ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ: Κηδεύτηκε ο Πέτρος Μπάμπαλης αρχιβασανιστής της χούντας

Ο βίος και πολιτεία του εθνικιστή, αρχιβασανιστή της χούντας, αξιωματικού της αστυνομίας Πέτρου Μπάμπαλη.

Δολοφονήθηκε 31 Ιανουάριου 1979
Μεταπολίτευση

Οι δίκες των βασανιστών της Χούντας διεξήχθησαν έναν χρόνο μετά την πτώση της χούντας, σε Αθήνα, Πάτρα και Χαλκίδα, με τους περισσότερους κατηγορουμένους να πέφτουν "στα μαλακά" και μερικούς να αθωώνονται.

Μεταξύ των αθωωθέντων και οι -γνωστοί από πολλές καταγγελίες βασανισθέντων- αστυνόμοι Ευάγγελος Μάλλιος και Πέτρος Μπάμπαλης, που έπεσαν νεκροί λίγο αργότερα -ο πρώτος τον Δεκέμβριο του 1976 από τα όπλα της οργάνωσης "17 Νοέμβρη" και ο δεύτερος τον Ιανουάριο του 1979 από τα όπλα της οργάνωσης "Ιούνης '78".

Μετά την πτώση της δικτατορίας, στις 7 Σεπτέμβριου 1974, με την πρώτη μεταπολιτευτική κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Καραμανλή, ανακοινώθηκε από το Υπουργείο Δημόσιας Τάξεως, ότι διατάχθηκε έρευνα για βασανιστήρια πολιτικών κρατουμένων από αξιωματικούς, υπαξιωματικούς και άνδρες των Σωμάτων Ασφαλείας.

Στις  11 Σεπτεμβρίου 1974 τέθηκαν σε διαθεσιμότητα, για χρονικό διάστημα δώδεκα μηνών, κατηγορούμενοι για «βασανισμούς», 7 αξιωματικοί της Αστυνομίας Πόλεων και συγκεκριμένα οι:

  • Πέτρος Μπάμπαλης (Αστυνόμος Α' )
  • Ευάγγελος Μάλλιος (Αστυνόμος Α'),
  • Κωνσταντίνος Καραπαναγιώτης (Αστυνόμος Α'),
  • Κωνσταντίνος Σμαΐλης (Υπαστυνόμος Α'),
  • Ιωάννης Καλύβας (Υπαστυνόμος Α'),
  • Ευάγγελος Γιαννικόπουλος (Υπαστυνόμος Α') και
  • Βασίλειος Κραββαρίτης (Υπαστυνόμος Α'),

ενώ από αστυνομικούς της Γενικής Ασφάλειας εξετάστηκαν και οι αξιωματικοί Νικόλαος Δασκαλόπουλος, Λουκάς Χριστολουκάς και Δημήτριος Καραγιαννόπουλος.

Ο Μπάμπαλης κατηγορήθηκε για «κατάχρηση εξουσίας και ηθική αυτουργία σε βασανισμούς πολιτών».

Στις 15 Φεβρουαρίου 1975 αρχίζουν οι απολογίες  των αρχιβασανιστών Πέτρου Μπάμπαλη, Ευάγγελου Μάλλιου και άλλων αξιωματικών της Γενικής Ασφάλειας Αθηνών.

Στις 14 Μαρτίου 1975, «Ομοφωνία Ανακριτού και Εισαγγελέως εκρίθη απολυτέος τελών σε διαθεσιμότητα, ο αστυνόμος Πέτρος Μπάμπαλης που κατηγορείται για κατάχρηση εξουσίας και ηθική αυτουργία σε βασανισμούς», αφού δεν βρέθηκε ένοχος για καμία από τις κατηγορίες που του αποδόθηκαν.

Στις 2 Ιουλίου 1975 προφυλακίστηκε με την κατηγορία των βασανισμών, ύστερα από απόφαση του ανακριτή Μακρινού.

Μία από τις δίκες του ξεκίνησε στις 11 Νοεμβρίου 1975, στο Μικτό Κακουργιοδικείο Χαλκίδος,(πρόκειται για τη γνωστή δίκη 15 Αξιωματικών και υπαξιωματικών της αστυνομίας), που αφορούσε βασανιστήρια που διαπράχθηκαν στο χρονικό διάστημα από Φεβρουάριο  έως 10 Απριλίου 1974, δικάστηκε ο Μπάμπαλης και μαζί του δικάστηκαν και οι Γώγος, Κανέλλος, Κ. Καραπαναγιώτης, Β. Κραβαρίτης, Λουκόπουλος, Ε. Μαλλιος, Παύλου, Κ. Σμαϊλης, και άλλοι αξιωματικοί.

