, έτοιμες φορεσιές– ανδρικές και γυναικείες, σερβίτσια και γυαλικά όλων των ειδών, ραπτομηχανές, σίδερα σιδερώματος, μαχαιροπήρουνα, είδη μαγειρείου, σόμπες, έπιπλα, πίνακες ζωγραφικής κλπ, κλπ. Όλα τα ξεφόρτωναν στο μπλοκ 13, ένα μονόρωφο μεγάλο κτίριο, που από τα πολλά γυαλικά στο στρατόπεδο, το ονόμαζαν «γυαλάδικο.

Οι κρατούμενοι χωρίζονταν σε ειδικότητες (ηλεκτροτεχνίες, μαραγκοί, υδραυλικοί κ.ά.) και κατανέμονταν σε ομάδες καταναγκαστικής εργασίας σε κάποιο από τα εργαστήρια ραπτικής, ξυλουργικής, υποδηματοποιίας ή το μηχανουργείο. Υψηλή θέση στην κοινωνία των κρατουμένων είχαν οι διερμηνείς –οι Ακροναυπλιώτες Παναγιώτης Μαυρομμάτης και Ναπολέων Σουκατζίδης και ο γερμανικής καταγωγής, αντιστασιακός Ντίνος Βασενχόβεν–, οι γιατροί, όπως ο –επίσης Ακροναυπλιώτης– Αντώνης Φλούντζης, οι θαλαμάρχες, οι κουρείς κ.ο.κ. 

Οι αγγαρείες δεν περιορίζονταν στο εσωτερικό. Οι κρατούμενοι εργάζονταν σε ομάδες και έξω από το στρατόπεδο –με συνοδεία της εξωτερικής φρουράς–, για μεταφορά υλικών με το λεγόμενο «τρανσπορτ κομμάντο» (ή «κουρσάρικο» στην αργκό του στρατοπέδου), κόψιμο ξύλων κ.ά. Μια από τις πιο γνωστές περιπτώσεις εργασίας έξω από το στρατόπεδο ήταν η αποστολή τεσσάρων «εκατονταρχιών» (ομάδες εργασίες των 100) στον Πειραιά, για την εκκαθάριση ερειπίων μετά τον μεγάλο συμμαχικό βομβαρδισμό της 11ης Ιανουαρίου 1944.  

    Από το Χαϊδάρι οργάνωναν τις αποστολές στην Πολωνία.

Το στρατόπεδο Χαϊδαρίου συνδέεται άρρηκτα με εκτελέσεις αθώων ανθρώπων καθώς και με το γεγονός της εκτέλεσης των 200 αγωνιστών κρατουμένων στο Μπλοκ 15, στο Σκοπευτήριο της Καισαριανής. 

 Από το Χαϊδάρι έγινε  η μεταφορά κρατουμένων απο τα μπλόκα στις συνοικίες της Αθήνας, όπως Βύρωνα, Δουργούτι, Γουβα, Κατσιπόδι, στις 16 Αυγούστου 1944 και στάλθηκαν όμηροι  καταναγκαστικής εργασίας στην ΝΑΖΙστική Γερμανία. 

  Εβραίοι στο Χαϊδάρι

 Στο Μπλοκ 15, την πτέρυγα απομόνωσης, οδηγούνταν οι μελλοθάνατοι και οι Εβραίοι από διαφορετικούς τόπους προέλευσης. Η απομόνωση έπρεπε να είναι εξατομικευμένη και να επιφέρει μια μοναξιά αναμορφωτικού χαρακτήρα. Εδώ ο στόχος ήταν να αυτορρυθμιστεί η ποινή προκειμένου να εξασφαλιστεί η «εξατομίκευση του κολασμού», καθώς -όπως περιγράφει ο Φουκώ «όσο περισσότερο ο κατάδικος είναι ικανός να προβληματίζεται […] τόσο πιο έντονες θα είναι οι τύψεις του και πιο επώδυνη η μοναξιά του». 

Η Δέσποινα Σταματέλου  θυμάται έντονο χιόνι στο Χαϊδάρι. Οι εκτελέσεις γίνονταν ακαριαία και χωρίς δεύτερη σκέψη: «Τους περισσότερους τους καθάριζαν μπροστά μας, μπαμ μπαμ».