Στις 14 Μαΐου 1975 ο Μπάμπαλης απολύθηκε από τις τάξεις της Αστυνομίας Πόλεων. Στις 30 Νοεμβρίου 1975, με  κατευθυνόμενες καταθέσεις μαρτύρων υπεράσπισης, το δικαστήριο αθωώνει 4 κατηγορούμενους ενώ τιμωρεί με εξαγοράσιμες ποινές τους υπόλοιπους. Ο Πέτρος Μπάμπαλης, αθωώθηκε από κάθε κατηγορία και αφέθηκε ελεύθερος για την συγκεκριμένη υπόθεση, όμως οδηγήθηκε στην Α' πτέρυγα των φυλακών Κορυδαλλού. Στις 22 Απριλίου ο αρχιβασανιστής της χούντας, ο εθνικιστής Μπάμπαλης, αξιωματικός της αστυνομίας,  αποφυλακίστηκε καθώς η υπόθεση μετατράπηκε σε Πλημμέλημα.

Στις 15 Δεκεμβρίου 1975, σε βάρος του ξεκίνησε νέα δικαστική διαδικασία στο Τριμελές Πλημμελειοδικείο Πατρών, από το οποίο ο Μπάμπαλης και ο φίλος και συνάδελφος του Ευάγγελος Μάλλιος κηρύχθηκαν αθώοι.

Στις 17 Σεπτεμβρίου 1976 άρχισε στο Τριμελές Πλημμελειοδικείο Αθηνών, που συνεδρίασε στην αίθουσα του Διαρκούς Στρατοδικείου Αθηνών στο Ρουφ, μια ακόμη δίκη εναντίον του Μπάμπαλη, στην οποία συγκατηγορούμενος ήταν και πάλι ο Ευάγγελος Μάλλιος.

Στις 12 Οκτωβρίου 1976  εκδόθηκε απόφαση και στον Μπάμπαλη επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης 24 μηνών. Όλοι οι κατηγορούμενοι αφέθηκαν ελεύθεροι πλην του Μπάμπαλη που οδηγήθηκε στις φυλακές Κορυδαλλού προκειμένου να εκτίσει δύο μήνες από το υπόλοιπο της ποινής του και αποφυλακίστηκε στις 23 Οκτωβρίου 1977, μετά από διάστημα δεκαοκτώ μηνών, μετά από τη μείωση της ποινής του από το Εφετείο.

Η κοινωνική οργή για την ατιμωρησία των βασανιστών εκφράζεται με μια σειρά συνθημάτων σε τοίχους και διαδηλώσεις, όπως «Οι φασίστες στο Γουδί»«Δίκες λαϊκές για τους βασανιστές»«Φόλα στο σκύλο της ΕΣΑ», «Ο λαός δεν ξεχνά, τους φασίστες τους κρεμά». 

Στις 12 Δεκεμβρίου 1976 ο Μπάμπαλης παραπέμφθηκε να δικαστεί στο Τριμελές Εφετείο σε δεύτερο βαθμό για την πρωτόδικη ποινή των 24 μηνών που του είχε επιβληθεί, όμως η υπόθεση αναβλήθηκε για τις 28 Ιανουαρίου 1977.

Στις 14 Δεκεμβρίου 1976, σε ενέδρα στο Παλαιό Φάληρο, δολοφονήθηκε ένας εκ των βασανιστών της χούντας, εθνικιστής, απόστρατος αξιωματικός της αστυνομίας, ο Ευάγγελος Μάλλιος. Είχε γεννηθεί το 1929 στο Κορακοχώρι του νομού Ηλείας.

Την ευθύνη ανέλαβε η οργάνωση  «17 Νοέμβρη» με προκήρυξη που άφησε στο σημείο της επίθεσης.

Ο αρχιβασανιστής Πέτρος Μπάμπαλης, φίλος και συμφοιτητής του Μάλλιου μετά την δολοφονία του φίλου του αξιωματικού της αστυνομίας φεύγει από την Ελλάδα και εγκαταστάθηκε  στο εξωτερικό.

Ο Μπάμπαλης  επιστρέφει  στην Ελλάδα

Στις 31 Ιανουαρίου 1979, 9.30 το βράδυ ο Μπάμπαλης  κατέβηκε από το σπίτι του στον Άγιο Σώστη στην περιοχή της Νέας Σμύρνης, προκειμένου να παρκάρει το αυτοκίνητο του στο υπόγειο γκαράζ επί των οδών Ωκεανιδών και Ευρυδάμαντος.

Επιστρέφοντας κοντά στο σπίτι του στην οδό Ωκεανίδων 13-15 στον Άγιο Σώστη της Νέας Σμύρνης, δύο άνδρες πυροβόλησαν εναντίον του οκτώ φορές με όπλο διαμετρήματος 0,45mm, στο κεφάλι και το στήθος. Σύμφωνα με δημοσιεύματα της εποχής, ο Μπάμπαλης εξέπνευσε, μέσα σε περιπολικό της Ελληνικής Αστυνομίας, κατά την μεταφορά του στο 401 Γ.Ν.Α. [Γενικό Στρατιωτικό Νοσοκομείο], όπου όταν έφτασε απλώς πιστοποιήθηκε ο θάνατος του. 

Η κηδεία  και η ταφή του, τελέστηκε το απόγευμα της 1ης Φεβρουαρίου 1979, στο κοιμητήριο της Νέας Σμύρνης.[

Η  «Ομάδα: Ιούνης ’78»  αναλάμβανε την ευθύνη της δολοφονίας, με πεντασέλιδη προκήρυξη που άφησε στο σημείο της δολοφονίας.

Παραθέτουμε την προκήρυξη της «Ομάδας Ιούνης ‘78» που ανέλαβε την ευθύνη της εκτέλεσης του Μπάμπαλη

ΓΙΑΤΙ ΕΚΤΕΛΕΣΑΜΕ ΤΟΝ ΜΠΑΜΠΑΛΗ

Από σήμερα, ο άθλιος και μισητός βασανιστής, ο αστυνόμος Πέτρος Μπάμπαλης έπαψε να υπάρχει. Εκτελέστηκε από μια ομάδα αγωνιστών. Η προσωπικότητα και το έργο του Μπάμπαλη είναι γνωστά σε όλους. Στην περίοδο της χούντας η δράση του και η φήμη τον ξεπέρασαν και τα σύνορα της Ελλάδας.

Ήτανε από τους αρχηγούς των δυνάμεων καταστολής και επικεφαλής των καταδιωκτικών μηχανισμών της Ασφάλειας στη χουντική περίοδο. Με ιδιαίτερη λύσσα προσπάθησε να χτυπήσει τους αγωνιστές της αντίστασης ενάντια στη χούντα και το καθεστώς πού την είχε δημιουργήσει.

Ήτανε υπεύθυνος για την άγρια ασφαλίτικη τρομοκρατία. Ήτανε υπεύθυνος για τα φοβερά βασανιστήρια χιλιάδων και χιλιάδων ατόμων. Ήτανε υπεύθυνος για την καταστροφή της υγείας και της ζωής πολλών εκατοντάδων αγωνιστών και όχι μόνον αυτών, αλλά και όσων έτυχε, για οποιοδήποτε λόγο, να βρεθούν στα χέρια των ασφαλιτών. Ήτανε υπεύθυνος για την «ανάδειξη» πολλών εκατοντάδων χαφιέδων σε επίλεκτους βασανιστές, που και σήμερα συνεχίζουν τη δράση τους και που όλο και περισσότερο γίνονται απαραίτητα στηρίγματα της κρατικής εξουσίας των αφεντικών. Ήτανε από τους υπεύθυνους της εκστρατείας των δολοφονιών, που εξαπέλυσε η Ασφάλεια μετά το Νοέμβρη του 1973, που είχε σαν αποτέλεσμα πολλές δεκάδες νεκρούς - που τους παρουσίασαν για «αυτοκτονημένους» - και που σήμερα φαίνεται ότι όλα τα επίσημα κόμματα τους ξέχασαν. Ήτανε ακόμα υπεύθυνος για βασανισμούς και εκβιασμούς, με αποκλειστικό σκοπό να αρπάξει διάφορα χρηματικά ποσά από τους συγγενείς των θυμάτων.

Το καθεστώς της καπιταλιστικής εξουσίας και αστικής κυριαρχίας, είχε φροντίσει από τα πριν να προετοιμάσει το στέλεχος του, τον Μπάμπαλη, για το πέρασμα στη «δημοκρατία». Διάλεξε γι' αυτόν, και ο Μπάμπαλης πιστά τον ακολούθησε, ένα άλλο τρόπο δράσης, πού να ταιριάζει καλύτερα με τη «δημοκρατία» και να εξυπηρετεί το ίδιο καλά τις ανάγκες και τις επιδιώξεις του καθεστώτος.

Έτσι ο Μπάμπαλης δε διατήρησε το επίσημο πόστο του στην Ασφάλεια, αλλά ανέλαβε την οργάνωση και την εκπαίδευση του «ανεπίσημου» μηχανισμού τρομοκρατίας του καθεστώτος, πάντα σε στενή εξάρτηση και συνεργασία με την επίσημη Ασφάλεια. Δε συνέχισε ο ίδιος τα βασανιστήρια κρατουμένων, αλλά έγινε το πρότυπο για μίμηση στους καινούριους βασανιστές, που συνεχίζουν να εφαρμόζουν αυτή την τακτική σ' όλα τα αστυνομικά τμήματα της χώρας και σε διάφορες στρατιωτικές μονάδες.

Οι περιπτώσεις που γίνονται γνωστές, όπως αυτές του Βιδάλη, τον Κοσμίδη και άλλων, καθώς και των διάφορων «υπόπτων» που "πιέζονται να ομολογήσουν", είναι μόνο ένα μικρό κομμάτι της πραγματικότητας. Δε συμμετείχε ο Μπάμπαλης στις ανοικτές και επίσημες τρομοκρατικές δραστηριότητες της αστυνομίας, που είναι αστυνόμευση κάθε λαϊκής κινητοποίησης και εκδήλωσης, τρομοκράτηση απεργών και προστασία απεργοσπαστών και αφεντικών, επιθέσεις με κάθε είδους όπλα ενάντια σε διαδηλωτές, δολοφονίες και τραυματισμοί διαδηλωτών, αυθαίρετα σπασίματα γραφείων οργανώσεων και τραμπούκικες έφοδοι σε σπίτια αγωνιστών, εκβιαστικά και τρομοκρατικά μπλόκα σε δρόμους, σε αυτοκίνητα, σε δημόσια κέντρα, αυθαίρετες και τραμπούκικες συλλήψεις, κακοποιήσεις και βασανιστήρια κρατουμένων, δικαστικές σκευωρίες ενάντια σε αγωνιστές, αλλά και σε καθέναν που γίνεται ενοχλητικός, ψυχρές δολοφονίες σε καουμπόικο στιλ και τέλος όλοι οι καθημερινοί εκβιασμοί.