Η Ρεβέκκα Ααρών, συγκράτησε στη μνήμη της την αλόγιστη βία που αποτελούσε καθημερινότητα στο Χαϊδάρι.

 Ο Σαμ Νεχαμά, επιζών του Χαϊδαρίου και του Άουσβιτς, μεταφέρθηκε βίαια από ένα σπίτι στην Αθήνα όπου κρυβόταν στο Χαϊδάρι, αφού πέρασε τις δύσκολες στιγμές της ανάκρισης στη Μέρλιν. Ήταν μόλις 13 χρονών όταν μεταφέρθηκε στο Άουσβιτς. Για την εμπειρία του χαρακτηριστικά αναφέρει: «Η χειρότερη περίοδος ήταν στο Χαϊδάρι, εκεί ήταν χειρότερα από το Άουσβιτς. Δούλευα πολύ σκληρά σε καταναγκαστικά έργα, μετακινούσα άσκοπα και ολημερίς βαριές πέτρες από την μία άκρη στην άκρη, υπό την διαρκή απειλή του μαστιγίου».303 Ιδιαίτερη αναφορά κάνει στον λοχαγό του Χαϊδαρίου, ονόματι Κόβατς, που είχε τρία σκυλιά και αρεσκόταν να βασανίζει τους κρατούμενους: «Ήταν πολύ ευρηματικός στα βασανιστήρια και θεωρούσε πως διοικούσε τη γη, ήθελε αίμα». Καθίσταται σαφές πως οι ζωές των Εβραίων στο Χαϊδάρι ήταν «ανάξιες να βιωθούν».  

Το στρατόπεδο Χαϊδαρίου εξελίχθηκε σύντομα σε βασική δεξαμενή ομήρων για τα γερμανικά εκτελεστικά αποσπάσματα, με βασικότερο τόπο εκτελέσεων το Σκοπευτήριο της Καισαριανής.

Ο Μάιος 1944  ήταν ο πιο αιματηρός μήνας στην πυκνή ιστορία του Χαϊδαρίου. 

Τα σχετικά ανακοινωθέντα στον κατοχικό Τύπο συνοδεύονταν συχνά από πλήρη κατάλογο ονομάτων. Κορυφαίο γεγονός –και η μαζικότερη εκτέλεση ομήρων– ήταν η εκτέλεση 200 κομμουνιστών, πρώην εγκλείστων της Ακροναυπλίας, την 1η Μαΐου 1944 στην Καισαριανή, ως μέτρο «εξιλασμού» για την απώλεια του διοικητή της 41ης Μεραρχίας Οχυρών, υποστράτηγου Φραντς Κρεχ (Franz Krech) σε ενέδρα του ΕΛΑΣ στην περιοχή των Μολάων στις 27 Απριλίου.


 

Αξίζει μια ιδιαίτερη αναφορά στον Ναπολέοντα Σουκατζίδη, καθώς σε όλες τις μαρτυρίες γι’ αυτόν τονίζεται το πνεύμα αυτοθυσίας και αλληλεγγύης που τον διακατείχε. Ήταν μέλος του ΚΚΕ και συνδικαλιστικό στέλεχος. Στο Χαϊδάρι εκτελούσε χρέη διερμηνέα. Προσφέρθηκε να τον εκτελέσουν στη θέση ενός κρατούμενου με διανοητικά προβλήματα και έτσι ήταν ένας από τους 200 εκτελεσμένους κομμουνιστές στο Σκοπευτήριο Καισαριανής.  

Η πρώτη εκτέλεση που περιλάμβανε και γυναίκες έγινε στις 2 Μαΐου 1944. Ακολούθησαν τρεις ακόμα ομαδικές εκτελέσεις, με περισσότερα από 250 θύματα, εκ των οποίων και 10 γυναίκες που τυφεκίστηκαν στις 10 Μαΐου, στο Σκοπευτήριο της Καισαριανής. 

Ξεχωρίζουν ακόμη οι εκτελέσεις στο Χαρβάτι Αττικής στις 21 Ιουλίου (54, δια απαγχονισμού), στη Μάνδρα Αττικής στις 9 Αυγούστου (50). 