Οργάνωσε όμως ο Μπάμπαλης φασιστικές ομάδες και ήτανε από τους υπεύθυνους για τις «ανεπίσημες» τρομοκρατικές ενέργειες της Ασφάλειας, πού είναι: οι επιθέσεις ενάντια σε διάφορα μέλη πολιτικών οργανώσεων (ξυλοδαρμοί, απειλές, απόπειρες απαγωγής), η δράση των φασιστικών ομάδων πού ο ίδιος οργάνωσε, η αποστολή με το ταχυδρομείο εκρηκτικών υλών σε διάφορα πρόσωπα και οργανώσεις και κυριότερα η εγκληματική ενέργεια της έκρηξης βόμβας μέσα στον κινηματογράφο Έλλη την ώρα της προβολής με σκοπό να σκοτώσει τους τυχαίους θεατές.

Δεν άρπαξε χρήματα με καινούριους εκβιασμούς, αλλά είχε εξασφαλίσει, χάρη στην πείρα του σαν εγκληματίας ασφαλίτης και χάρη στη δραστηριότητα του, τη χρηματική ενίσχυση πολλών αφεντικών-επιχειρηματιών. Τα αφεντικά τον αμείβανε και τον χρηματοδοτούσανε γενναιόδωρα, μέχρι την τελευταία του ώρα, με πολλή χαρά τους και με σιγουριά για την επένδυση τους. Φυσικά χρησιμοποιήσανε πάντα γι' αυτό το σκοπό τους ληστευμένους μισθούς των εργαζομένων στις επιχειρήσεις τους.

Όπως στη διάρκεια της δικτατορίας και της χούντας, έτσι και μετά από αυτήν, σε περίοδο δημοκρατίας και κοινοβουλίου, Ο Μπάμπαλης ήτανε το άλλο σκέλος του δίδυμου, Μάλλιος-Μπάμπαλης, δηλαδή ένα από τα σημαντικά στελέχη των μηχανισμών τρομοκρατίας του καθεστώτος, μηχανισμών που είναι απαραίτητοι για το καθεστώς της καπιταλιστικής εξουσίας, είτε αυτό χρησιμοποιεί τη δικτατορία και τη χούντα, είτε εξυπηρετείται από τη δημοκρατία και τον αστικό κοινοβουλευτισμό.

Ας θρηνήσει το καθεστώς της εκμετάλλευσης και της καταπίεσης, ας θρηνήσουν τα αφεντικά και τα όργανα τους για την εξόντωση του Μπάμπαλη, όπως θρηνήσανε και για τον άλλο εκλεκτό εκπρόσωπο και όργανο τους, το Μάλλιο.

Ο Μπάμπαλης παρ΄ όλο πού φοβότανε συνέχεια, ήτανε πάντα προκλητικός. Κουβαλούσε συνέχεια μαζί του και επιδεικτικά το όπλο του. Είχε οργανώσει χαφιέδικη άμυνα γύρω του, κάποιοι γείτονες και κάποιοι καταστηματάρχες της περιοχής, αστυνόμευαν και κατασκόπευαν τους κατοίκους της περιοχής και αναφέρανε κάθε κίνηση και πληροφορία στο αφεντικό τους, τον Μπάμπαλη. Συχνά επίσης, επίσημοι χαφιέδες και ασφαλίτικα αμάξια ελέγχανε την περιοχή του σπιτιού του. Όλα αυτά δεν μπόρεσαν να προφυλάξουν τον Μπάμπαλη, από τη δίκαιη και απαραίτητη εξόντωση του.
Μέχρι πότε η βία και η τρομοκρατία των αφεντικών θα ονομάζεται δικαιοσύνη;

Μετά τις 24.7.74, για να μπορέσει ο Μπάμπαλης να συνεχίσει τη δραστηριότητα του σα στέλεχος των μηχανισμών τρομοκρατίας του καθεστώτος (όπως όλοι οι όμοιοι του και οι συνεργάτες του) έπρεπε να εκτονωθεί και να κουκουλωθεί το μίσος και η λαϊκή αγανάκτηση εναντίον του.
Αυτή την εκτόνωση του μίσους και της λαϊκής αγανάκτησης καθώς και τη βαθμιαία αλλά γρήγορη αποκατάσταση του Μπάμπαλη και όλων των βασανιστών, τα ανέλαβε και τα πραγματοποίησε η λεγόμενη ανεξάρτητη δικαιοσύνη. Σ' αυτό της το έργο είχε τη βοήθεια και τη συμπαράσταση όλων των επίσημων κομμάτων, που μας «πείσανε», για μια ολόκληρη περίοδο, για τη δήθεν ανεξαρτησία της δικαιοσύνης.

Η πραγματική λοιπόν αστική δικαιοσύνη, η δικαστική δηλαδή εξουσία του καθεστώτος, αφού μας ταλαιπώρησε όλους με το γελοίο και λυπηρό θέαμα εκατοντάδων στημένων δικών, αφού μας μπούχτισε με τις δίκες-φάρσες και με τις δικολαβίες της, αφού μας εξόργισε με την «ανεξαρτησία» της και αφού μας αποστόμωσε με τη θρασύτητα και τη χυδαιότητα της, κατάφερε στο τέλος να οδηγήσει σε πραγματικό θρίαμβο τόσο τη νομιμότητα (την αστική), όσο και τη δικαιοσύνη (την καθεστωτική). Αυτή η επιχείρηση της αστικής δικαιοσύνης ήτανε πραγματικός θρίαμβος για το καθεστώς, γιατί όχι μόνο κατάφερε να κατοχυρώσει την ομαλή συνέχιση του καθεστώτος από τη δικτατορία στη δημοκρατία, αλλά κατάφερε κιόλας, με νομικίστικους τρόπους, να απαλλάξει από κάθε ευθύνη εκατοντάδες και εκατοντάδες βασανιστές (και όχι μόνον αυτούς), ενώ όλοι μας αφήναμε να περάσει το νέο αυτό έγκλημα σε βάρος μας ΑΔΙΑΜΑΡΤΥΡΗΤΑ, καθηλωμένοι και ξεγελασμένοι όπως ήμασταν από τις αυταπάτες μας περί δημοκρατίας και ανεξάρτητης δικαιοσύνης.

Είναι μεγάλη η ευθύνη των επίσημων κομμάτων πού άφησαν να παιχτεί, και να εξακολουθεί και σήμερα να παίζεται, αυτό το παιχνίδι σε βάρος μας, της δήθεν ανεξάρτητης δικαιοσύνης. Και ας προσέξουν πριν πουν ότι η ενέργεια της εκτέλεσης του Μπάμπαλη είναι δήθεν «προβοκάτσια» πού σκοπεύει στην «αποσταθεροποίηση της δημοκρατίας». Γιατί τότε θα τους απαντήσουμε ότι αυτό σημαίνει, πως αυτά τα κόμματα φροντίζουν για τη σταθερότητα αυτής της δημοκρατίας, αυτού του καθεστώτος, αυτής δηλαδή της καθημερινής εκμετάλλευσης, καταπίεσης, βίας και τρομοκρατίας ενάντια στο προλεταριάτο, ενώ οι λαϊκές και επαναστατικές δυνάμεις φυσικά και προσπαθούν να μη σταθεροποιηθεί ποτέ ένα τέτοιο καθεστώς πάνω στις πλάτες τους.

Και ας μη βγάζουν στη φόρα τη συνταγή του «συσχετισμού των δυνάμεων πού είναι σε βάρος του κινήματος», γιατί τότε θα θυμηθούμε ότι ποτέ μέχρι σήμερα δε μας είπαν το αντίθετο, θα τους απαντήσουμε ότι οι λαϊκές δυνάμεις έχουν πια αρχίσει να θέλουν να πάψουν να είναι μόνιμα στην ουρά των εξελίξεων, και να ακολουθούν συνέχεια τους πολιτικαντισμούς των λογής-λογής «εκπροσώπων». Έχουν αρχίσει να φτιάχνουν τις δυνάμεις τους, τις δικές τους δυνάμεις, πού είναι οι μόνες πού μπορούν να καλυτερέψουν, μέσα από συγκεκριμένους αγώνες σύγκρουσης, τη σχέση δύναμης με το καθεστώς και τα όργανα του. Έχουν αρχίσει να ενεργούν και να σκέφτονται με κριτήρια, όχι τις θελήσεις, τις ορέξεις, τις φοβέρες και τους εκβιασμούς των αφεντικών και του κράτους τους, αλλά με κριτήρια τα δικά τους συμφέροντα και επιδιώξεις. Και είναι ξεκάθαρο ότι για να δυναμώσουν και για να αυξηθούν οι λαϊκές και οι επαναστατικές δυνάμεις πού προωθούν τη σύγκρουση με το καθεστώς, πρέπει να κατακτήσουν αυτό το δυνάμωμα τους μέσα από συγκεκριμένους αγώνες, πρέπει αναγκαστικά να συγκρουστούν έμπρακτα με το καθεστώς και τα όργανα του, πού με κάθε τρόπο θέλουν και επιδιώκουν να τις κρατάνε μόνιμα αδύναμες και υποταγμένες.

Διασώζοντας, όμως, με αυτό τον τρόπο, τον Μπάμπαλη και όλους τους βασανιστές η «ανεξάρτητη δικαιοσύνη» αποκαλύφτηκε οριστικά ποια είναι.
Είναι ένας από τους βασικότερους μηχανισμούς της καπιταλιστικής εξουσίας, γιατί της εξασφαλίζει την ομαλή συνέχιση, παρά τις επιφανειακές πολιτικές μεταβολές. Είναι ένα συγκεκριμένο και αποτελεσματικό ιδεολογικό όπλο στα χέρια του καθεστώτος, γιατί στα όνομα της νομιμότητας μπορεί και διαπράττει συνέχεια μικρά και μεγάλα εγκλήματα, που είναι απαραίτητα για να διασφαλίζεται η εξουσία των αφεντικών.