Η εκτέλεση 59 ανδρών και γυναικών, κυρίως μελών κατασκοπευτικών δικτύων και οργανώσεων στις 8 Σεπτεμβρίου 1944 στην περιοχή της Μονής Δαφνίου, στο σημείο που σήμερα βρίσκεται ο Διομήδειος Βοτανικός Κήπος, ανάμεσα στους οποίους η Λέλα Καραγιάννη και ο ανθυπολοχαγός του ΕΔΕΣ, Μανώλης Λίτινας. Τουφεκίστηκαν ένα μήνα πριν από την Απελευθέρωση της Αθήνας και του Πειραιά.

Ο αριθμός των θυμάτων δεν μπορεί να υπολογιστεί με απόλυτη ακρίβεια, οπωσδήποτε όμως ξεπερνά κατά πολύ τα 2.000 άτομα. 

Η Λέλα Καραγιάννηηρωϊδα της Εθνικής Αντίστασης, γεννήθηκε το 1898 στο χωριό Λίμνη Ευβοίας και ήταν κόρη του Αθανασίου Μηνόπουλου και της Σοφίας Μπούμπουλη. Το μεγαλύτερο μέρος της ζωής της έμεινε στην Αθήνα, όπου γνώρισε και παντρεύτηκε τον σμυρνιό φαρμακοποιό Γεώργιο Καραγιάννη.  

Σε μια επίσημη έκθεση του Γενικού Πρόξενου Αμερικής Μπέρτον Μπέρι προς τον Υπουργό Εξωτερικών των ΗΠΑ με θέμα τις συνθήκες στο στρατόπεδο Χαϊδαρίου και σε άλλες φυλακές στην Ελλάδα, περιγράφονται αναλυτικά οι συνθήκες κράτησης και διαβίωσης εκεί με τα μελανότερα χρώματα.

Κατά την αποχώρηση της Βέρμαχτ από την Ελλάδα, ο Διοικητής της SD στην Ελλάδα, Δρ. Βάλτερ Μπλούμε (Walter Blume) προώθησε τη λεγόμενη «Θεωρία του Χάους» (Chaos-These), που είχε ήδη εφαρμοστεί στην Πολωνία. Επρόκειτο για την τακτική της καμένης γης και προέβλεπε την καταστροφή των βιομηχανικών υποδομών της χώρας, αλλά και των λιμανιών της, ώστε όχι μόνο να προκληθεί χάος στο δρόμο της συμμαχικής προέλασης αλλά και να γίνει αντιληπτό στους Ευρωπαίους, ειδικά της νότιας και ανατολικής Ευρώπης πως, «χωρίς τους Γερμανούς δεν είναι δυνατή καμία τάξη».

Η «Θεωρία του Χάους» προέβλεπε μεταξύ άλλων και την εκτέλεση πολιτικών ηγετών του αστικού κόσμου που βρίσκονταν έγκλειστοι στο Χαϊδάρι (Γονατάς, Σοφούλης, Καφαντάρης κ.ά.) και τελικά δεν εφαρμόστηκε λόγω αντιδράσεων από πολιτικούς αξιωματούχους και στρατιωτικούς οι οποίοι θεωρούσαν πως το μόνο αποτέλεσμα που θα είχαν μαζικά εγκλήματα της τελευταίας στιγμής, θα ήταν να συνασπίσουν όλες τις παρατάξεις οριστικά εναντίον των Γερμανών.

Εκτός από χώρος εγκλεισμού και θυσίας, το Χαϊδάρι λειτούργησε ως το μεγαλύτερο διαμετακομιστικό στρατόπεδο για όσους εκτοπίζονταν στην επικράτεια της ΝΑΖΙστικής Γερμανίας.

Η πρώτη αποστολή πολιτικών κρατουμένων έφυγε από το σιδηροδρομικό σταθμό του Ρουφ στις 25 Μαΐου, μεταφέροντας περίπου 850 άνδρες και 61 γυναίκες. Οι γυναίκες κατέληξαν στο στρατόπεδο του Ράβενσμπρυκ (Ravensbrück), οι άνδρες στάλθηκαν στο Νώυενγκαμμε (Neungamme).