Είναι η ίδια «ανεξάρτητη δικαιοσύνη» και οι ίδιοι "λειτουργοί" της που τον καιρό της χούντας ευλογούσαν τα εγκλήματα των βασανιστών και καταδικάζανε τα θύματα και τους αντιπάλους της χούντας με αυτή τη «δικαιοσύνη» και με αυτούς τους «λειτουργούς της», που σήμερα, αφού απαλλάξανε νομικά τους βασανιστές, εξακολουθούν να καταδικάζουν καθημερινά και να στέλνουν στις φυλακές του αστικού κράτους, τους αγωνιστές και όσους προλετάριους έχουν την κακή τύχη να πέσουν στα χέρια της.

Είναι η ίδια «ανεξάρτητη δικαιοσύνη» και οι ίδιοι οι «λειτουργοί της» που και τότε και σήμερα δίνουν το νομικό ντύσιμο στις πιο άθλιες σκευωρίες της αστυνομίας και στις πιο μεγάλες αγριότητες του καθεστώτος.

Αυτήν λοιπόν την «ανεξάρτητη δικαιοσύνη», που είναι η αστική δικαιοσύνη, αυτήν τη νομιμότητα που είναι η νομική έκφραση της εξουσίας των αφεντικών και αυτά τα όργανα καταπίεσης και τρομοκρατίας, που λέγονται υπηρέτες ή λειτουργοί των θεσμών του καθεστώτος, μέσα στους οποίους τα βασανιστήρια και οι βασανιστές έχουν πολύ σημαντική θέση, οι λαϊκές και οι επαναστατικές δυνάμεις θα τα αντιμετωπίσουν σαν αυτά που είναι, σαν ταξικούς εχθρούς δηλαδή, που πρέπει και να αποκαλυφτούν και να χτυπηθούν άμεσα, συγκεκριμένα, και όπως χτες.

Έτσι λοιπόν εμείς, μια ομάδα αγωνιστών, ένα κομμάτι των δυνάμεων του λαϊκού και επαναστατικού κινήματος της χώρας μας αποφασίσαμε την εκτέλεση του Πέτρου Μπάμπαλη:

- γιατί ήτανε ο γνωστός βασανιστής αστυνόμος της Ασφάλειας και έπρεπε να πληρώσει για τα αμέτρητα εγκλήματα του

- γιατί εξακολούθησε, και μετά την εγκληματική του δράση σαν βασανιστής, να είναι ένα σημαντικό όργανο και συνειδητό στέλεχος των «ανεπίσημων» μηχανισμών καταστολής και τρομοκρατίας του καθεστώτος ενάντια στους προλετάριους, και

- γιατί στο πρόσωπο του και στη δράση του εκφραζότανε μια συγκεκριμένη και «αντιπροσωπευτική λειτουργία» του συστήματος της καπιταλιστικής εξουσίας, βίας και αυθαιρεσίας.

Και αυτή η «αντιπροσωπευτική λειτουργία» είναι μία πολύ συγκεκριμένη και συνεχής πρακτική, απαραίτητη για να διατηρείται η εκμετάλλευση και η καταπίεση, και δεν είναι ένας αφηρημένος «θεσμός». Και αυτή την πρακτική βίας και αυθαιρεσίας θα την αντιμετωπίσουμε και θα την πολεμήσουμε με συγκεκριμένους και συνεχείς αγώνες, και όχι με αφηρημένες διακηρύξεις και διαμαρτυρίες, που όπως έχει φανεί όχι μόνο δεν ωφελούν σε τίποτα, αλλά και αποπροσανατολίζουν, καθησυχάζουν και αποδυναμώνουν κάθε διάθεση και θέληση για αγώνα.

Η εξόντωση του εχθρού του λαϊκού και επαναστατικού κινήματος Πέτρου Μπάμπαλη, ήτανε μια σοβαρή και απαραίτητη πολιτική ενέργεια. Δεν είναι όμως και καθοριστική, με την έννοια κάποιου σταθμού στην εξέλιξη του κινήματος. Είναι απλά και μόνο μια «στιγμή» στη διάρκεια και την εξέλιξη του ταξικού πολέμου στην Ελλάδα. Είναι μια «στιγμή», όπως υπήρξαν και άλλες «στιγμές» πριν απ' αυτήν και θα υπάρξουν και άλλες, πολύ περισσότερες, μετά από αυτή. Ήτανε μια «στιγμή» του αγώνα, όπως τέτοιες «στιγμές» ήτανε οι εκατοντάδες άλλες βίαιες ενέργειες λαϊκής αντίστασης που με αυθόρμητο και με οργανωμένο τρόπο, οι λαϊκές και επαναστατικές δυνάμεις αντιτάχθηκαν ενάντια στην καπιταλιστική εξουσία και τα όργανα της (χτύπημα απεργοσπαστών, μαχητικές συγκρούσεις στους δρόμους, δυναμικές κινητοποιήσεις για κοινωνικά προβλήματα, κάψιμο αμερικάνικων αυτοκινήτων, χτύπημα αμερικάνικων στόχων, βίαιες αντικαπιταλιστικές ενέργειες).