 Ένας από αυτούς, ο 16χρονος οπαδός του 5/42 Συντάγματος Ευζώνων, Λουκάς Κόκκινος που είχε αιχμαλωτιστεί σε εκκαθαριστικές επιχειρήσεις στην Φωκίδα τον Φεβρουάριο, θυμόταν εκείνο το πρωινό που δεν έφερε, όπως συνήθως, την επιλογή για το εκτελεστικό απόσπασμα:

Βλέπουμε πάλι πολυβόλα στις σκοπιές, λένε: «καθίστε κάτω, δεν είναι, δεν έχουμε εκτέλεση, είναι αλλαγή στρατοπέδου». Άλλα πού να τους πιστέψεις αυτουνούς. Αρχίσανε, φώναζε κατάλογο, έρχεται ένας, μου λέει: «Κόκκινε ετοιμάσου». Άι, λέω, πάει σήμερα. «Α ρε παιδιά, λέω, προκειμένου να πεθαίνω κάθε μέρα, καλύτερα σήμερα, να τελειώνει, λέω, αυτή η ιστορία». Ντύθηκα, κατέβηκα, ήτανε κι ο αδερφός μου πιο πέρα, χαιρετηθήκαμε έτσι από μακριά. Μπαίνουμε μες τις κλούβες […] Και σηκώνεται ένας απάνω, ένας δυο μέτρα, καπετάνιος του ΕΑΜ θα ήταν: «Πατριώτες, τώρα που θα μας πάνε για εκτέλεση, ψηλά το κεφάλι, το χέρι απάνω, γροθιά κλειστή, ζήτω το ΕΑΜ, ζήτω η Ελλάς, ζήτω το ΕΑΜ θα ειπείτε. Τ’ ακούσατε;». Ε, εγώ τώρα, παιδαρέλι, δακρύσαν τα μάτια μου. Ξεκινάνε οι κλούβες, φεύγουνε. Κάθε τόσο σταματάγανε, τώρα θα μας κατεβάσ(ου)νε. Αλλά πίσω ο μουσαμάς ήταν ανοιχτός κι ήταν Αθηναίοι μέσα και βλέπανε το δρόμο, που ακολουθούμε. «Πάμε για το Ρουφ,» μου λέει ένας Αθηναίος. Το Ρουφ [σήμαινε πως] ήτανε για τη Γερμανία. Ωπ, ησυχάσαμε λιγάκι. Φύγαμε από το ένα κολαστήριο και πηγαίναμε για τ’ άλλο. 

 Η τελευταία μαζική μεταγωγή Εβραίων πραγματοποιήθηκε την 1η Αυγούστου 1944.

 Περιελάμβανε 1.700 Εβραίους από τα Δωδεκάνησα, κυρίως τη Ρόδο, οι οποίοι μεταφέρθηκαν στην Πολωνία.

 Οι Γερμανοί μεταχειρίζονταν τους Εβραίους κρατουμένους με κατ’ εξοχήν απάνθρωπο τρόπο.

Μεταπολεμική χρήση του στρατοπέδου

Η κατοχική ιστορία του Χαϊδαρίου ολοκληρώθηκε στις 24 Σεπτεμβρίου 1944 και λίγους μήνες αργότερα, το στρατόπεδο περιήλθε εκ νέου στην κυριότητα του ελληνικού στρατού και μετονομάστηκε επίσημα σε «Στρατόπεδο Καραϊσκάκη Α». Την 1η Μαΐου 1946 παραχωρήθηκε από την ΙΙΙ Ορεινή Ταξιαρχία «Ρίμινι» στο νεοσύστατο Κέντρο Εκπαίδευσης Διαβιβάσεων (ΚΕΔΒ) και εκτοτε λειτουργεί ως έδρα του όπλου των Διαβιβάσεων. Λιγότερο γνωστό είναι πως το στρατόπεδο συνέχισε να λειτουργεί ως τόπος εγκλεισμού, τρομοκρατίας και βασανιστηρίων, με θύματα στρατιώτες αλλά και πολίτες αριστερών φρονημάτων. Ανάμεσα σε δεκάδες σχετικές μαρτυρίες, αρκετές από τις οποίες δημοσιεύτηκαν στον Τύπο της εποχής –στην Ελεύθερη Ελλάδα και τον Ριζοσπάστη– ξεχωρίζει αυτή του Σ. Κυριακίδη με ημερομηνία 29 Δεκεμβρίου 1946:

Συνελήφθην την πρωίαν της 31.8.46 [….] εις το νο 15 κτίριον του Χαϊδαρίου ως εκ των υστέρων και μετά παρέλευσιν 33 ημερών έμαθα. […] Την αυτήν νύκτα μετά τον εγκλεισμόν μου εις το υπ. αριθμ. 8 κελί μου του Νο 15 εδέχθην την πρώτην επίθεσιν του προσωπικού αποτελούμενου από εκτελεστάς και βασανιστάς των Ες Ες και ταγματασφαλίτας […]. Ο Μπάρλας ήρχισε να με κτυπά εις την πλάτην με βούρδουλα μήκους 1 μ. αποτελούμενον από τριπλό συρματόσκοινο με κόμπο στην άκρη μέχρις αιματώσεως επιθέτοντας κατόπιν αλάτι […]. Ανάμεσα στους τρομερούς πόνους και τα βασανιστήρια ήκουσα το λοχία να με καλεί να του υπογράψω κάτι χαρτάκια χωρίς να μου ανακοινώνει το περιεχόμενό τους.

Η χρήση των ίδιων κτιρίων –κυρίως του φορτισμένου μπλοκ 15– με εκείνη την περιόδου της Κατοχής ενίσχυε την αίσθηση συνέχειας των διώξεων και ατιμωρησίας των δοσιλόγων, ένα από τα βασικά επίδικα της εμφυλιοπολεμικής διαμάχης.

 Ο Πέτρος Σταματινός, αναφέρει:

Στις 13/8/46 ώρα 3 μ.μ. ήρθαν στο εργοστάσιο Ρεζσίνα που δούλευα αστυφύλακες του τμήματος Καστέλλας και με συνέλαβαν λέγοντάς μου ότι με ήθελε ο Δ/ντης του Τμήματος για να με ρωτήσει κάτι. [….] Στα κρατητήρια της ΕΣΑ Ελευσίνας έμεινα οχτώ μέρες. Μετά με μετέφεραν και με άλλους μαζί στο Χαϊδάρι με αυτοκίνητο της ΕΣΑ. Όταν φτάσαμε μας κλείσανε στο γερμανικό απομονωτήριο Μπλοκ 15. Την ώρα που μας κατέβασαν από το αμάξι άκουσα τον υπολ/γο Πορφύρη να λέει στον άγνωστό μου πολίτη ‘εκεί θα σας τυφεκίσουμε γιατί εκεί θα σας τυφέκιζαν και οι Γερμανοί’. Ήτανε πραγματικά ένας τοίχος πίσω από το Μπλοκ 15 όπου τυφεκίζονταν και οι πατριώτες στην Κατοχή […] Μας έβαλαν σε ένα μικρό κελί που δεν χωρούσε τρεις ανθρώπους και κει περάσαμε τρεις μαρτυρικές νύχτες. Όλη τη νύχτα άκουγα τις φωνές και τα σκουξίματα των φαντάρων που βασανίζανε πίσω από τα κρατητήρια. Για να πάμε για τη σωματική μας ανάγκη δεν μας ανοίγανε αν δεν χτυπούσαμε με το ρυθμό του ‘έρχεται’. Τον έναν από τους δύο πολίτες, ο οποίος όπως έμαθα πιο ύστερα λεγόταν Μανιάς Γ., τον έπαιρναν κάθε βράδυ και τον έφερναν μισολιπόθυμο.

Ο χώρος του στρατοπέδου Χαϊδαρίου είναι τόπος μαρτυρίου και ιστορικής μνήμης. Θεωρείται για την Ελλάδα χώρος αντίστοιχος με τα στρατόπεδα Άουσβιτς, Μαουτχάουζεν, Νταχάου, που όμως, σχεδόν αμέσως μετά τη συντριβή των δυνάμεων του Άξονα, ανακηρύχθηκαν ιστορικά μνημεία και με σειρά ενεργειών εξασφαλίστηκε η ανάδειξη και η προβολή τους.