Η εξέλιξη, η όξυνση και το ανέβασμα του ταξικού αγώνα είναι συνδυασμός όλων αυτών των «στιγμών», είναι συνδυασμός όλων των ενεργειών και όλων των διαδικασιών πού προωθούν έμπρακτα τη ρήξη και τη σύγκρουση με το καθεστώς, που μαζί με τη μόνιμη και όλο και περισσότερη δραστηριότητα για την οργάνωση των λαϊκών και επαναστατικών δυνάμεων, θα εξασφαλίζει τη συνέχεια και την ανάπτυξη του αγώνα, παρά τα χτυπήματα του αντιπάλου, θα βελτιώνει τη σχέση δύναμης επειδή θα δυναμώνει τις δικές μας δυνάμεις, θα βοηθάει να γίνεται ο ταξικός αγώνας όλο και πιο ενιαίος, συνειδητός και αποτελεσματικός.

Όπως ο Πέτρος Μπάμπαλης, έτσι και όλα τα όργανα και οι συνένοχοι της κρατικής τρομοκρατίας και της καθημερινής βίας και αυθαιρεσίας ενάντια στους προλετάριους, είναι υπεύθυνοι για τα εγκλήματα τους απέναντι στο λαϊκό κίνημα.

Μέχρι πότε η κρατική βία και τρομοκρατία των αφεντικών και των οργάνων τους, θα ονομάζεται «δικαιοσύνη»;

Μέχρι πότε αυτό πού συμφέρει στους καπιταλιστές και στους συνενόχους τους θα ονομάζεται «νομιμότητα»;

Μέχρι πότε οι άγριες κακοποιήσεις και τα βασανιστήρια ενάντια στους προλετάριους (αν και οπότε αποκαλύπτονται) θα ονομάζονται «πίεση για ομολογία» ή το πολύ-πολύ «υπέρβαση καθήκοντος»;

Μέχρι πότε οι επιθέσεις ενάντια σε απεργούς και σε διαδηλωτές θα ονομάζεται «διατήρηση της δημοσίας τάξεως και ασφάλειας»;

Μέχρι πότε οι τραυματισμοί και οι δολοφονίες άοπλων αγωνιστών και προλετάριων, από τα ένοπλα όργανα του καθεστώτος, ανοιχτά ή καλυμμένα γίνονται (του Παναγούλη, του Σιδέρη, της Τσιβίκα, του Κεχαΐδη, του Γκουλιόβα και τόσων άλλων) θα ονομάζονται «ατυχήματα» ή «νόμιμη άμυνα» και θα αποτελούν την πιο οξυμένη μορφή της καθημερινής κρατικής τρομοκρατίας;

Μέχρι πότε οι καθημερινές δολοφονίες και ακρωτηριασμοί των εργατών στους τόπους της καταναγκαστικής εργασίας, θα ονομάζονται «εργατικά ατυχήματα» και θα αποτελούν τροφή για την ένταση της εκμετάλλευσης και την αύξηση των κερδών των αφεντικών;

Μέχρι πότε οι αυθαιρεσίες της αστυνομίας και των δικαστικών, οι τραμπούκικες έφοδοι σε σπίτια και γραφεία, οι σκευωρίες ενάντια στους αγωνιστές, η άγρια καθημερινή καταπίεση και εκμετάλλευση, θα ονομάζονται «εξασφάλιση της κοινωνικής ειρήνης, γαλήνης και ηρεμίας» και θα αποτελούν την ουσία του δημοκρατικού καθεστώτος;

Μέχρι πότε ο χαφιεδισμός θα ονομάζεται «νομιμοφροσύνη» και οι χαφιέδες «εθνικόφρονες»;

Μέχρι πότε οι επίσημοι δολοφόνοι του κράτους σαν τους Κ. Πλέσσα και Ι. Στεργίου, θα παίρνουν παράσημα «άνδραγαθίας» και παχυλές αμοιβές για τα εγκλήματα τους;

Μέχρι πότε η επιχείρηση διαστρέβλωσης των συνειδήσεων και μετατροπής των ανθρώπων σε χαφιέδες θα μπορεί να ονομάζεται «νόμος του κράτους» και μάλιστα «αντιτρομοκρατικός»;

Μέχρι πότε η συστηματική και ένοχη σιωπή όλων των αντιπολιτευτικών κομμάτων και οργανώσεων, θα είναι αποτελεσματικός βοηθός για το θάψιμο και το κουκούλωμα των πιο σημαντικών γεγονότων για το λαϊκό και επαναστατικό κίνημα; Όπως είναι η συνωμοσία της σιωπής γύρω από τη δολοφονία του αγωνιστή Χρήστου Κασίμη (της ομάδας Διεθνιστική Αλληλεγγύη) στις 19/20-10-77 από χαφιέδες στη διάρκεια ένοπλης συμπλοκής της αστυνομίας με ομάδα αγωνιστών. Αυτή η συνωμοσία σιωπής προσπαθεί όχι μόνο να θάψει το γεγονός ότι στη χώρα μας υπάρχει και αναπτύσσεται η επαναστατική βία ενάντια στα αφεντικά, αλλά και να στερήσει τις λαϊκές και επαναστατικές δυνάμεις από μια πολύτιμη κληρονομιά και εμπειρία, που στάθηκε ο σκοτωμός, και έτσι όπως έγινε, τον αγωνιστή Χρήστου Κασίμη.

Χαιρετίζουμε συναγωνιστικά όλους τους συντρόφους, όλες τις λαϊκές και επαναστατικές δυνάμεις, που προωθούν με συγκεκριμένους τρόπους και ενέργειες τη σύγκρουση με το καθεστώς της εκμετάλλευσης για την ανατροπή και την καταστροφή του.

Χαιρετίζουμε όλους εκείνους, που με τον αγώνα τους φέρνουν όλο και πιο κοντά τη στιγμή που τα αφεντικά και τα όργανα τους δε θα μπορούν πια να κοιμούνται ήσυχοι.

ΝΑ ΑΝΑΠΤΥΞΟΥΜΕ ΤΗ ΛΑΪΚΗ ΚΑΙ ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗ ΒΙΑ ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗΝ ΤΡΟΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΟΥ ΚΑΘΕΣΤΩΤΟΣ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΗ ΤΩΝ ΑΦΕΝΤΙΚΩΝ

ΝΑ ΧΤΥΠΗΣΟΥΜΕ ΜΕ ΟΛΟΥΣ ΤΌΥΣ ΤΡΟΠΟΥΣ ΤΑ ΟΡΓΑΝΑ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΥΣ ΠΟΥ ΤΟΥΣ ΣΤΗΡΙΖΟΥΝ

Ο ΛΑΪΚΟΣ ΚΑΙ ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΟΣ ΑΓΩΝΑΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΜΟΝΟΣ ΤΡΟΠΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑ ΤΡΟΠΗ ΤΗΣ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΤΙΚΗΣ ΕΞΟΥΣΙΑΣ - Ο ΑΓΩΝΑΣ ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ

ΟΜΑΔΑ ΙΟΥΝΗΣ 78


Δυο λογία για τον Πέτρο Μπάμπαλη

Ο Πέτρος Μπάμπαλης  γεννήθηκε το 1930 στο χωριό Καμπιά του σημερινού Δήμου Μακρακώμης στο νομό Φθιώτιδος και αποφοίτησε από το Γυμνάσιο Μακρακώμης.

Εθνικιστής από τα νεανικά του χρόνια

Το 1952, κατατάχθηκε στο Σώμα της Αστυνομίας Πόλεων με το βαθμό του Αστυφύλακα. Μετά από εισαγωγικές εξετάσεις φοίτησε και αποφοίτησε  από τη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών  στην οποία ήταν συμφοιτητής και φίλος με τον Ευάγγελο Μάλλιο αλλά και με τον εθνικιστή διανοούμενο και συγγραφέα Κώστα Πλεύρη (πατέρα του σημερινού υπουργού υγείας στην κυβέρνησή Ν.Δ. Θανάση Πλεύρη).

Το  1960 αποφοίτησε από τη Σχολή Αξιωματικών της αστυνομίας.

Στις 9 Δεκεμβρίου 1963, ο Μπάμπαλης και ο συνάδελφός και φίλος του Ευάγγελος Μάλλιος, παρέδωσαν τα αεροπορικά εισιτήρια για το Παρίσι στον Κωνσταντίνο Καραμανλή, ο οποίος το απόγευμα της ίδιας μέρας αναχώρησε από το αεροδρόμιο του Ελληνικού στην Αθήνα με προορισμό τη Γαλλική πρωτεύουσα, όπου εγκαταστάθηκε ως αυτοεξόριστος.

Ο Μπάμπαλης υπηρετούσε σχεδόν όλα τα χρόνια της σταδιοδρομίας του στη Γενική Ασφάλεια Αθηνών, στην οδό Μπουμπουλίνας, κι ήταν γνωστός με το προσωνύμιο «Αιγυπτιακή Βιβλιοθήκη».

Το 1967 με την χούντα ο Μπάμπαλης προήχθη στο βαθμό του Αστυνόμου Β' και το 1973 στον βαθμό του Αστυνόμου Α' .

Στη διάρκεια της επτάχρονης δικτατορίας των συνταγματαρχών ο Μπάμπαλης και ο Μάλλιος ήταν εκ των αρχιβασανιστών, του ελληνικού λαού που αγωνιζότανε ενάντια στη χούντα.

Πηγές: Βαθύ κόκκινο, εφημερίδες της εποχής

Ρωγμή στην Ενημέρωση

Δεν υπάρχουν σχόλια

Εικόνες θέματος από jusant. Από το Blogger.