Στην Ελλάδα, η ιστορία της Εθνικής Αντίστασης επί πολλά χρόνια αγνοήθηκε. Η ιστορία του στρατοπέδου έμεινε στο περιθώριο.

Το 1982, με τον Νόμο 1285 που ψήφισε η Βουλή των Ελλήνων, ήλθε η αναγνώριση της Εθνικής Αντίστασης και άρχισε να παίρνει τις πραγματικές της διαστάσεις ως ιστορικό γεγονός. 

Η διαφορά του με τα υπόλοιπα στρατόπεδα συγκέντρωσης στην Ευρώπη είναι πως τα περισσότερα εξ αυτών ανακηρύχθηκαν ιστορικά μνημεία. Σε ορισμένα από αυτά ανεγέρθηκε μουσείο.

Στους χώρους του στρατοπέδου Χαϊδαρίου λειτουργεί η Σχολή Διαβιβάσεων.

Τα τελευταία χρόνια έγιναν προσπάθειες για την απελευθέρωση του στρατοπέδου Χαϊδαρίου από την υπάρχουσα χρήση του. Στόχος η ανάδειξή του σε επισκέψιμο μνημονικό τόπο, μολονότι εξακολουθεί να ανήκει στο Υπουργείο Εθνικής Άμυνας. Μόνη εξαίρεση το Mπλοκ 15, που ανήκει από το 1999 στο Υπουργείο Πολιτισμού. Ιδιαίτερα σημαντική υπήρξε η απόφαση του Δήμου Χαϊδαρίου το 2005 να κηρύξει ιστορικό τόπο ολόκληρη την έκταση του στρατοπέδου.

Ο Δήμος έχει έρθει επίσης σε επαφή με το Πανευρωπαϊκό Δίκτυο Στρατοπέδων Συγκέντρωσης του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Παρόλα αυτά, στην πράξη δεν έχει υλοποιηθεί έως τώρα κανένα σχέδιο ανάδειξής του και αποδέσμευσής του από την υπάρχουσα χρήση. 

Σήμερα αξιοποιείται μόνο το Μπλοκ 15, στο οποίο πραγματοποιούνται σπανίως ξεναγήσεις,  κυρίως μαθητές σχολείων των γύρω περιοχών. Ξεναγήσεις για μεμονωμένους επισκέπτες δεν πραγματοποιούνται. Οι προσπάθειες συνεχίζονται για τη δημιουργία ιστορικού πολιτιστικού πάρκου, μουσείου («Μουσείο Αντίστασης και Μνήμης» στο χώρο του Μπλοκ 15) και μνημείου αιχμαλώτων Χαϊδαρίου.

 

Επιμέλεια: Παναγιωτόπουλος Χρήστος  

   

     ΠΗΓΕΣ:

.  Ιστορική έρευνα του Ιάσωνα Χανδρινού  https://block15.aueb.gr/wp/?page_id=785  

.  Διδακτορική διατριβή. Μνημονικοί τόποι και δημόσια ιστορία του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου στην Ελλάδα – μια συγκριτική προσέγγιση file:///C:/Users/xristospan/Downloads/40611%20(1)

.  Τα στρατόπεδα συγκέντρωσης των ναζί στην Ελλάδα- Οι μνήμες της φρίκης  www.militaire.gr/ta-stratopeda-sygkentrosis-ton-nazi-stin-ellada-oi-mnimes-tis-frikis/

 .  Στρατόπεδα συγκέντρωσης του Γ’ ΡΑΙΧ  (1933-1945)  www.occupation-memories.org/bildung/Die-Lehreinheiten/Konzentrationslager/index.html

. Πρόταση για να γίνει μουσείο το στρατόπεδο Χαϊδαρίου

https://xaidarisimera.gr/blog-post_6659/


Συνέχεια Γ' Μέρος: 

Στρατόπεδα συγκέντρωσης "Παύλου Μελά" Τρίκαλα, Λάρισα.


                                                           Ρωγμή στην ενημέρωση  

Δεν υπάρχουν σχόλια

Εικόνες θέματος από jusant. Από το Blogger.